European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2024/1183

30.4.2024

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/1183 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 11ης Απριλίου 2024

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 όσον αφορά τη θέσπιση ευρωπαϊκού πλαισίου για την ψηφιακή ταυτότητα

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 19ης Φεβρουαρίου 2020 με τίτλο «Διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος της Ευρώπης» εξαγγέλλεται η αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς του, την επέκταση των οφελών του στον ιδιωτικό τομέα και την προώθηση αξιόπιστων ψηφιακών ταυτοτήτων για όλους τους Ευρωπαίους.

(2)

Στα συμπεράσματά του της 1ης-2ας Οκτωβρίου 2020, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να προτείνει να αναπτυχθεί ένα πανενωσιακό πλαίσιο για ασφαλή δημόσια ηλεκτρονική ταυτοποίηση, συμπεριλαμβανομένων διαλειτουργικών ψηφιακών υπογραφών, που θα παρέχει στα άτομα τον έλεγχο της διαδικτυακής ταυτότητας και των δεδομένων τους, καθώς και πρόσβαση σε δημόσιες, ιδιωτικές και διασυνοριακές ψηφιακές υπηρεσίες.

(3)

Το πρόγραμμα πολιτικής 2030 «Ψηφιακή δεκαετία», που θεσπίστηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2022/2481 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), καθορίζει τους σκοπούς και τους ψηφιακούς στόχους ενός ενωσιακού πλαισίου, οι οποίοι, έως το 2030, αποσκοπούν στην ευρεία ανάπτυξη μιας εθελοντικής, ελεγχόμενης από τον χρήστη ψηφιακής ταυτότητας που θα χαίρει εμπιστοσύνης και θα αναγνωρίζεται σε ολόκληρη την Ένωση, και η οποία θα επιτρέπει σε κάθε χρήστη να ελέγχει τα δεδομένα του στις διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις.

(4)

Η «Ευρωπαϊκή διακήρυξη σχετικά με τα ψηφιακά δικαιώματα και τις ψηφιακές αρχές για την ψηφιακή δεκαετία», η οποία διακηρύχθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή (6) («διακήρυξη»), υπογραμμίζει το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να έχει πρόσβαση σε ψηφιακές τεχνολογίες, προϊόντα και υπηρεσίες που είναι ασφαλείς, προστατευμένες και σχεδιασμένες να προστατεύουν την ιδιωτική ζωή. Αυτό περιλαμβάνει τη διασφάλιση ότι παρέχεται σε όλα τα άτομα που ζουν στην Ένωση μια προσβάσιμη, ασφαλής και αξιόπιστη ψηφιακή ταυτότητα που επιτρέπει την πρόσβαση σε ευρύ φάσμα επιγραμμικών και μη επιγραμμικών υπηρεσιών, προστατευμένη από τους κινδύνους κυβερνοασφάλειας και το κυβερνοέγκλημα, συμπεριλαμβανομένης της παραβίασης δεδομένων και της κλοπής ή χειραγώγησης ταυτότητας. Η διακήρυξη αναφέρει επίσης ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του. Το δικαίωμα αυτό περιλαμβάνει τον έλεγχο του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα δεδομένα και σε ποιον κοινοποιούνται.

(5)

Όλοι οι πολίτες και οι κάτοικοι της Ένωσης θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να αποκτούν ψηφιακή ταυτότητα που βρίσκεται υπό τον αποκλειστικό τους έλεγχο και τους επιτρέπει να ασκούν τα δικαιώματά τους στο ψηφιακό περιβάλλον και να συμμετέχουν στην ψηφιακή οικονομία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ψηφιακή ταυτότητα που θα επιτρέπει στους πολίτες και τους κατοίκους της Ένωσης να έχουν πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές επιγραμμικές και μη επιγραμμικές υπηρεσίες σε ολόκληρη την Ένωση.

(6)

Το εναρμονισμένο πλαίσιο ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να συμβάλει στην ενίσχυση της ολοκλήρωσης της Ένωσης σε ψηφιακό επίπεδο, ελαττώνοντας τους ψηφιακούς φραγμούς μεταξύ των κρατών μελών και παρέχοντας στους πολίτες και τους κατοίκους της Ένωσης τη δυνατότητα να απολαμβάνουν τα οφέλη της ψηφιοποίησης, αυξάνοντας παράλληλα τη διαφάνεια και την προστασία των δικαιωμάτων τους.

(7)

Μια πιο εναρμονισμένη προσέγγιση της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης θα πρέπει να μειώσει τους κινδύνους και το κόστος του σημερινού κατακερματισμού λόγω της χρήσης αποκλινουσών εθνικών λύσεων ή, σε ορισμένα κράτη μέλη, λόγω της απουσίας τέτοιων λύσεων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης. Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να ενισχύσει την εσωτερική αγορά επιτρέποντας στους πολίτες της Ένωσης, στους κατοίκους της Ένωσης, όπως ορίζονται από το εθνικό δίκαιο, και στις επιχειρήσεις, να ταυτοποιούνται και να παρέχουν επαλήθευση της ταυτότητάς τους εντός και εκτός διαδικτύου με ασφαλή, αξιόπιστο, φιλικό προς τον χρήστη, εύχρηστο, προσβάσιμο και εναρμονισμένο τρόπο, σε ολόκληρη την Ένωση. Το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να παρέχει στα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα σε ολόκληρη την Ένωση ένα εναρμονισμένο μέσο ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που θα καθιστά δυνατή την επαλήθευση ταυτότητας και τον διαμοιρασμό δεδομένων που συνδέονται με την ταυτότητά τους. Όλοι και όλες θα πρέπει να είναι σε θέση να έχουν ασφαλή πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες που βασίζονται σε ένα βελτιωμένο οικοσύστημα για τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης και σε εξακριβωμένα αποδεικτικά ταυτότητας και ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών, όπως ακαδημαϊκοί τίτλοι σπουδών, συμπεριλαμβανομένων των πανεπιστημιακών πτυχίων ή άλλων εκπαιδευτικών ή επαγγελματικών τίτλων. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ψηφιακή ταυτότητα αποσκοπεί στην επίτευξη της μετάβασης από την εξάρτηση αποκλειστικά από εθνικές λύσεις ψηφιακής ταυτότητας, στην παροχή ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών που ισχύουν και αναγνωρίζονται νομικά σε ολόκληρη την Ένωση. Οι πάροχοι ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών θα πρέπει να επωφελούνται από σαφές και ενιαίο σύνολο κανόνων, ενώ οι δημόσιες διοικήσεις θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε ηλεκτρονικά έγγραφα με συγκεκριμένο μορφότυπο.

(8)

Αρκετά κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει και χρησιμοποιούν μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που είναι αποδεκτά από τους παρόχους υπηρεσιών στην Ένωση. Επιπλέον, έχουν πραγματοποιηθεί επενδύσεις τόσο σε εθνικές όσο και σε διασυνοριακές λύσεις βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, συμπεριλαμβανομένης της διαλειτουργικότητας των κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό. Προκειμένου να διασφαλιστούν η συμπληρωματικότητα και η ταχεία υιοθέτηση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας από τους σημερινούς χρήστες κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις στους υφιστάμενους παρόχους υπηρεσιών, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας αναμένεται να επωφεληθούν αξιοποιώντας την κτηθείσα εμπειρία από τα υφιστάμενα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και από την υποδομή των κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που έχουν αναπτυχθεί σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο.

(9)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) και, κατά περίπτωση, η οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) εφαρμόζονται σε όλες τις δραστηριότητες επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014. Οι λύσεις βάσει του πλαισίου διαλειτουργικότητας που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό συμμορφώνονται επίσης με τους εν λόγω κανόνες. Η ενωσιακή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προβλέπει αρχές για την προστασία τους, όπως η αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και η αρχή του περιορισμού του σκοπού, καθώς και υποχρεώσεις, όπως η προστασία των δεδομένων ήδη από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού.

(10)

Για τη στήριξη της ανταγωνιστικότητας των ενωσιακών επιχειρήσεων, οι πάροχοι υπηρεσιών, τόσο επιγραμμικών όσο μη επιγραμμικών, θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε λύσεις ψηφιακής ταυτότητας που αναγνωρίζονται σε ολόκληρη την Ένωση, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο παρέχονται οι λύσεις αυτές, και με τον τρόπο αυτόν να επωφελούνται από μια εναρμονισμένη ενωσιακή προσέγγιση όσον αφορά την εμπιστοσύνη, την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα. Τόσο οι χρήστες όσο και οι πάροχοι υπηρεσιών θα πρέπει να μπορούν να επωφελούνται από την ίδια νομική αξία που παρέχεται στις ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών σε ολόκληρη την Ένωση. Ένα εναρμονισμένο πλαίσιο ψηφιακής ταυτότητας αποσκοπεί στο να δημιουργήσει οικονομική αξία με τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες και τη σημαντική μείωση του λειτουργικού κόστους που συνδέεται με τις διαδικασίες ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και επαλήθευσης ταυτότητας, για παράδειγμα κατά την ένταξη νέων πελατών, μειώνοντας τη δυνατότητα για κυβερνοεγκλήματα, όπως η κλοπή ταυτότητας, η κλοπή δεδομένων και η διαδικτυακή απάτη, προάγοντας έτσι τη βελτίωση της αποδοτικότητας και τον ασφαλή ψηφιακό μετασχηματισμό των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) της Ένωσης.

(11)

Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να διευκολύνουν την εφαρμογή της αρχής «μόνον άπαξ», μειώνοντας έτσι τον διοικητικό φόρτο και υποστηρίζοντας τη διασυνοριακή κινητικότητα των πολιτών και των κατοίκων της Ένωσης και των επιχειρήσεων σε ολόκληρη την Ένωση, και προωθώντας την ανάπτυξη διαλειτουργικών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης σε ολόκληρη την Ένωση.

(12)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679, ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και η οδηγία 2002/58/ΕΚ διέπουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίσει ειδικές εγγυήσεις ώστε να μην επιτρέπεται στους παρόχους μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών να συνδυάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνουν όταν παρέχουν άλλες υπηρεσίες με τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που επεξεργάζονται προκειμένου να παράσχουν τις υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την παροχή ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να φυλάσσονται σε λογικά διαχωρισμένο χώρο από τα υπόλοιπα δεδομένα που τηρούνται από τον πάροχο του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας να εφαρμόζουν πρόσθετα τεχνικά μέτρα που συμβάλλουν στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ο φυσικός διαχωρισμός των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την παροχή ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας από οποιαδήποτε άλλα δεδομένα τηρούνται από τον πάροχο. Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ο παρών κανονισμός προσδιορίζει περαιτέρω την εφαρμογή των αρχών του περιορισμού του σκοπού, της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και της προστασίας των δεδομένων από τον σχεδιασμό και εξ ορισμού.

(13)

Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να διαθέτουν λειτουργία με κοινό πίνακα εργαλείων ενσωματωμένου στον σχεδιασμό, προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλότερος βαθμός διαφάνειας, προστασίας της ιδιωτικής ζωής και ελέγχου από τους χρήστες των οικείων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η εν λόγω λειτουργία θα πρέπει να παρέχει μια εύκολη και φιλική προς τον χρήστη διεπαφή με επισκόπηση όλων των βασιζόμενων μερών στα οποία ο χρήστης κοινοποιεί δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων χαρακτηριστικών, καθώς και του είδους των δεδομένων έχουν κοινοποιηθεί σε κάθε βασιζόμενο μέρος. Η λειτουργία αυτή θα πρέπει να επιτρέπει στους χρήστες να παρακολουθούν όλες τις συναλλαγές που εκτελούνται μέσω του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, παρέχοντας τουλάχιστον τα ακόλουθα δεδομένα: ώρα και ημερομηνία της συναλλαγής, ταυτότητα αντισυμβαλλομένου, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που ζητήθηκαν και δεδομένα που κοινοποιήθηκαν. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να αποθηκεύονται ακόμη και αν η συναλλαγή δεν ολοκληρώθηκε. Δεν θα πρέπει να είναι δυνατή η άρνηση της γνησιότητας των πληροφοριών που περιέχονται στο ιστορικό συναλλαγών. Η λειτουργία αυτή θα πρέπει να είναι ενεργή εξ ορισμού. Θα πρέπει να επιτρέπει στους χρήστες να ζητούν εύκολα την άμεση διαγραφή από βασιζόμενο μέρος δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και να καταγγέλλουν εύκολα το βασιζόμενο μέρος στην αρμόδια εθνική αρχή προστασίας δεδομένων όταν λαμβάνεται αίτημα για δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που εικάζεται ότι είναι παράνομο ή ύποπτο, απευθείας μέσω του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας.

(14)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενσωματώσουν στο ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας διάφορες τεχνολογίες για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, όπως η απόδειξη μηδενικής γνώσης. Οι εν λόγω κρυπτογραφικές μέθοδοι θα πρέπει να επιτρέπουν στο βασιζόμενο μέρος να επικυρώνει αν μια συγκεκριμένη δήλωση που βασίζεται στα δεδομένα ταυτοποίησης και στη βεβαίωση χαρακτηριστικών του προσώπου είναι αληθής, χωρίς να αποκαλύπτει δεδομένα στα οποία βασίζεται η εν λόγω δήλωση, διαφυλάσσοντας έτσι την ιδιωτική ζωή του χρήστη.

(15)

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους εναρμονισμένους όρους για τη θέσπιση πλαισίου για τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που θα παρέχονται από τα κράτη μέλη. Όλοι οι πολίτες και οι κάτοικοι της Ένωσης όπως ορίζονται από το εθνικό δίκαιο, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, σε ένα πλαίσιο ασφάλειας, να ζητούν, να επιλέγουν, να συνδυάζουν, να αποθηκεύουν, να διαγράφουν, να διαμοιράζονται και να προσκομίζουν δεδομένα που σχετίζονται με την ταυτότητά τους και να ζητούν τη διαγραφή των οικείων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με φιλικό προς τον χρήστη και εύχρηστο τρόπο, υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του χρήστη, επιτρέποντας παράλληλα την επιλεκτική γνωστοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο παρών κανονισμός αντικατοπτρίζει τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες και σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, τις νομικές εγγυήσεις και την ευθύνη, προστατεύοντας έτσι τις δημοκρατικές κοινωνίες και τους πολίτες και τους κατοίκους της Ένωσης. Οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη των στόχων αυτών θα πρέπει να αναπτυχθούν με στόχο το υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας, ιδιωτικότητας, εξυπηρετικότητας, προσβασιμότητας, ευρείας χρηστικότητας και απρόσκοπτης διαλειτουργικότητας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ίση πρόσβαση στην ηλεκτρονική ταυτοποίηση για όλους τους πολίτες και τους κατοίκους τους. Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει, άμεσα ή έμμεσα, να περιορίζουν την πρόσβαση σε δημόσιες ή ιδιωτικές υπηρεσίες για φυσικά ή νομικά πρόσωπα που επιλέγουν να μην χρησιμοποιούν ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και θα πρέπει να διαθέτουν κατάλληλες εναλλακτικές λύσεις.

(16)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να βασίζονται στις δυνατότητες που προσφέρει ο παρών κανονισμός για την παροχή, υπό την ευθύνη τους, ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας προς χρήση από τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που διαμένουν στο έδαφός τους. Για να προσφέρει ευελιξία στα κράτη μέλη και να αξιοποιήσει την προηγμένη τεχνολογία, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθιστά δυνατή την παροχή ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας απευθείας από ένα κράτος μέλος, κατόπιν εντολής κράτους μέλους, ή ανεξαρτήτως κράτους μέλους, αλλά αναγνωριζόμενων από το συγκεκριμένο κράτος μέλος.

(17)

Για τους σκοπούς της καταχώρισης, τα βασιζόμενα μέρη θα πρέπει να παρέχουν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και επαλήθευση της ταυτότητάς τους στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας. Κατά τη δήλωση της προβλεπόμενης χρήσης του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, τα βασιζόμενα μέρη θα πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα δεδομένα που θα ζητήσουν, εάν υπάρχουν, προκειμένου να παράσχουν τις υπηρεσίες τους και τον λόγο του αιτήματος. Η καταχώριση των βασιζόμενων μερών διευκολύνει την επαλήθευση από τα κράτη μέλη σχετικά με το σύννομο των δραστηριοτήτων των βασιζόμενων μερών σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο. Η υποχρέωση καταχώρισης που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις που ορίζονται σε άλλη ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία, όπως οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στα υποκείμενα των δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679. Τα βασιζόμενα μέρη θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις εγγυήσεις που παρέχονται από τα άρθρα 35 και 36 του εν λόγω κανονισμού, ιδίως με τη διενέργεια εκτιμήσεων αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων και με τη διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές προστασίας των δεδομένων πριν από την επεξεργασία των δεδομένων, όταν οι εκτιμήσεις αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων δείχνουν ότι η επεξεργασία θα οδηγούσε σε υψηλό κίνδυνο. Οι εν λόγω εγγυήσεις θα πρέπει να υποστηρίζουν τη νόμιμη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από βασιζόμενα μέρη, ιδίως όσον αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων, όπως τα δεδομένα υγείας. Η καταχώριση των βασιζόμενων μερών αποσκοπεί στην ενίσχυση της διαφάνειας και της εμπιστοσύνης στη χρήση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας. Η καταχώριση θα πρέπει να είναι οικονομικά αποδοτική και αναλογική προς τους σχετικούς κινδύνους, προκειμένου να διασφαλίζεται η υιοθέτησή της από τους παρόχους υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, η καταχώριση θα πρέπει να προβλέπει τη χρήση αυτοματοποιημένων διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της στήριξης και της χρήσης υφιστάμενων μητρώων από τα κράτη μέλη, και δεν θα πρέπει να υπόκειται σε διαδικασία προέγκρισης. Η διαδικασία καταχώρισης θα πρέπει να επιτρέπει διάφορες περιπτώσεις χρήσης που μπορεί να διαφέρουν όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας, είτε εντός διαδικτύου είτε σε λειτουργία εκτός διαδικτύου, ή όσον αφορά την απαίτηση εξακρίβωσης της γνησιότητας συσκευών για τους σκοπούς της διασύνδεσης με το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας. Η καταχώριση θα πρέπει να ισχύει αποκλειστικά για τα βασιζόμενα μέρη που παρέχουν υπηρεσίες μέσω ψηφιακής αλληλεπίδρασης.

(18)

Η προστασία των πολιτών και των κατοίκων της Ένωσης από τη μη εξουσιοδοτημένη ή δόλια χρήση ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας είναι υψίστης σημασίας για τη διασφάλιση της εμπιστοσύνης στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και για την ευρεία χρησιμοποίηση τους. Θα πρέπει να παρέχεται στους χρήστες αποτελεσματική προστασία από τέτοιου είδους κατάχρηση. Ειδικότερα, όταν διαπιστώνονται από εθνική δικαστική αρχή, στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν δόλια ή άλλως παράνομη χρήση ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, οι εποπτικοί φορείς που είναι υπεύθυνοι για τους εκδότες ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει, κατόπιν λήψης σχετικής κοινοποίησης, να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι η καταχώριση του βασιζόμενου μέρους και η συμμετοχή βασιζόμενων μερών στον μηχανισμό επαλήθευσης ταυτότητας ανακαλούνται ή αποσύρονται έως ότου η κοινοποιούσα αρχή επιβεβαιώσει ότι οι παρατυπίες που εντοπίστηκαν έχουν αποκατασταθεί.

(19)

Όλα τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να δίνουν στους χρήστες τη δυνατότητα ηλεκτρονικής ταυτοποίησής τους και επαλήθευσης ταυτότητας τόσο εντός διαδικτύου όσο και σε λειτουργία εκτός διαδικτύου σε διασυνοριακό επίπεδο για την πρόσβαση σε ευρύ φάσμα δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών. Με την επιφύλαξη των προνομίων των κρατών μελών όσον αφορά την ταυτοποίηση των πολιτών και των κατοίκων τους, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας μπορούν επίσης να εξυπηρετούν τις θεσμικές ανάγκες των δημόσιων διοικήσεων, των διεθνών οργανισμών και των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης. Η επαλήθευση ταυτότητας σε λειτουργία εκτός διαδικτύου αναμένεται να είναι σημαντική σε πολλούς τομείς, μεταξύ άλλων και στον τομέα της υγείας, όπου οι υπηρεσίες παρέχονται συχνά μέσω διά ζώσης αλληλεπίδρασης και οι ηλεκτρονικές συνταγές θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε κωδικούς QR ή παρόμοιες τεχνολογίες για την επαλήθευση της γνησιότητας. Με βάση το υψηλό επίπεδο διασφάλισης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να επωφελούνται από τις δυνατότητες τις οποίες προσφέρουν απαραβίαστες λύσεις, όπως ασφαλή στοιχεία, για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ασφάλειας δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει επίσης να επιτρέπουν στους χρήστες να δημιουργούν και να χρησιμοποιούν εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές και σφραγίδες που θα γίνονται αποδεκτές σε ολόκληρη την Ένωση. Τα φυσικά πρόσωπα, όταν αποκτούν ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας, θα πρέπει να μπορούν να το χρησιμοποιούν για να υπογράφουν με εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, εξ ορισμού και δωρεάν, χωρίς να χρειάζεται να υποβάλλονται σε πρόσθετες διοικητικές διαδικασίες. Οι χρήστες θα πρέπει να μπορούν να υπογράφουν ή να σφραγίζουν αυτοδηλωτικούς ισχυρισμούς ή χαρακτηριστικά. Προκειμένου να επιτευχθούν οφέλη από την απλούστευση και τη μείωση του κόστους για τα άτομα και τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ένωση, μεταξύ άλλων με την παροχή της δυνατότητας ανάθεσης εξουσίας εκπροσώπησης και ηλεκτρονικών εντολών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που βασίζονται σε κοινά πρότυπα και τεχνικές προδιαγραφές για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης διαλειτουργικότητας και την επαρκή αύξηση της ασφάλειας ΤΠ, την ενίσχυση της ανθεκτικότητας έναντι κυβερνοεπιθέσεων και, συνακόλουθα, τη σημαντική μείωση των δυνητικών κινδύνων της προϊούσας ψηφιοποίησης για τους πολίτες και τους κατοίκους της Ένωσης και τις επιχειρήσεις. Μόνον οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών μπορούν να παρέχουν υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης όσον αφορά την εξακρίβωση της ταυτότητας ενός προσώπου και, συνεπώς, να παρέχουν διασφάλιση ότι το πρόσωπο που επικαλείται ή δηλώνει συγκεκριμένη ταυτότητα είναι πράγματι το πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι είναι. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η παροχή ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας να βασίζεται στη νόμιμη ταυτότητα των πολιτών της Ένωσης, των κατοίκων της ή των νομικών προσώπων. Η εξάρτηση από τη νόμιμη ταυτότητα δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους χρήστες των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες με ψευδώνυμο, όταν δεν απαιτείται εκ νόμου να χρησιμοποιείται η νόμιμη ταυτότητα για την επαλήθευση ταυτότητας. Η εμπιστοσύνη στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας αναμένεται να ενισχυθεί εάν τα εκδίδοντα και διαχειριζόμενα μέρη απαιτείται να εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίζουν το υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας που είναι ανάλογο προς τους κινδύνους που προκύπτουν για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679.

(20)

Η χρήση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής θα πρέπει να είναι δωρεάν για όλα τα φυσικά πρόσωπα για μη επαγγελματικούς σκοπούς. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν μέτρα για την πρόληψη της δωρεάν χρήσης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών για επαγγελματικούς σκοπούς από φυσικά πρόσωπα, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα εν λόγω μέτρα είναι αναλογικά προς τους εντοπισθέντες κινδύνους και αιτιολογημένα.

(21)

Είναι επωφελές να διευκολυνθεί η υιοθέτηση και η χρήση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας μέσω της απρόσκοπτης ενσωμάτωσής τους στο οικοσύστημα των δημόσιων και των ιδιωτικών ψηφιακών υπηρεσιών που εφαρμόζονται ήδη σε εθνικό, τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν νομικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να αυξηθεί η ευελιξία για τους παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και να καταστούν δυνατές πρόσθετες λειτουργίες των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας πέραν των όσων ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων μέσω ενισχυμένης διαλειτουργικότητας με υφιστάμενα εθνικά μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης. Οι εν λόγω πρόσθετες λειτουργίες δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποβαίνουν εις βάρος της παροχής βασικών λειτουργιών των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, οι οποίες προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ή να προωθούν υφιστάμενες εθνικές λύσεις έναντι των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας. Δεδομένου ότι υπερβαίνουν τον παρόντα κανονισμό, αυτές οι πρόσθετες λειτουργίες δεν επωφελούνται από τις περιλαμβανόμενες στον παρόντα κανονισμό διατάξεις σχετικά με τη διασυνοριακή προσφυγή στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας.

(22)

Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να περιλαμβάνουν λειτουργία για τη δημιουργία ψευδωνύμων που επιλέγουν και διαχειρίζονται οι χρήστες, για την επαλήθευση ταυτότητας κατά την πρόσβαση σε επιγραμμικές υπηρεσίες.

(23)

Προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο ασφάλειας και αξιοπιστίας, ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις απαιτήσεις για τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας. Η συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας με τις εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να πιστοποιείται από διαπιστευμένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ορίζονται από τα κράτη μέλη.

(24)

Προκειμένου να αποφευχθούν αποκλίνουσες προσεγγίσεις και να εναρμονιστεί η εφαρμογή των απαιτήσεων που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή θα πρέπει, για τον σκοπό της πιστοποίησης των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, να εκδώσει εκτελεστικές πράξεις για την κατάρτιση καταλόγου προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, για τον καθορισμό προδιαγραφών και διαδικασιών με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων. Στον βαθμό που η πιστοποίηση της συμμόρφωσης των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας με τις σχετικές απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας δεν καλύπτεται από υφιστάμενα συστήματα πιστοποίησης της κυβερνοασφάλειας που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό, και όσον αφορά τις απαιτήσεις που δεν αφορούν την κυβερνοασφάλεια και σχετίζονται με τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν εθνικά συστήματα πιστοποίησης σύμφωνα με τις εναρμονισμένες απαιτήσεις που ορίζονται και εγκρίνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαβιβάζουν τα οικεία σχέδια εθνικών συστημάτων πιστοποίησης στην ευρωπαϊκή ομάδα συνεργασίας για την ψηφιακή ταυτότητα, η οποία θα πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδει γνώμες και συστάσεις.

(25)

Η πιστοποίηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει, κατά περίπτωση, να βασίζεται στα συναφή ευρωπαϊκά συστήματα πιστοποίησης της κυβερνοασφάλειας που έχουν θεσπισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), ο οποίος θεσπίζει ένα προαιρετικού χαρακτήρα ευρωπαϊκό πλαίσιο πιστοποίησης της κυβερνοασφάλειας για προϊόντα, διαδικασίες και υπηρεσίες ΤΠΕ.

(26)

Προκειμένου να αξιολογούνται και να μετριάζονται συνεχώς οι κίνδυνοι που συνδέονται με την ασφάλεια, τα πιστοποιημένα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να υπόκεινται σε τακτικές αξιολογήσεις τρωτότητας με στόχο τον εντοπισμό τυχόν τρωτότητας των πιστοποιημένων συνιστωσών του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας που σχετίζονται με προϊόντα, διαδικασίες και υπηρεσίες.

(27)

Με την προστασία των χρηστών και των εταιριών από κινδύνους για την κυβερνοασφάλεια, οι ουσιώδεις απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό συμβάλλουν επίσης στην ενίσχυση της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής των ατόμων. Θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο ανάπτυξης συνεργειών, τόσο όσον αφορά την τυποποίηση όσο και την πιστοποίηση σε πτυχές κυβερνοασφάλειας μέσω της συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής, των ευρωπαϊκών οργανισμών τυποποίησης, του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA), του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και των εθνικών εποπτικών αρχών προστασίας δεδομένων.

(28)

Η ένταξη πολιτών και κατοίκων της Ένωσης στο ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να διευκολυνθεί με την προσφυγή σε μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εκδίδονται με υψηλό επίπεδο διασφάλισης. Θα πρέπει να γίνεται προσφυγή στα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εκδίδονται με βασικό επίπεδο διασφάλισης μόνο όταν οι εναρμονισμένες τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες με τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εκδίδονται με βασικό επίπεδο διασφάλισης σε συνδυασμό με συμπληρωματικά μέσα εξακρίβωσης της ταυτότητας επιτρέπουν την εκπλήρωση των απαιτήσεων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό όσον αφορά το υψηλό επίπεδο διασφάλισης. Τα εν λόγω συμπληρωματικά μέσα θα πρέπει να είναι αξιόπιστα και φιλικά προς τον χρήστη και θα μπορούν να βασίζονται στη δυνατότητα χρήσης διαδικασιών εξ αποστάσεως ένταξης, εγκεκριμένων πιστοποιητικών υποστηριζόμενων από εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, εγκεκριμένης ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών ή συνδυασμού τους. Προκειμένου να εξασφαλιστεί επαρκής υιοθέτηση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, θα πρέπει να καθοριστούν με εκτελεστικές πράξεις εναρμονισμένες τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες για την ένταξη των χρηστών με τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, συμπεριλαμβανομένων όσων εκδίδονται με βασικό επίπεδο διασφάλισης.

(29)

Στόχος του παρόντος κανονισμού είναι να παράσχει στον χρήστη ένα πλήρως κινητό, ασφαλές και εύχρηστο ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας. Ως μεταβατικό μέτρο έως ότου καταστούν διαθέσιμες πιστοποιημένες λύσεις που δεν μπορούν να παραβιαστούν, όπως ασφαλή στοιχεία εντός των συσκευών των χρηστών, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε πιστοποιημένα εξωτερικά ασφαλή στοιχεία για την προστασία του κρυπτογραφικού υλικού και άλλων ευαίσθητων δεδομένων ή σε κοινοποιημένα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης με υψηλό επίπεδο διασφάλισης, προκειμένου να αποδεικνύεται η συμμόρφωση με τις σχετικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού όσον αφορά το επίπεδο διασφάλισης του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τους εθνικούς όρους για την έκδοση και τη χρήση πιστοποιημένου εξωτερικού ασφαλούς στοιχείου όταν το μεταβατικό μέτρο εξαρτάται από αυτό.

(30)

Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να διασφαλίζουν το υψηλότερο επίπεδο προστασίας δεδομένων και ασφάλειας προκειμένου η ηλεκτρονική ταυτοποίηση και η επαλήθευση ταυτότητας να διευκολύνουν την πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες ανεξάρτητα από το αν τα εν λόγω δεδομένα είναι αποθηκευμένα σε τοπικό επίπεδο ή σε λύσεις που βασίζονται στο υπολογιστικό νέφος, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των διαφορετικών επιπέδων κινδύνου.

(31)

Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να είναι ασφαλή εκ σχεδιασμού και να εφαρμόζουν προηγμένα χαρακτηριστικά ασφάλειας για την προστασία από την κλοπή ταυτότητας και άλλων δεδομένων, την άρνηση υπηρεσίας και κάθε άλλη κυβερνοαπειλή. Η ασφάλεια αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει προηγμένες μεθόδους κρυπτογράφησης και αποθήκευσης που είναι προσβάσιμες και μπορούν να αποκρυπτογραφηθούν μόνον από τον χρήστη και βασίζονται σε διατερματικά κρυπτογραφημένη επικοινωνία με άλλα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και βασιζόμενα μέρη. Επιπλέον, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να απαιτούν ασφαλή, ρητή και ενεργό επιβεβαίωση των χρηστών για τις λειτουργίες που εκτελούνται μέσω ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας.

(32)

Η δωρεάν χρήση ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την επεξεργασία δεδομένων πέραν του αναγκαίου για την παροχή υπηρεσιών ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να επιτρέπει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είναι αποθηκευμένα ή προκύπτουν από τη χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας από τον πάροχο του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας για σκοπούς διαφορετικούς από την παροχή υπηρεσιών ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Για τη διασφάλιση της προστασίας της ιδιωτικής ζωής, οι πάροχοι ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να διασφαλίζουν τη μη παρατηρησιμότητα με το να μην συλλέγουν δεδομένα και να μην έχουν γνώση των συναλλαγών των χρηστών του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Η μη παρατηρησιμότητα αυτή σημαίνει ότι οι πάροχοι δεν θα πρέπει να μπορούν να βλέπουν τις λεπτομέρειες των συναλλαγών που πραγματοποιούνται από τον χρήστη. Ωστόσο, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και με βάση την προηγούμενη ρητή συγκατάθεση του χρήστη σε καθεμία από τις εν λόγω συγκεκριμένες περιπτώσεις, και σε πλήρη συμφωνία με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679, θα μπορούσε να χορηγείται στους παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας πρόσβαση στις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την παροχή συγκεκριμένης υπηρεσίας που σχετίζεται με τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας.

(33)

Η διαφάνεια των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και η λογοδοσία των παρόχων τους αποτελούν βασικά στοιχεία για τη δημιουργία κοινωνικής εμπιστοσύνης και την ενεργοποίηση της αποδοχής του πλαισίου. Η λειτουργία των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει συνεπώς να είναι διαφανής και, ιδίως, να επιτρέπει την επαληθεύσιμη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για να επιτευχθεί αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να γνωστοποιούν τον πηγαίο κώδικα των συστατικών στοιχείων λογισμικού χρήστη των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένων όσων σχετίζονται με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και δεδομένων νομικών προσώπων. Η δημοσίευση του εν λόγω πηγαίου κώδικα στο πλαίσιο άδειας ανοικτού κώδικα θα πρέπει να επιτρέπει στην κοινωνία, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών και των προγραμματιστών, να κατανοεί τη λειτουργία του, να ελέγχει και να επανεξετάζει τον κώδικα. Αυτό θα αυξήσει την εμπιστοσύνη των χρηστών στο οικοσύστημα και θα συμβάλει στην ασφάλεια των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, επιτρέποντας σε οποιονδήποτε να αναφέρει τρωτά σημεία και σφάλματα του κώδικα. Συνολικά, αυτό θα πρέπει να παρέχει στους προμηθευτές κίνητρο να παραδίδουν και να διατηρούν ένα εξαιρετικά ασφαλές προϊόν. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις η γνωστοποίηση του πηγαίου κώδικα για τις χρησιμοποιούμενες βιβλιοθήκες, τον δίαυλο επικοινωνίας ή άλλα στοιχεία που δεν φιλοξενούνται στη συσκευή του χρήστη είναι δυνατόν να περιορίζεται από τα κράτη μέλη, για δεόντως αιτιολογημένους λόγους, ιδίως για λόγους δημόσιας ασφάλειας.

(34)

Η χρήση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, καθώς και η διακοπή της χρήσης τους, θα πρέπει να αποτελούν το αποκλειστικό δικαίωμα και επιλογή των χρηστών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναπτύξουν απλές και ασφαλείς διαδικασίες με τις οποίες οι χρήστες να ζητούν άμεση ανάκληση της ισχύος των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, μεταξύ άλλων σε περίπτωση απώλειας ή κλοπής. Θα πρέπει επίσης να θεσπιστεί ένας μηχανισμός ώστε, σε περίπτωση θανάτου του χρήστη ή παύσης της δραστηριότητας νομικού προσώπου, η αρχή που είναι υπεύθυνη για την εκκαθάριση της κληρονομίας του φυσικού προσώπου ή των περιουσιακών στοιχείων του νομικού προσώπου να μπορεί να ζητήσει την άμεση ανάκληση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας.

(35)

Προκειμένου να προωθηθεί η υιοθέτηση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και η ευρύτερη χρήση των ψηφιακών ταυτοτήτων, τα κράτη μέλη θα πρέπει όχι μόνο να προωθούν τα οφέλη των σχετικών υπηρεσιών, αλλά και θα πρέπει, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, τους ερευνητές και την ακαδημαϊκή κοινότητα, να αναπτύξουν προγράμματα κατάρτισης με στόχο την ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων των πολιτών και των κατοίκων τους, ιδίως για τις ευάλωτες ομάδες, όπως τα άτομα με αναπηρία και οι ηλικιωμένοι. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενημερώνουν επίσης το κοινό σχετικά με τα οφέλη και τους κινδύνους του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας μέσω επικοινωνιακών εκστρατειών.

(36)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ψηφιακή ταυτότητα είναι, αφενός, ανοικτό στην καινοτομία και την τεχνολογική ανάπτυξη και, αφετέρου, διαχρονικά βιώσιμο, τα κράτη μέλη παροτρύνονται, από κοινού, να δημιουργήσουν δοκιμαστήρια για τη δοκιμή καινοτόμων λύσεων σε ελεγχόμενο και ασφαλές περιβάλλον, ειδικότερα για τη βελτίωση της λειτουργικότητας, της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της ασφάλειας και της διαλειτουργικότητας των λύσεων, καθώς και για τη συγκέντρωση πληροφοριών που θα μπορούν να ληφθούν υπόψη στις μελλοντικές επικαιροποιήσεις των τεχνικών αναφορών και των νομικών απαιτήσεων. Το περιβάλλον αυτό θα πρέπει να προωθεί τη συμμετοχή των ΜΜΕ, των νεοφυών επιχειρήσεων και των μεμονωμένων φορέων καινοτομίας και ερευνητών, καθώς και των σχετικών συμφεροντούχων του κλάδου. Οι πρωτοβουλίες αυτές θα πρέπει να συμβάλλουν στην κανονιστική συμμόρφωση και την τεχνική ευρωστία των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας που θα παρέχονται στους πολίτες και τους κατοίκους της Ένωσης, και να τις ενισχύουν, αποτρέποντας έτσι την ανάπτυξη λύσεων που δεν συμμορφώνονται με το δίκαιο της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων ή είναι ευάλωτες από άποψη ασφάλειας.

(37)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1157 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) προβλέπει την ενίσχυση της ασφάλειας των δελτίων ταυτότητας με ενισχυμένα χαρακτηριστικά ασφάλειας έως τον Αύγουστο του 2021. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν τη σκοπιμότητα της κοινοποίησής τους στο πλαίσιο συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης για την επέκταση της διασυνοριακής διαθεσιμότητας μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

(38)

Η διαδικασία κοινοποίησης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης θα πρέπει να απλουστευθεί και να επιταχυνθεί ώστε να προωθηθεί η πρόσβαση σε εξυπηρετικές, αξιόπιστες, ασφαλείς και καινοτόμες λύσεις επαλήθευσης ταυτότητας και ταυτοποίησης και, κατά περίπτωση, να παροτρυνθούν οι ιδιωτικοί πάροχοι ταυτότητας να προσφέρουν συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στις αρχές των κρατών μελών για κοινοποίηση ως εθνικά συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014.

(39)

Ο εξορθολογισμός των υφιστάμενων διαδικασιών κοινοποίησης και αξιολόγησης από ομοτίμους θα αποτρέψει ανομοιογενείς προσεγγίσεις όσον αφορά την αξιολόγηση των διαφόρων κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και θα διευκολύνει την οικοδόμηση εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών. Νέοι, απλουστευμένοι μηχανισμοί έχουν σκοπό να ενισχύσουν τη συνεργασία των κρατών μελών για την ασφάλεια και τη διαλειτουργικότητα των κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

(40)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να επωφελούνται από νέα, ευέλικτα εργαλεία για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και των συναφών εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επιτρέπει στα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν εκθέσεις και αξιολογήσεις που διενεργούνται από διαπιστευμένους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης, όπως προβλέπεται στο πλαίσιο των συστημάτων πιστοποίησης που θα θεσπιστούν σε επίπεδο Ένωσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/881, για την υποστήριξη των ισχυρισμών τους σχετικά με την εναρμόνιση των συστημάτων, ή μερών τους με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014.

(41)

Οι πάροχοι δημοσίων υπηρεσιών χρησιμοποιούν τα δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου που είναι διαθέσιμα στα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 προκειμένου να αντιστοιχίζουν την ηλεκτρονική ταυτότητα των χρηστών από άλλα κράτη μέλη με τα δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου που παρέχονται στους εν λόγω χρήστες στο κράτος μέλος που πραγματοποιεί τη διασυνοριακή διαδικασία αντιστοίχισης της ταυτότητας. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, παρά τη χρήση του ελάχιστου συνόλου δεδομένων που παρέχεται στο πλαίσιο των κοινοποιημένων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, η διασφάλιση της ακριβούς αντιστοίχισης ταυτότητας όταν τα κράτη μέλη ενεργούν ως βασιζόμενα μέρη απαιτεί πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τον χρήστη και ειδικές συμπληρωματικές διαδικασίες μοναδικής ταυτοποίησης που πρέπει να εκτελούνται σε εθνικό επίπεδο. Για την περαιτέρω στήριξη της χρηστικότητας των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, την παροχή καλύτερων επιγραμμικών δημόσιων υπηρεσιών και την αύξηση της ασφάλειας δικαίου σε σχέση με την ηλεκτρονική ταυτότητα των χρηστών, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 θα πρέπει να απαιτεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν ειδικά επιγραμμικά μέτρα για να διασφαλίζουν την αδιαμφισβήτητη αντιστοίχιση ταυτότητας όταν οι χρήστες προτίθενται να έχουν επιγραμμική πρόσβαση σε διασυνοριακές δημόσιες υπηρεσίες.

(42)

Κατά την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες των χρηστών. Θα πρέπει να διατίθενται ουσιαστικές περιπτώσεις χρήσης και επιγραμμικές υπηρεσίες που βασίζονται σε ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας. Για μεγαλύτερη ευκολία των χρηστών και προκειμένου να διασφαλιστεί η διασυνοριακή διαθεσιμότητα των εν λόγω υπηρεσιών, είναι σημαντικό να αναληφθούν δράσεις προκειμένου να διευκολυνθεί μια παρόμοια προσέγγιση όσον αφορά τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και την εφαρμογή επιγραμμικών υπηρεσιών σε όλα τα κράτη μέλη. Οι μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο σχεδιασμού, ανάπτυξης και εφαρμογής επιγραμμικών υπηρεσιών που βασίζονται σε ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας έχουν τη δυνατότητα να καταστούν χρήσιμο εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να καταρτιστούν λαμβανομένου υπόψη του πλαισίου διαλειτουργικότητας της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν ηγετικό ρόλο όσον αφορά την έγκριση των λόγω κατευθυντήριων γραμμών.

(43)

Σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), τα άτομα με αναπηρία θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας, τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης και τα προϊόντα τελικού χρήστη που χρησιμοποιούνται κατά την παροχή των υπηρεσιών αυτών σε ίση βάση με τους άλλους χρήστες.

(44)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική επιβολή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα ελάχιστο όριο για τα μέγιστα διοικητικά πρόστιμα τόσο για τους εγκεκριμένους όσο και για τους μη εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις. Κατά τον καθορισμό των κυρώσεων, θα πρέπει να λαμβάνονται δεόντως υπόψη το μέγεθος των επηρεαζόμενων οντοτήτων, τα επιχειρηματικά τους μοντέλα και η σοβαρότητα των παραβάσεων.

(45)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις για παραβάσεις όπως οι άμεσες ή έμμεσες πρακτικές που οδηγούν σε σύγχυση μεταξύ μη εγκεκριμένων και εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης ή σε καταχρηστική χρήση του σήματος εμπιστοσύνης της ΕΕ από μη εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης. Το σήμα εμπιστοσύνης της ΕΕ δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται υπό συνθήκες οι οποίες, άμεσα ή έμμεσα, αφήνουν να συναχθεί ότι μη εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που προσφέρονται από τους εν λόγω παρόχους είναι εγκεκριμένες.

(46)

Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να καλύπτει θέματα που αφορούν τη σύναψη και την ισχύ συμβάσεων ή άλλων νομικών υποχρεώσεων, εφόσον υφίστανται απαιτήσεις ως προς τον τύπο, απορρέουσες από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο. Επίσης, δεν θα πρέπει να επηρεάζει τις εθνικές απαιτήσεις περί τύπου που αφορούν τα δημόσια μητρώα, ιδιαίτερα τα εμπορικά μητρώα και τα κτηματολόγια.

(47)

Η παροχή και η χρήση υπηρεσιών εμπιστοσύνης και τα οφέλη που προκύπτουν από την άποψη της ευκολίας και της ασφάλειας δικαίου στο πλαίσιο των διασυνοριακών συναλλαγών, ιδίως όταν χρησιμοποιούνται εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία για το διεθνές εμπόριο και τη συνεργασία. Οι διεθνείς εταίροι της Ένωσης δημιουργούν πλαίσια εμπιστοσύνης εμπνευσμένα από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014. Προκειμένου να διευκολυνθεί η αναγνώριση των εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης και των παρόχων τους, η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες τα πλαίσια εμπιστοσύνης τρίτων χωρών θα μπορούσαν να θεωρούνται ισοδύναμα με το πλαίσιο εμπιστοσύνης για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης και τους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης στον παρόντα κανονισμό. Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να συμπληρώνει τη δυνατότητα αμοιβαίας αναγνώρισης των υπηρεσιών εμπιστοσύνης και των παρόχων τους που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση και σε τρίτες χώρες σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Κατά τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπό τις οποίες τα πλαίσια εμπιστοσύνης τρίτων χωρών θα μπορούν να θεωρηθούν ισοδύναμα με το πλαίσιο εμπιστοσύνης για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης και τους παρόχους τους στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, θα πρέπει επίσης να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13) και του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, καθώς και η χρήση καταλόγων εμπιστοσύνης ως βασικών στοιχείων για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης.

(48)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προωθεί τη δυνατότητα επιλογής και εναλλαγής ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας όταν ένα κράτος μέλος έχει εγκρίνει περισσότερα από ένα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας στην επικράτειά του. Προκειμένου να αποφεύγονται φαινόμενα εγκλωβισμού σε αυτές τις περιπτώσεις, όπου είναι τεχνικά εφικτό, οι πάροχοι ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να διασφαλίζουν την αποτελεσματική φορητότητα των δεδομένων κατόπιν αιτήματος των χρηστών του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, και δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να χρησιμοποιούν συμβατικούς, οικονομικούς ή τεχνικούς φραγμούς για να αποτρέπουν ή να αποθαρρύνουν την αποτελεσματική εναλλαγή μεταξύ διαφορετικών ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας.

(49)

Για να διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, οι πάροχοι ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας χρειάζονται αποτελεσματική διαλειτουργικότητα και δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους για την πρόσβαση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας σε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά υλικού και λογισμικού των κινητών συσκευών. Τα εν λόγω συστατικά στοιχεία θα μπορούν να περιλαμβάνουν, ιδίως, κεραίες επικοινωνίας κοντινού πεδίου και ασφαλή στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των καθολικών καρτών ολοκληρωμένου κυκλώματος, των ενσωματωμένων ασφαλών στοιχείων, των καρτών microSD και της τεχνολογίας Bluetooth χαμηλής ενέργειας. Η πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία θα μπορούσε να είναι υπό τον έλεγχο των φορέων εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας και των κατασκευαστών εξοπλισμού. Ως εκ τούτου, όταν απαιτείται για την παροχή των υπηρεσιών των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, οι κατασκευαστές πρωτότυπου εξοπλισμού κινητών συσκευών ή οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν θα πρέπει να αρνούνται την πρόσβαση στα εν λόγω συστατικά στοιχεία. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις που ορίζονται ως πυλωροί για βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας, όπως απαριθμούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/1925 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), θα πρέπει να εξακολουθήσουν να υπόκεινται στις ειδικές διατάξεις του εν λόγω κανονισμού, με βάση το άρθρο 6 παράγραφος 7 αυτού.

(50)

Για τον εξορθολογισμό των υποχρεώσεων κυβερνοασφάλειας που επιβάλλονται στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης, καθώς και για να δοθεί η δυνατότητα στους εν λόγω παρόχους και στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές τους να επωφεληθούν από το νομικό πλαίσιο που θεσπίζεται με την οδηγία (EΕ) 2022/2555, οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης οφείλουν να λαμβάνουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, όπως μέτρα για την αντιμετώπιση αστοχιών του συστήματος, ανθρώπινου σφάλματος, κακόβουλων ενεργειών ή φυσικών φαινομένων, προκειμένου να διαχειρίζονται τους κινδύνους για την ασφάλεια των δικτυακών και πληροφοριακών συστημάτων που χρησιμοποιούν οι εν λόγω πάροχοι κατά την παροχή των υπηρεσιών τους, καθώς και για την κοινοποίηση σημαντικών συμβάντων και κυβερνοαπειλών σύμφωνα με την οδηγία αυτή. Όσον αφορά την αναφορά συμβάντων, οι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης θα πρέπει να κοινοποιούν κάθε συμβάν που έχει σημαντικό αντίκτυπο στην παροχή των υπηρεσιών τους, συμπεριλαμβανομένων συμβάντων που προκαλούνται από κλοπή ή απώλεια συσκευών, βλάβη στα καλώδια δικτύου ή συμβάντων που ανακύπτουν στο πλαίσιο της ταυτοποίησης προσώπων. Οι απαιτήσεις διαχείρισης κινδύνων στον τομέα της κυβερνοασφάλειας και οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων δυνάμει της οδηγίας (EΕ) 2022/2555 θα πρέπει να θεωρούνται συμπληρωματικές προς τις απαιτήσεις που επιβάλλονται στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Όπου αρμόζει, οι καθιερωμένες εθνικές πρακτικές ή κατευθύνσεις σχετικά με την εφαρμογή των απαιτήσεων ασφάλειας και υποβολής εκθέσεων και την εποπτεία της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις αυτές δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 θα πρέπει να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται από τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται δυνάμει της οδηγίας (EΕ) 2022/2555. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την υποχρέωση κοινοποίησης παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

(51)

Θα πρέπει να δοθεί η δέουσα προσοχή στη διασφάλιση της αποτελεσματικής συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών φορέων που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 46β του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 και των αρμόδιων αρχών που ορίζονται ή συστήνονται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555. Όταν ο εν λόγω εποπτικός φορέας είναι διαφορετικός από την εν λόγω αρμόδια αρχή, αυτοί θα πρέπει να συνεργάζονται στενά και εγκαίρως ανταλλάσσοντας τις σχετικές πληροφορίες προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εποπτεία και συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014 και στην οδηγία (ΕΕ) 2022/2555. Ειδικότερα, οι δυνάμει του κανονισμού (EΕ) αριθ. 910/2014 οριζόμενοι εποπτικοί φορείς θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ζητούν από τις αρμόδιες αρχές που ορίζονται ή συστήνονται δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 να παράσχουν τις σχετικές πληροφορίες που απαιτούνται για τη χορήγηση του καθεστώτος έγκρισης και για τις εποπτικές ενέργειες προκειμένου να επαληθευτεί η συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης με τις σχετικές απαιτήσεις στο πλαίσιο της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 ή να απαιτήσουν από αυτούς να άρουν τη μη συμμόρφωση.

(52)

Είναι σημαντικό να προβλεφθεί νομικό πλαίσιο που να διευκολύνει τη διασυνοριακή αναγνώριση μεταξύ των υφιστάμενων εθνικών νομικών συστημάτων σχετικά με την ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης. Με τον τρόπο αυτό μπορούν επίσης να δημιουργηθούν νέες εμπορικές ευκαιρίες για την προσφορά νέων, ενωσιακής εμβέλειας ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης από τους ενωσιακούς παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα για τα οποία χρησιμοποιείται εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης παραδίδονται στον σωστό παραλήπτη, οι εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπηρεσίες συστημένης παράδοσης θα πρέπει να διασφαλίζουν με πλήρη βεβαιότητα την ταυτοποίηση του παραλήπτη, ενώ θα αρκεί υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης όσον αφορά την ταυτοποίηση του αποστολέα. Οι πάροχοι εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης θα πρέπει να παροτρύνονται από τα κράτη μέλη να καταστήσουν τις υπηρεσίες τους διαλειτουργικές με εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπηρεσίες συστημένης παράδοσης που παρέχονται από άλλους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης, προκειμένου να διαβιβάζονται εύκολα τα ηλεκτρονικά καταχωρισμένα δεδομένα μεταξύ δύο ή περισσότερων εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης και να προωθούνται θεμιτές πρακτικές στην εσωτερική αγορά.

(53)

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι πολίτες και οι κάτοικοι της Ένωσης δεν μπορούν να ανταλλάσσουν διασυνοριακά ψηφιακές πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητά τους, όπως τη διεύθυνση, την ηλικία, τα επαγγελματικά προσόντα τους, την άδεια οδήγησης και άλλες άδειες και δεδομένα πληρωμών, με ασφάλεια και υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων.

(54)

Θα πρέπει να είναι δυνατή η έκδοση και ο χειρισμός αξιόπιστων ηλεκτρονικών χαρακτηριστικών και η συμβολή στη μείωση του διοικητικού φόρτου, καθώς και να παρέχεται στους πολίτες και τους κατοίκους της Ένωσης η δυνατότητα να τα χρησιμοποιούν στις ιδιωτικές και δημόσιες συναλλαγές τους. Οι πολίτες και οι κάτοικοι της Ένωσης θα πρέπει να είναι σε θέση, για παράδειγμα, να αποδεικνύουν ότι είναι κάτοχοι έγκυρης άδειας οδήγησης που έχει εκδοθεί από αρχή κράτους μέλους, την οποία μπορούν να εξακριβώσουν και στην οποία μπορούν να βασιστούν οι αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών, καθώς και να βασίζονται στα διαπιστευτήρια κοινωνικής ασφάλισής τους ή σε μελλοντικά ψηφιακά ταξιδιωτικά έγγραφα σε διασυνοριακό πλαίσιο.

(55)

Κάθε πάροχος υπηρεσιών που εκδίδει βεβαιωμένα χαρακτηριστικά σε ηλεκτρονική μορφή, όπως διπλώματα, άδειες, πιστοποιητικά γέννησης ή πληρεξούσια και εντολές εκπροσώπησης ή ενέργειας για λογαριασμό φυσικών ή νομικών προσώπων θα πρέπει να θεωρείται πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης για ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών. Δεν θα πρέπει να απορρίπτεται η νομική ισχύς ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών με την αιτιολογία ότι είναι σε ηλεκτρονική μορφή ή ότι δεν πληροί τις απαιτήσεις της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών. Θα πρέπει να θεσπιστούν γενικές απαιτήσεις για να εξασφαλιστεί ότι μια εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών έχει ισοδύναμη νομική ισχύ με τις βεβαιώσεις που εκδίδονται νόμιμα σε έντυπη μορφή. Ωστόσο, οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου που ορίζει πρόσθετες τομεακές απαιτήσεις ως προς τον τύπο με υποκείμενη νομική ισχύ και, ειδικότερα, τη διασυνοριακή αναγνώριση εγκεκριμένων ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών, κατά περίπτωση.

(56)

Η ευρεία διαθεσιμότητα και χρηστικότητα των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει να ενισχύσει την αποδοχή και την εμπιστοσύνη σε αυτά τόσο από ιδιώτες όσο και από ιδιωτικούς παρόχους υπηρεσιών. Συνεπώς, τα ιδιωτικά βασιζόμενα μέρη που παρέχουν υπηρεσίες για παράδειγμα στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας, των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της κοινωνικής ασφάλισης, της υγείας, του πόσιμου νερού, των ταχυδρομικών υπηρεσιών, των ψηφιακών υποδομών, των τηλεπικοινωνιών ή της εκπαίδευσης, θα πρέπει να αποδέχονται τη χρήση ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας για την παροχή υπηρεσιών όπου απαιτείται ισχυρή επαλήθευση ταυτότητας χρήστη για επιγραμμική ταυτοποίηση βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου ή βάσει συμβατικής υποχρέωσης. Κάθε αίτημα από το βασιζόμενο μέρος προς χρήστη ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτοποίησης για παροχή πληροφοριών θα πρέπει να είναι αναγκαίο και αναλογικό προς την προβλεπόμενη χρήση σε κάθε δεδομένη περίπτωση, θα πρέπει να συνάδει με την αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και θα πρέπει να διασφαλίζει τη διαφάνεια όσον αφορά τα δεδομένα που ανταλλάσσονται και τους σκοπούς για τους οποίους ανταλλάσσονται. Για να διευκολυνθεί η χρήση και η αποδοχή των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ευρέως αποδεκτά βιομηχανικά πρότυπα και προδιαγραφές κατά την ανάπτυξή τους.

(57)

Όταν οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες, κατά την έννοια του άρθρου 33 παράγραφος 1 του κανονισμού (EΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), απαιτούν να επαληθεύεται η ταυτότητα των χρηστών για να έχουν αυτοί πρόσβαση σε επιγραμμικές υπηρεσίες, οι πλατφόρμες αυτές θα πρέπει να υποχρεούνται να αποδέχονται τη χρήση ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας κατόπιν εθελοντικού αιτήματος του χρήστη. Οι χρήστες δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να χρησιμοποιούν ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας για την πρόσβαση σε ιδιωτικές υπηρεσίες και δεν θα πρέπει να περιορίζεται ή να παρεμποδίζεται η πρόσβασή τους σε υπηρεσίες με την αιτιολογία ότι δεν χρησιμοποιούν ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας. Ωστόσο, εάν οι χρήστες το επιθυμούν, οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες θα πρέπει να τα αποδέχονται για τον σκοπό αυτό, τηρώντας παράλληλα την αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων και το δικαίωμα των χρηστών να χρησιμοποιούν ελεύθερα επιλεγμένα ψευδώνυμα. Λόγω της σημασίας των πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών εξαιτίας της απήχησής τους, ιδίως όπως αυτή αποτυπώνεται στον αριθμό των αποδεκτών της υπηρεσίας και των οικονομικών συναλλαγών, η υποχρέωση αποδοχής των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας είναι αναγκαία για να αυξηθεί η προστασία των χρηστών από την απάτη και να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας των δεδομένων.

(58)

Θα πρέπει να καταρτιστούν κώδικες δεοντολογίας σε επίπεδο Ένωσης προκειμένου να συμβάλουν στην ευρεία διαθεσιμότητα και χρηστικότητα των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Οι κώδικες δεοντολογίας θα πρέπει να διευκολύνουν την ευρεία αποδοχή των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, από τους παρόχους υπηρεσιών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν πολύ μεγάλες πλατφόρμες και βασίζονται σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής ταυτοποίησης τρίτων για την επαλήθευση ταυτότητας χρήστη.

(59)

Ως επιλεκτική γνωστοποίηση νοείται η παροχή στον ιδιοκτήτη των δεδομένων του δικαιώματος να γνωστοποιεί μόνον ορισμένα τμήματα ευρύτερου συνόλου δεδομένων, προκειμένου η λαμβάνουσα οντότητα να λαμβάνει μόνον τις αναγκαίες πληροφορίες για την παροχή υπηρεσίας που ζητεί ο χρήστης. Το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας θα πρέπει, από τεχνική άποψη, να καθιστά δυνατή την επιλεκτική γνωστοποίηση χαρακτηριστικών στα βασιζόμενα μέρη. Θα πρέπει να είναι τεχνικά εφικτό για τον χρήστη να γνωστοποιεί χαρακτηριστικά επιλεκτικώς, μεταξύ άλλων από πολλαπλές, διακριτές ηλεκτρονικές βεβαιώσεις, και να τα συνδυάζει και να τα προσκομίζει απρόσκοπτα στα βασιζόμενα μέρη. Το χαρακτηριστικό αυτό θα πρέπει να καταστεί βασικό σχεδιαστικό χαρακτηριστικό των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτόν την ευχρηστία και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της ελαχιστοποίησης των δεδομένων.

(60)

Η πρόσβαση σε υπηρεσίες με τη χρήση ψευδωνύμου δεν θα πρέπει να απαγορεύεται, εκτός εάν συγκεκριμένοι κανόνες του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου απαιτούν από τους χρήστες να ταυτοποιούνται.

(61)

Τα χαρακτηριστικά που παρέχονται από τους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης ως μέρος της εγκεκριμένης βεβαίωσης χαρακτηριστικών θα πρέπει να εξακριβώνονται με βάση τις αυθεντικές πηγές είτε απευθείας από τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης είτε μέσω καθορισμένων διαμεσολαβητών αναγνωρισμένων σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο, με σκοπό την ασφαλή ανταλλαγή βεβαιωμένων χαρακτηριστικών μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών ταυτοποίησης ή βεβαίωσης χαρακτηριστικών και των βασιζόμενων μερών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κατάλληλους μηχανισμούς σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να διασφαλίζουν ότι οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης που εκδίδουν εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών είναι σε θέση, βάσει της συγκατάθεσης του προσώπου για το οποίο εκδίδεται η βεβαίωση, να επαληθεύουν τη γνησιότητα των χαρακτηριστικών με βάση αυθεντικές πηγές. Θα πρέπει να είναι δυνατόν οι εν λόγω κατάλληλοι μηχανισμοί να περιλαμβάνουν τη χρήση συγκεκριμένων διαμεσολαβητών ή τεχνικών λύσεων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για την πρόσβαση σε αυθεντικές πηγές. Η διασφάλιση της διαθεσιμότητας μηχανισμού που επιτρέπει την εξακρίβωση χαρακτηριστικών έναντι αυθεντικών πηγών προορίζεται να διευκολύνει τη συμμόρφωση των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης σχετικών με εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών προς τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014. Σε νέο παράρτημα του κανονισμού αυτού θα πρέπει να περιληφθεί κατάλογος των κατηγοριών χαρακτηριστικών για τα οποία τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται μέτρα που επιτρέπουν στους εγκεκριμένους παρόχους ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών να επαληθεύουν με ηλεκτρονικά μέσα, κατόπιν αιτήματος του χρήστη, τη γνησιότητά τους έναντι της σχετικής αυθεντικής πηγής.

(62)

Η ασφαλής ηλεκτρονική ταυτοποίηση και η παροχή βεβαίωσης χαρακτηριστικών θα πρέπει να προσφέρουν πρόσθετη ευελιξία και λύσεις στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ώστε να καταστεί δυνατή η ταυτοποίηση των πελατών και η ανταλλαγή ειδικών χαρακτηριστικών που είναι απαραίτητα για τη συμμόρφωση, για παράδειγμα, με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη βάσει μελλοντικού κανονισμού για τη σύσταση της αρχής για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με απαιτήσεις καταλληλότητας που απορρέουν από το δίκαιο για την προστασία των επενδυτών, ή για την υποστήριξη της εκπλήρωσης ισχυρών απαιτήσεων επαλήθευσης της ταυτότητας του πελάτη για επιγραμμική ταυτοποίηση για τους σκοπούς της σύνδεσης σε λογαριασμό και της έναρξης συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών πληρωμών.

(63)

Η νομική ισχύς μιας ηλεκτρονικής υπογραφής δεν πρέπει να αμφισβητείται με την αιτιολογία ότι αυτή είναι σε ηλεκτρονική μορφή ή ότι δεν πληροί τις απαιτήσεις της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής. Ωστόσο, εναπόκειται στο εθνικό δίκαιο να καθορίζει τη νομική ισχύ των ηλεκτρονικών υπογραφών, εκτός από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τις οποίες η νομική ισχύς εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής θεωρείται ισοδύναμη με τη νομική ισχύ ιδιόχειρης υπογραφής. Κατά τον καθορισμό της νομικής ισχύος των ηλεκτρονικών υπογραφών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αρχή της αναλογικότητας μεταξύ της νομικής αξίας ενός προς υπογραφή εγγράφου και του επιπέδου ασφάλειας και κόστους που απαιτεί η ηλεκτρονική υπογραφή. Για να αυξηθεί η προσβασιμότητα και η χρήση των ηλεκτρονικών υπογραφών, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να εξετάσουν και το ενδεχόμενο χρήσης προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών στις καθημερινές συναλλαγές, για τις οποίες εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο ασφάλειας και εμπιστοσύνης.

(64)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέπεια των πρακτικών πιστοποίησης σε ολόκληρη την Ένωση, η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πιστοποίηση και την επαναπιστοποίηση των εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής και των εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας, συμπεριλαμβανομένων της ισχύος και των χρονικών περιορισμών τους. Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς που έχουν πιστοποιήσει εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής να επαναπιστοποιήσουν προσωρινά τις εν λόγω διατάξεις για βραχείας διάρκειας περίοδο πιστοποίησης, βάσει των αποτελεσμάτων της προηγούμενης διαδικασίας πιστοποίησης, όταν η εν λόγω επαναπιστοποίηση δεν μπορεί να εκτελεστεί εντός του νομικά καθορισμένου χρονικού πλαισίου για άλλο λόγο εκτός από συμβάν σχετικό με παραβίαση ή την ασφάλεια και με την επιφύλαξη της εφαρμοστέας πρακτικής για την πιστοποίηση.

(65)

Η έκδοση πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων έχει ως σκοπό να παρέχουν στους χρήστες υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης σχετικά με την ταυτότητα της οντότητας πίσω από τον ιστότοπο, ανεξαρτήτως της πλατφόρμας που χρησιμοποιείται για την προβολή της εν λόγω ταυτότητας. Τα πιστοποιητικά αυτά θα πρέπει να συμβάλλουν στην οικοδόμηση της εμπιστοσύνης κατά την άσκηση επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε απευθείας σύνδεση, διότι οι χρήστες αναμένεται να έχουν εμπιστοσύνη σε έναν ιστότοπο του οποίου έχει επαληθευθεί η ταυτότητα. Η χρήση των εν λόγω πιστοποιητικών από τους ιστοτόπους θα πρέπει να είναι εθελοντική. Προκειμένου η επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων να καταστεί μέσο για την αύξηση της εμπιστοσύνης, για την παροχή βελτιωμένης εμπειρίας στον χρήστη και για την ενίσχυση της ανάπτυξης στην εσωτερική αγορά, ο παρών κανονισμός θεσπίζει πλαίσιο εμπιστοσύνης στο οποίο συμπεριλαμβάνονται ελάχιστες υποχρεώσεις ασφάλειας και ευθύνης για τους παρόχους εγκεκριμένων πιστοποιητικών για επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων και απαιτήσεις για την έκδοση των εν λόγω πιστοποιητικών. Οι εθνικοί κατάλογοι εμπιστοσύνης θα πρέπει να επιβεβαιώνουν το καθεστώς έγκρισης των υπηρεσιών επαλήθευσης της γνησιότητας ιστοτόπων και των οικείων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού όσον αφορά την έκδοση εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων. Η αναγνώριση εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων συνεπάγεται ότι οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού δεν θα πρέπει να αρνούνται τη γνησιότητα εγκεκριμένων πιστοποιητικών επαλήθευσης της γνησιότητας της ταυτότητας ιστοτόπου με μοναδικό σκοπό τη βεβαίωση του συνδέσμου μεταξύ του ονόματος τομέα του ιστοτόπου και του φυσικού ή νομικού προσώπου για το οποίο εκδίδεται το πιστοποιητικό ή την επιβεβαίωση της ταυτότητας του εν λόγω προσώπου. Οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού θα πρέπει να προβάλλουν τα πιστοποιημένα δεδομένα ταυτότητας και τα λοιπά βεβαιωμένα χαρακτηριστικά στον τελικό χρήστη με φιλικό προς αυτόν τρόπο στο περιβάλλον του φυλλομετρητή, με τεχνικά μέσα της επιλογής τους. Για τον σκοπό αυτόν, οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού θα πρέπει να διασφαλίζουν την υποστήριξη και τη διαλειτουργικότητα με τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων που εκδίδονται σε πλήρη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό. Η υποχρέωση αναγνώρισης, διαλειτουργικότητας και υποστήριξης εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων δεν θίγει την ελευθερία των παρόχων φυλλομετρητών ιστού να διασφαλίζουν την ασφάλεια στον ιστό, την επαλήθευση της γνησιότητας του τομέα και την κρυπτογράφηση της κίνησης στο διαδίκτυο με τον τρόπο και τα τεχνολογικά μέσα που θεωρούν καταλληλότερα. Προκειμένου να συμβάλουν στην επιγραμμική ασφάλεια των τελικών χρηστών, οι πάροχοι φυλλομετρητή ιστού θα πρέπει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να είναι σε θέση να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα που είναι αναγκαία και αναλογικά όταν υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες σχετικά με παραβιάσεις της ασφάλειας ή την απώλεια της ακεραιότητας ταυτοποιημένου πιστοποιητικού ή συνόλου πιστοποιητικών. Όταν λαμβάνουν τέτοια προληπτικά μέτρα, οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού θα πρέπει να ενημερώνουν χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την Επιτροπή, τον εθνικό εποπτικό φορέα, την οντότητα στην οποία εκδόθηκε το πιστοποιητικό και τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης που εξέδωσε το εν λόγω πιστοποιητικό ή το σύνολο πιστοποιητικών, για κάθε τέτοια υποψία παραβίασης της ασφάλειας ή απώλειας της ακεραιότητας, καθώς και για τα μέτρα που έχουν ληφθεί σχετικά με το ενιαίο πιστοποιητικό ή σύνολο πιστοποιητικών. Τα εν λόγω μέτρα δεν θα πρέπει να θίγουν την υποχρέωση των παρόχων φυλλομετρητών ιστού να αναγνωρίζουν εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων σύμφωνα με τους εθνικούς καταλόγους εμπιστοσύνης. Για την περαιτέρω προστασία των πολιτών και των κατοίκων της Ένωσης και την προώθηση της χρήσης εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων, οι δημόσιες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να εξετάζουν το ενδεχόμενο ενσωμάτωσης εγκεκριμένων πιστοποιητικών γνησιότητας ιστοτόπων στους ιστοτόπους τους. Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και αποσκοπούν στην επίτευξη μεγαλύτερης συνοχής μεταξύ των αποκλινουσών προσεγγίσεων και πρακτικών των κρατών μελών όσον αφορά τις εποπτικές διαδικασίες έχουν ως στόχο να συμβάλουν στη βελτίωση της πίστης και της εμπιστοσύνης στην ασφάλεια, την ποιότητα και τη διαθεσιμότητα των εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων.

(66)

Πολλά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει εθνικές απαιτήσεις για τις υπηρεσίες που παρέχουν ασφαλή και αξιόπιστη ηλεκτρονική αρχειοθέτηση, προκειμένου να καταστεί δυνατή η μακροπρόθεσμη διαφύλαξη των ηλεκτρονικών δεδομένων και των ηλεκτρονικών εγγράφων, καθώς και για τις συναφείς υπηρεσίες εμπιστοσύνης. Για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, η εμπιστοσύνη και η εναρμόνιση μεταξύ των κρατών μελών, θα πρέπει να θεσπιστεί νομικό πλαίσιο για εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης, εμπνευσμένο από το πλαίσιο των λοιπών υπηρεσιών εμπιστοσύνης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Το νομικό πλαίσιο για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης θα πρέπει να προσφέρει στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης και στους χρήστες μια αποτελεσματική εργαλειοθήκη που θα περιλαμβάνει τις λειτουργικές απαιτήσεις για την υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης, καθώς και σαφή νομικά αποτελέσματα όταν χρησιμοποιείται εγκεκριμένη υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης. Οι εν λόγω διατάξεις θα πρέπει να εφαρμόζονται σε ηλεκτρονικά δεδομένα και ηλεκτρονικά έγγραφα που έχουν δημιουργηθεί σε ηλεκτρονική μορφή, καθώς και σε έντυπα έγγραφα που έχουν σαρωθεί και ψηφιοποιηθεί. Όταν είναι απαραίτητο, οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να επιτρέπουν την ασφαλή μεταφορά των διαφυλασσόμενων ηλεκτρονικών δεδομένων και ηλεκτρονικών εγγράφων σε διαφορετικά μέσα ή σε διαφορετικούς μορφοτύπους με σκοπό την παράταση της ανθεκτικότητας και της αναγνωσιμότητάς τους πέραν της τεχνολογικής περιόδου ισχύος, αποτρέποντας παράλληλα την απώλεια και την αλλοίωση στο μέτρο του δυνατού. Όταν τα ηλεκτρονικά δεδομένα και τα ηλεκτρονικά έγγραφα που υποβάλλονται στην υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης περιέχουν μία ή περισσότερες εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές ή εγκεκριμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες, η υπηρεσία θα πρέπει να χρησιμοποιεί διαδικασίες και τεχνολογίες ικανές να παρατείνουν την αξιοπιστία τους για την περίοδο διαφύλαξης των εν λόγω δεδομένων, ενδεχομένως με βάση τη χρήση άλλων εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό. Για τη δημιουργία αποδεικτικών στοιχείων διαφύλαξης όταν χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικές υπογραφές, ηλεκτρονικές σφραγίδες ή ηλεκτρονικές χρονοσφραγίδες, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης. Στον βαθμό που οι υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης δεν εναρμονίζονται με τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να είναι δυνατό για τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να θεσπίζουν εθνικές διατάξεις, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες, όπως ειδικές διατάξεις για υπηρεσίες που είναι ενσωματωμένες σε οργανισμό και χρησιμοποιούνται μόνο για τα εσωτερικά αρχεία του εν λόγω οργανισμού. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να κάνει διάκριση μεταξύ ηλεκτρονικών δεδομένων και ηλεκτρονικών εγγράφων που δημιουργήθηκαν σε ηλεκτρονική μορφή και έντυπων εγγράφων που έχουν ψηφιοποιηθεί.

(67)

Οι δραστηριότητες των εθνικών αρχείων και των ιδρυμάτων διαφύλαξης της ιστορικής μνήμης, υπό την ιδιότητα αυτών ως οργανισμών που ασχολούνται με διαφύλαξη εγγράφων της πολιτιστικής κληρονομιάς προς το δημόσιο συμφέρον, ρυθμίζονται συνήθως στο εθνικό δίκαιο και δεν παρέχουν κατ’ ανάγκην υπηρεσίες εμπιστοσύνης κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού. Εφόσον τα εν λόγω ιδρύματα δεν παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες εμπιστοσύνης, ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη λειτουργία τους.

(68)

Τα ηλεκτρονικά καθολικά είναι μια ακολουθία ηλεκτρονικών εγγραφών δεδομένων που θα πρέπει να διασφαλίζουν την ακεραιότητά τους και την ακρίβεια της χρονολογικής σειράς τους. Τα ηλεκτρονικά καθολικά θα πρέπει να καθορίζουν μια χρονολογική σειρά εγγραφών δεδομένων. Σε συνδυασμό με άλλες τεχνολογίες, θα πρέπει να μπορούν να συμβάλλουν σε λύσεις για πιο αποτελεσματικές και μετασχηματιστικές δημόσιες υπηρεσίες, όπως η ηλεκτρονική ψηφοφορία, η διασυνοριακή συνεργασία των τελωνειακών αρχών, η διασυνοριακή συνεργασία ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και η καταχώριση της κυριότητας ακινήτων σε αποκεντρωμένα κτηματολόγια. Τα εγκεκριμένα ηλεκτρονικά καθολικά θα πρέπει να δημιουργούν νομικό τεκμήριο για τη μοναδική και ακριβή διαδοχική χρονολογική σειρά και ακεραιότητα των εγγραφών δεδομένων στο καθολικό. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων τους όπως η διαδοχική χρονολογική σειρά των εγγραφών δεδομένων, τα ηλεκτρονικά καθολικά θα πρέπει να διακρίνονται από άλλες υπηρεσίες εμπιστοσύνης, όπως οι ηλεκτρονικές χρονοσφραγίδες και οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες συστημένης παράδοσης. Για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου και να προαχθεί η καινοτομία, θα πρέπει να θεσπιστεί ένα νομικό πλαίσιο ενωσιακής εμβέλειας που να προβλέπει τη διασυνοριακή αναγνώριση των υπηρεσιών εμπιστοσύνης για την καταχώριση δεδομένων σε ηλεκτρονικά καθολικά. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αποτρέπει επαρκώς την αντιγραφή και την πώληση του ίδιου ψηφιακού περιουσιακού στοιχείου περισσότερες από μία φορές σε διαφορετικά μέρη. Η διαδικασία δημιουργίας και επικαιροποίησης ενός ηλεκτρονικού καθολικού εξαρτάται από το είδος του χρησιμοποιούμενου καθολικού, συγκεκριμένα από το αν είναι συγκεντρωτικό ή κατανεμημένο. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να διασφαλίζει την τεχνολογική ουδετερότητα, δηλαδή να μην ευνοεί, ούτε να εισάγει διακρίσεις, σχετικά με οποιαδήποτε τεχνολογία χρησιμοποιείται για την εφαρμογή της νέας υπηρεσίας εμπιστοσύνης για τα ηλεκτρονικά καθολικά. Επιπλέον, οι δείκτες βιωσιμότητας όσον αφορά τυχόν δυσμενείς επιπτώσεις στο κλίμα ή άλλες δυσμενείς επιπτώσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή, με τη χρήση κατάλληλων μεθοδολογιών κατά την κατάρτιση των εκτελεστικών πράξεων που προσδιορίζουν τις απαιτήσεις για τα εγκεκριμένα ηλεκτρονικά καθολικά.

(69)

Ο ρόλος των παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης για ηλεκτρονικά καθολικά θα πρέπει να συνίσταται στο να εξακριβώνουν τη διαδοχική καταχώριση των δεδομένων στο καθολικό. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τυχόν νομικές υποχρεώσεις των χρηστών ηλεκτρονικών καθολικών που προβλέπονται στο ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο. Για παράδειγμα, οι περιπτώσεις χρήσης που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και οι περιπτώσεις χρήσης που αφορούν χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να συμμορφώνονται με το οικείο ενωσιακό δίκαιο περί χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

(70)

Προκειμένου να αποφευχθεί ο κατακερματισμός και οι φραγμοί στην εσωτερική αγορά λόγω διαφορετικών προτύπων και τεχνικών περιορισμών, και να εξασφαλιστεί συντονισμένη διαδικασία ώστε να μην θιγεί η υλοποίηση του ευρωπαϊκού πλαισίου για την ψηφιακή ταυτότητα, απαιτείται διαδικασία για στενή και διαρθρωμένη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής, των κρατών μελών, της κοινωνίας των πολιτών, της ακαδημαϊκής κοινότητας και του ιδιωτικού τομέα. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να συνεργαστούν εντός του πλαισίου που ορίζεται στη σύσταση (ΕΕ) 2021/946 της Επιτροπής (16) για την ανάπτυξη μιας κοινής εργαλειοθήκης της Ένωσης για το ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ψηφιακή ταυτότητα. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμφωνήσουν σχετικά με ολοκληρωμένη τεχνική αρχιτεκτονική και πλαίσιο αναφοράς, ένα σύνολο κοινών προτύπων και τεχνικών αναφορών, συμπεριλαμβανομένων των αναγνωρισμένων υφιστάμενων προτύπων, και ένα σύνολο κατευθυντήριων γραμμών και περιγραφών των βέλτιστων πρακτικών που θα καλύπτουν τουλάχιστον όλες τις λειτουργίες και τη διαλειτουργικότητα των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών υπογραφών και των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης για την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών, όπως προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να συμφωνήσουν στα κοινά στοιχεία ενός επιχειρηματικού μοντέλου και τη διάρθρωση των τελών των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, ώστε να διευκολυνθεί η υιοθέτηση, ειδικότερα από τις ΜΜΕ σε διασυνοριακό πλαίσιο. Το περιεχόμενο της εργαλειοθήκης θα πρέπει να εξελίσσεται παράλληλα με τη συζήτηση και τη διαδικασία θέσπισης του ευρωπαϊκού πλαισίου για την ψηφιακή ταυτότητα και να αντικατοπτρίζει την έκβασή τους.

(71)

Ο παρών κανονισμός προβλέπει ένα εναρμονισμένο επίπεδο ποιότητας, αξιοπιστίας και ασφάλειας των εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, ανεξάρτητα από τον τόπο διεξαγωγής των δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου, οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναθέτουν εξωτερικά τις δραστηριότητές τους σχετικά με παροχή εγκεκριμένης υπηρεσίας εμπιστοσύνης σε τρίτη χώρα, εφόσον η εν λόγω τρίτη χώρα παρέχει τις επαρκείς εγγυήσεις, διασφαλίζοντας ότι οι εποπτικές δραστηριότητες και οι έλεγχοι μπορούν να επιβληθούν σαν να πραγματοποιούνταν οι εν λόγω δραστηριότητες στην Ένωση. Όταν η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό δεν μπορεί να διασφαλιστεί πλήρως, οι εποπτικοί φορείς θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν αναλογικά και δικαιολογημένα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ανάκλησης του καθεστώτος έγκρισης της παρεχόμενης υπηρεσίας εμπιστοσύνης.

(72)

Για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου όσον αφορά την εγκυρότητα των προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών που βασίζονται σε εγκεκριμένα πιστοποιητικά, είναι ουσιώδους σημασίας να προσδιορίζεται η αξιολόγηση από το βασιζόμενο μέρος που διενεργεί την επικύρωση της εν λόγω προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής βάσει εγκεκριμένων πιστοποιητικών.

(73)

Οι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης θα πρέπει να χρησιμοποιούν κρυπτογραφικές μεθόδους που αντικατοπτρίζουν τις τρέχουσες βέλτιστες πρακτικές και αξιόπιστες υλοποιήσεις αυτών των αλγορίθμων, προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια και η αξιοπιστία των υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν.

(74)

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει την υποχρέωση των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης να επαληθεύουν την ταυτότητα του φυσικού ή του νομικού προσώπου για το οποίο εκδίδεται το εγκεκριμένο πιστοποιητικό ή η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών βάσει διαφόρων εναρμονισμένων μεθόδων σε ολόκληρη την Ένωση. Για να διασφαλιστεί ότι τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά και οι εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών εκδίδονται με αποδέκτη το πρόσωπο στο οποίο ανήκουν και ότι βεβαιώνουν το ορθό και μοναδικό σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύει την ταυτότητα του εν λόγω προσώπου, οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης που εκδίδουν εγκεκριμένα πιστοποιητικά ή εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών θα πρέπει, κατά τον χρόνο έκδοσης των εν λόγω πιστοποιητικών και βεβαιώσεων, να διασφαλίζουν με πλήρη βεβαιότητα την ταυτοποίηση του εν λόγω προσώπου. Επιπλέον, εκτός από την υποχρεωτική επαλήθευση της ταυτότητας του προσώπου, εφόσον συντρέχει λόγος για την έκδοση εγκεκριμένων πιστοποιητικών και κατά την έκδοση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών, οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης θα πρέπει να διασφαλίζουν με πλήρη βεβαιότητα την ορθότητα και την ακρίβεια των βεβαιωμένων χαρακτηριστικών του προσώπου για το οποίο εκδίδεται το εγκεκριμένο πιστοποιητικό ή η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών. Οι εν λόγω υποχρεώσεις αποτελέσματος και πλήρους βεβαιότητας κατά την επαλήθευση των βεβαιωμένων δεδομένων θα πρέπει να υποστηρίζονται με κατάλληλα μέσα, μεταξύ άλλων με τη χρήση μίας μεθόδου ή, όπου απαιτείται, συνδυασμού ειδικών μεθόδων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει να είναι δυνατός ο συνδυασμός των εν λόγω μεθόδων ώστε να παρέχεται κατάλληλη βάση για την επαλήθευση της ταυτότητας του προσώπου για το οποίο εκδίδεται το εγκεκριμένο πιστοποιητικό ή η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών. Θα πρέπει να είναι δυνατό ο συνδυασμός αυτός να περιλαμβάνει την προσφυγή σε μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης τα οποία πληρούν τις απαιτήσεις του βασικού επιπέδου διασφάλισης, σε συνδυασμό με άλλα μέσα εξακρίβωσης της ταυτότητας. Τα εν λόγω μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης αναμένεται να επιτρέπουν την εκπλήρωση των εναρμονισμένων απαιτήσεων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό όσον αφορά το υψηλό επίπεδο διασφάλισης στο πλαίσιο πρόσθετων εναρμονισμένων εξ αποστάσεως διαδικασιών που διασφαλίζουν την ταυτοποίηση με υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης. Οι εν λόγω μέθοδοι θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη δυνατότητα του εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης να εκδίδει εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών προκειμένου να επαληθεύει τα χαρακτηριστικά που πρέπει να βεβαιώνονται με ηλεκτρονικά μέσα κατόπιν αιτήματος του χρήστη και σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο, μεταξύ άλλων έναντι αυθεντικών πηγών.

(75)

Προκειμένου να συμβαδίζει ο παρών κανονισμός με τις διεθνείς εξελίξεις και να ακολουθούνται οι βέλτιστες πρακτικές στην εσωτερική αγορά, οι κατ’ εξουσιοδότηση και οι εκτελεστικές πράξεις που εκδίδει η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάζονται και, εάν χρειάζεται, να επικαιροποιούνται τακτικά. Η αξιολόγηση της αναγκαιότητας των εν λόγω επικαιροποιήσεων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη νέες τεχνολογίες, πρακτικές, πρότυπα ή τεχνικές προδιαγραφές.

(76)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα η ανάπτυξη του ενωσιακής εμβέλειας ευρωπαϊκού πλαισίου για την ψηφιακή ταυτότητα και του πλαισίου για τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(77)

Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

(78)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 910/2014

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός έχει ως στόχο τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και την παροχή επαρκούς επιπέδου ασφάλειας στα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και στις υπηρεσίες εμπιστοσύνης που χρησιμοποιούνται ανά την Ένωση, προκειμένου να καταστεί δυνατή και να διευκολυνθεί η άσκηση του δικαιώματος των φυσικών και νομικών προσώπων να συμμετέχουν στην ψηφιακή κοινωνία με ασφάλεια και να έχουν πρόσβαση σε επιγραμμικές δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες σε ολόκληρη την Ένωση. Για τους σκοπούς αυτούς, ο παρών κανονισμός:

α)

καθορίζει τους όρους υπό τους οποίους τα κράτη μέλη πρέπει να αναγνωρίζουν τα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης φυσικών και νομικών προσώπων που εμπίπτουν σε κοινοποιημένο σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης άλλου κράτους μέλους, και να παρέχουν και να αναγνωρίζουν ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας·

β)

θεσπίζει κανόνες για τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης, ιδίως για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές·

γ)

θεσπίζει νομικό πλαίσιο για τις ηλεκτρονικές υπογραφές, τις ηλεκτρονικές σφραγίδες, τις ηλεκτρονικές χρονοσφραγίδες, τα ηλεκτρονικά έγγραφα, τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες συστημένης παράδοσης, τις υπηρεσίες πιστοποιητικών γνησιότητας ιστότοπου, την ηλεκτρονική αρχειοθέτηση, την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών, τις διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής, τις διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας και τα ηλεκτρονικά καθολικά.»·

2)

το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιούνται από κράτος μέλος, στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται από κράτος μέλος και στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο σε ό,τι αφορά τη σύναψη και την ισχύ συμβάσεων, άλλες νομικές ή διαδικαστικές υποχρεώσεις ως προς τον τύπο, ή ειδικές τομεακές απαιτήσεις ως προς τον τύπο.

4.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1).

(*1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).»·"

3)

το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα σημεία 1) έως 5) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1)

“ηλεκτρονική ταυτοποίηση”: η διαδικασία χρήσης δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου σε ηλεκτρονική μορφή που αντιπροσωπεύουν κατά τρόπο μοναδικό είτε ένα φυσικό ή ένα νομικό πρόσωπο, είτε ένα φυσικό πρόσωπο που εκπροσωπεί άλλο φυσικό πρόσωπο ή ένα νομικό πρόσωπο·

2)

“μέσο ηλεκτρονικής ταυτοποίησης”: υλική και/ή άυλη μονάδα, η οποία περιέχει δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου και χρησιμοποιείται για την επαλήθευση ταυτότητας σε επιγραμμική υπηρεσία ή, κατά περίπτωση, μη επιγραμμική υπηρεσία·

3)

“δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου”: δέσμη δεδομένων που εκδίδεται σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο και επιτρέπει την εξακρίβωση της ταυτότητας φυσικού ή νομικού προσώπου ή φυσικού προσώπου που εκπροσωπεί άλλο φυσικό πρόσωπο ή ένα νομικό πρόσωπο·

4)

“σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης”: σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο του οποίου εκδίδονται μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ή σε φυσικά πρόσωπα που εκπροσωπούν άλλα φυσικά πρόσωπα ή νομικά πρόσωπα·

5)

“επαλήθευση ταυτότητας”: ηλεκτρονική διαδικασία που επιτρέπει την επιβεβαίωση της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης φυσικού ή νομικού προσώπου ή την επιβεβαίωση της προέλευσης και της ακεραιότητας δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή·»·

β)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο σημείο:

«5α)

“χρήστης”: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ή φυσικό πρόσωπο που εκπροσωπεί άλλο φυσικό πρόσωπο ή ένα νομικό πρόσωπο, το οποίο χρησιμοποιεί υπηρεσίες εμπιστοσύνης ή μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, τα οποία παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·»·

γ)

το σημείο 6) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6)

“βασιζόμενο μέρος”: φυσικό ή νομικό πρόσωπο που βασίζεται σε ηλεκτρονική ταυτοποίηση, ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας ή άλλα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, ή σε υπηρεσία εμπιστοσύνης·»·

δ)

το σημείο 16) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«16)

“υπηρεσία εμπιστοσύνης”: ηλεκτρονική υπηρεσία, συνήθως παρεχόμενη έναντι αμοιβής, η οποία συνίσταται σε οιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

στην έκδοση πιστοποιητικών ηλεκτρονικών υπογραφών, πιστοποιητικών ηλεκτρονικών σφραγίδων, πιστοποιητικών γνησιότητας ιστότοπου ή πιστοποιητικών για την παροχή άλλων υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

β)

στην επικύρωση πιστοποιητικών ηλεκτρονικών υπογραφών, πιστοποιητικών ηλεκτρονικών σφραγίδων, πιστοποιητικών γνησιότητας ιστότοπου ή πιστοποιητικών για την παροχή άλλων υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

γ)

στη δημιουργία ηλεκτρονικών υπογραφών ή ηλεκτρονικών σφραγίδων·

δ)

στην επικύρωση ηλεκτρονικών υπογραφών ή ηλεκτρονικών σφραγίδων·

ε)

στη διαφύλαξη ηλεκτρονικών υπογραφών, ηλεκτρονικών σφραγίδων, πιστοποιητικών ηλεκτρονικών υπογραφών ή πιστοποιητικών ηλεκτρονικών σφραγίδων·

στ)

στη διαχείριση διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής ή διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας·

ζ)

στην έκδοση ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών·

η)

στην επικύρωση ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών·

θ)

στη δημιουργία ηλεκτρονικών χρονοσφραγίδων·

ι)

στην επικύρωση ηλεκτρονικών χρονοσφραγίδων·

ια)

στην παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης·

ιβ)

στην επικύρωση των δεδομένων που διαβιβάζονται μέσω ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης και των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων·

ιγ)

στην ηλεκτρονική αρχειοθέτηση ηλεκτρονικών δεδομένων και ηλεκτρονικών εγγράφων·

ιδ)

στην καταχώριση ηλεκτρονικών δεδομένων σε ηλεκτρονικό καθολικό·»·

ε)

το σημείο 18) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«18)

“οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης”: οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ο οποίος έχει διαπιστευθεί σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό ως διαθέτων την τεχνική επάρκεια να αξιολογεί τη συμμόρφωση εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης και των εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν, ή ως διαθέτων την τεχνική επάρκεια να πιστοποιεί τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας ή τα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης·»·

στ)

το σημείο 21) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«21)

“προϊόν”: το υλικό ή το λογισμικό ή τα συναφή συστατικά στοιχεία υλικού ή λογισμικού τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και εμπιστοσύνης·»·

ζ)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα σημεία:

«23α)

“εγκεκριμένη διάταξη εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής”: εγκεκριμένη διάταξη δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής, την οποία διαχειρίζεται εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 29α για λογαριασμό υπογράφοντος·

23β)

“εγκεκριμένη διάταξη εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας”: εγκεκριμένη διάταξη δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας, την οποία διαχειρίζεται εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 39α για λογαριασμό δημιουργού σφραγίδας·»·

η)

το σημείο 38) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«38)

“πιστοποιητικό γνησιότητας ιστότοπου”: ηλεκτρονική βεβαίωση η οποία επιτρέπει την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου και συνδέει τον ιστότοπο με το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό·»·

θ)

το σημείο 41) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«41)

“επικύρωση”: η διαδικασία ελέγχου και επιβεβαίωσης ότι τα δεδομένα σε ηλεκτρονική μορφή είναι έγκυρα σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·»·

ι)

προστίθενται τα ακόλουθα σημεία:

«42)

“ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας”: μέσο ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που επιτρέπει στον χρήστη να αποθηκεύει, να διαχειρίζεται και να επικυρώνει με ασφάλεια δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου και ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών με σκοπό την παροχή τους σε βασιζόμενα μέρη και σε άλλους χρήστες ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, και να υπογράφει μέσω εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών ή να σφραγίζει μέσω εγκεκριμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων·

43)

“χαρακτηριστικό”: το ιδιοχαρακτηριστικό, η ιδιότητα, το δικαίωμα ή η άδεια φυσικού ή νομικού προσώπου ή αντικειμένου·

44)

“ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών”: βεβαίωση σε ηλεκτρονική μορφή που επιτρέπει την επαλήθευση της γνησιότητας των χαρακτηριστικών·

45)

“εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών”: ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και πληροί τις οριζόμενες στο παράρτημα V απαιτήσεις·

46)

“ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών εκδιδόμενη από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα υπεύθυνου για αυθεντική πηγή”: ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή ή από φορέα του δημόσιου τομέα που έχει οριστεί από το κράτος μέλος για την έκδοση των εν λόγω βεβαιώσεων χαρακτηριστικών εξ ονόματος των φορέων του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνοι για αυθεντικές πηγές σύμφωνα με το άρθρο 45στ και με το παράρτημα VII·

47)

“αυθεντική πηγή”: αποθετήριο ή σύστημα, που τηρείται υπό την ευθύνη φορέα του δημόσιου τομέα ή ιδιωτικής οντότητας, περιέχει και παρέχει χαρακτηριστικά σχετικά με φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή αντικείμενο και θεωρείται ως πρωταρχική πηγή των εν λόγω πληροφοριών ή αναγνωρίζεται ως αυθεντική πηγή σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της διοικητικής πρακτικής·

48)

“ηλεκτρονική αρχειοθέτηση”: υπηρεσία που εξασφαλίζει την παραλαβή, αποθήκευση, ανάκτηση και διαγραφή ηλεκτρονικών δεδομένων και ηλεκτρονικών εγγράφων, προκειμένου να διασφαλίζεται η ανθεκτικότητα και η αναγνωσιμότητά τους, καθώς και να διαφυλάσσεται η ακεραιότητα, η εμπιστευτικότητα και η απόδειξη της προέλευσής τους καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου διαφύλαξης·

49)

“εγκεκριμένη υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης”: υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης η οποία παρέχεται από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 45ι·

50)

“σήμα εμπιστοσύνης πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας της ΕΕ”: επαληθεύσιμη, απλή και αναγνωρίσιμη ένδειξη που αναφέρει με σαφή τρόπο ότι ένα ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας έχει παρασχεθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

51)

“ισχυρή επαλήθευση ταυτότητας χρήστη”: η επαλήθευση ταυτότητας με βάση τη χρήση τουλάχιστον δύο παραγόντων επαλήθευσης ταυτότητας από διαφορετικές κατηγορίες είτε γνώσης, κάτι που μόνο ο χρήστης γνωρίζει, κατοχής, κάτι που μόνο ο χρήστης κατέχει, ή μοναδικού φυσικού χαρακτηριστικού, κάτι που είναι ο χρήστης, που είναι ανεξάρτητοι υπό την έννοια ότι η παραβίαση του ενός δεν θέτει σε κίνδυνο την αξιοπιστία των υπολοίπων, και η διαδικασία είναι σχεδιασμένη με τέτοιον τρόπο ώστε να προστατεύεται το απόρρητο των δεδομένων επαλήθευσης ταυτότητας·

52)

“ηλεκτρονικό καθολικό”: ακολουθία ηλεκτρονικών εγγραφών δεδομένων, η οποία διασφαλίζει την ακεραιότητα των εν λόγω εγγραφών και την ακρίβεια της χρονολογικής σειράς των εν λόγω εγγραφών·

53)

“εγκεκριμένο ηλεκτρονικό καθολικό”: ηλεκτρονικό καθολικό το οποίο παρέχεται από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 45ιβ·

54)

“δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα”: κάθε πληροφορία, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·

55)

“αντιστοίχιση ταυτότητας”: διαδικασία κατά την οποία δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου ή μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης αντιστοιχίζονται ή συνδέονται με υφιστάμενο λογαριασμό που ανήκει στο ίδιο πρόσωπο·

56)

“εγγραφή δεδομένων”: ηλεκτρονικά δεδομένα που καταγράφονται με συναφή μεταδεδομένα τα οποία υποστηρίζουν την επεξεργασία των δεδομένων·

57)

“λειτουργία εκτός διαδικτύου”: όσον αφορά τη χρήση ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, αλληλεπίδραση μεταξύ του χρήστη και τρίτου μέρους σε φυσικό τόπο με τη χρήση τεχνολογιών στενής εγγύτητας, στο πλαίσιο της οποίας δεν απαιτείται το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας για την πρόσβαση σε εξ αποστάσεως συστήματα μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τους σκοπούς της αλληλεπίδρασης.»·

4)

το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

Ψευδώνυμα στις ηλεκτρονικές συναλλαγές

Με την επιφύλαξη των ειδικών κανόνων του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου που υποχρεώνουν τους χρήστες να ταυτοποιούνται ή της νομικής ισχύος των ψευδωνύμων στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου, η χρήση ψευδωνύμων τα οποία επιλέγει ο χρήστης δεν απαγορεύεται.»·

5)

στο κεφάλαιο II, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ 1

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΟΡΤΟΦΟΛΙ ΨΗΦΙΑΚΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 5α

Ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας

1.   Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλα τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα στην Ένωση έχουν ασφαλή, αξιόπιστη και απρόσκοπτη διασυνοριακή πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες, διατηρώντας παράλληλα τον πλήρη έλεγχο των δεδομένων τους, κάθε κράτος μέλος παρέχει τουλάχιστον ένα ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας εντός 24 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 23 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 5γ παράγραφος 6.

2.   Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας παρέχονται με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

απευθείας από κράτος μέλος·

β)

με εντολή κράτους μέλους·

γ)

ανεξάρτητα από ένα κράτος μέλος, αλλά με την αναγνώριση του εν λόγω κράτους μέλους.

3.   Ο πηγαίος κώδικας των συστατικών στοιχείων του λογισμικού της εφαρμογής των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας διαθέτει άδεια ανοικτής πηγής. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, για δεόντως αιτιολογημένους λόγους, ο πηγαίος κώδικας συγκεκριμένων συστατικών στοιχείων εκτός εκείνων που είναι εγκατεστημένα στις συσκευές χρήστη δεν γνωστοποιείται.

4.   Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας παρέχουν στον χρήστη, κατά τρόπο που είναι φιλικός στον χρήστη, διαφανής και ανιχνεύσιμος από τον χρήστη, τη δυνατότητα:

α)

με τρόπο ασφαλή, να ζητεί, να αποκτά, να επιλέγει, να συνδυάζει, να αποθηκεύει, να διαγράφει, να διαμοιράζεται και να προσκομίζει, υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του χρήστη, δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου και, κατά περίπτωση, σε συνδυασμό με ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών, να προβαίνει σε επαλήθευση ταυτότητας έναντι βασιζόμενων μερών εντός διαδικτύου και, όπου αρμόζει, σε λειτουργία εκτός διαδικτύου, με σκοπό την πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες, διασφαλίζοντας παράλληλα τη δυνατότητα επιλεκτικής γνωστοποίησης δεδομένων·

β)

να δημιουργεί ψευδώνυμα και να τα αποθηκεύει κρυπτογραφημένα και τοπικά εντός του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας·

γ)

να επαληθεύει με ασφάλεια τη γνησιότητα του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας άλλου προσώπου και να λαμβάνει και να διαμοιράζεται δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου και ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών με ασφαλή τρόπο μεταξύ των δύο ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας·

δ)

να έχει πρόσβαση σε σύστημα καταγραφής όλων των συναλλαγών που πραγματοποιούνται με χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας μέσω κοινού πίνακα εργαλείων που επιτρέπει στον χρήστη:

i)

να βλέπει έναν επικαιροποιημένο κατάλογο με τα βασιζόμενα μέρη με τα οποία ο χρήστης έχει δημιουργήσει σύνδεση και, κατά περίπτωση, όλα τα δεδομένα που έχει ανταλλάξει·

ii)

να ζητεί εύκολα από βασιζόμενο μέρος τη διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·

iii)

να καταγγέλλει εύκολα βασιζόμενο μέρος στην αρμόδια εθνική αρχή προστασίας δεδομένων, όταν λαμβάνεται αίτημα παροχής δεδομένων που εικάζεται ότι είναι παράνομο ή ύποπτο·

ε)

να υπογράφει με εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές ή να σφραγίζει με εγκεκριμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες·

στ)

να τηλεφορτώνει, στον βαθμό που είναι τεχνικά εφικτό, τα δεδομένα χρήστη, την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών και ρυθμίσεις·

ζ)

να ασκεί τα δικαιώματα χρήστη όσον αφορά τη φορητότητα των δεδομένων.

5.   Συγκεκριμένα, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας:

α)

υποστηρίζουν κοινά πρωτόκολλα και διεπαφές:

i)

για την έκδοση δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου, εγκεκριμένων και μη εγκεκριμένων ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών ή εγκεκριμένων και μη εγκεκριμένων πιστοποιητικών για το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας·

ii)

ώστε τα βασιζόμενα μέρη να ζητούν και να επικυρώνουν δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου και ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών·

iii)

για τον διαμοιρασμό και την προσκόμιση, στα βασιζόμενα μέρη, δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου, ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών ή επιλεκτικά γνωστοποιούμενων συναφών δεδομένων εντός διαδικτύου και, κατά περίπτωση, σε λειτουργία εκτός διαδικτύου·

iv)

ώστε ο χρήστης να μπορεί να αλληλεπιδρά με το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας και να επιδεικνύει σήμα εμπιστοσύνης πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας της ΕΕ·

v)

για την ασφαλή ένταξη του χρήστη με τη χρήση μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 5α παράγραφος 24·

vi)

για αλληλεπίδραση μεταξύ των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας δύο προσώπων με σκοπό τη λήψη, την επικύρωση και τον διαμοιρασμό δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου και ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών με ασφαλή τρόπο·

vii)

για την επαλήθευση της ταυτότητας και την ταυτοποίηση βασιζόμενων μερών μέσω της εφαρμογής μηχανισμών επαλήθευσης ταυτότητας σύμφωνα με το άρθρο 5β·

viii)

ώστε τα βασιζόμενα μέρη να επαληθεύουν τη γνησιότητα και την ισχύ των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας·

ix)

για την υποβολή αιτήματος σε βασιζόμενο μέρος προκειμένου να διαγράψει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679·

x)

ώστε να καταγγέλλεται βασιζόμενο μέρος στην αρμόδια εθνική αρχή προστασίας δεδομένων όταν λαμβάνεται αίτημα παροχής δεδομένων που εικάζεται ότι είναι παράνομο ή ύποπτο·

xi)

για τη δημιουργία εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών ή εγκεκριμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων μέσω εγκεκριμένων διατάξεων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής ή ηλεκτρονικής σφραγίδας·

β)

δεν παρέχουν πληροφορίες στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών σχετικά με τη χρήση των εν λόγω ηλεκτρονικών βεβαιώσεων·

γ)

διασφαλίζουν ότι μπορεί να επαληθευτεί η ταυτότητα και να γίνει ταυτοποίηση των βασιζόμενων μερών με την εφαρμογή μηχανισμών επαλήθευσης της ταυτότητας σύμφωνα με το άρθρο 5β·

δ)

πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 8 όσον αφορά το υψηλό επίπεδο διασφάλισης, ιδιαίτερα όπως εφαρμόζεται στις απαιτήσεις για απόδειξη ταυτότητας και εξακρίβωση και για τη διαχείριση των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και την επαλήθευση ταυτότητας·

ε)

στην περίπτωση της ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών με ενσωματωμένες πολιτικές γνωστοποίησης, εφαρμόζουν τον κατάλληλο μηχανισμό προκειμένου να ενημερώνεται ο χρήστης ότι το βασιζόμενο μέρος ή ο χρήστης του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας που ζητά την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών έχει την άδεια πρόσβασης σε τέτοια βεβαίωση·

στ)

διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου, τα οποία διατίθενται από το σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο του οποίου παρέχεται το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας, αντιπροσωπεύουν κατά τρόπο μοναδικό το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή το φυσικό πρόσωπο που εκπροσωπεί το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, και συνδέονται με το εν λόγω ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας·

ζ)

παρέχουν σε όλα τα φυσικά πρόσωπα τη δυνατότητα να υπογράφουν μέσω εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών εξ ορισμού και δωρεάν.

Παρά τα οριζόμενα στο στοιχείο ζ) του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν αναλογικά μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι η δωρεάν χρήση εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών από φυσικά πρόσωπα περιορίζεται σε μη επαγγελματικούς σκοπούς.

6.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τους χρήστες, χωρίς καθυστέρηση, σχετικά με οιαδήποτε παραβίαση της ασφάλειας ενδέχεται να έχει θέσει σε κίνδυνο, εν όλω ή εν μέρει, το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητάς τους ή το περιεχόμενό του, ιδίως εάν το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητάς τους έχει ανασταλεί ή ανακληθεί δυνάμει του άρθρου 5ε.

7.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 5στ, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, πρόσθετες λειτουργίες των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης της διαλειτουργικότητας με τα υφιστάμενα εθνικά μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης. Οι εν λόγω πρόσθετες λειτουργίες συμμορφώνονται με το παρόν άρθρο.

8.   Τα κράτη μέλη παρέχουν μηχανισμούς επικύρωσης δωρεάν ώστε:

α)

να διασφαλίζεται ότι μπορούν να επαληθευτούν η γνησιότητα και η ισχύς των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας·

β)

να παρέχεται στους χρήστες η δυνατότητα να επαληθεύουν τη γνησιότητα και την εγκυρότητα της ταυτότητας των βασιζόμενων μερών που έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 5β.

9.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η ισχύς του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας μπορεί να ανακληθεί στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

κατόπιν ρητού αιτήματος του χρήστη·

β)

όταν έχει διακυβευθεί η ασφάλειά του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας·

γ)

σε περίπτωση θανάτου του χρήστη ή παύσης της δραστηριότητας του νομικού προσώπου.

10.   Οι πάροχοι ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας διασφαλίζουν ότι οι χρήστες μπορούν εύκολα να ζητούν τεχνική υποστήριξη και να αναφέρουν τεχνικά προβλήματα ή τυχόν άλλα συμβάντα που έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας.

11.   Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας παρέχονται στο πλαίσιο συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης με υψηλό επίπεδο διασφάλισης.

12.   Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας διασφαλίζουν την ασφάλεια από τον σχεδιασμό.

13.   Η έκδοση, χρήση και ανάκληση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας γίνονται δωρεάν για όλα τα φυσικά πρόσωπα.

14.   Οι χρήστες έχουν τον πλήρη έλεγχο της χρήσης και των δεδομένων του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητάς τους. Ο πάροχος του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας ούτε συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τη χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας που δεν είναι απαραίτητες για την παροχή των υπηρεσιών ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, ούτε συνδυάζει δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου ή τυχόν άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν αποθηκευτεί ή αφορούν τη χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από άλλες υπηρεσίες που προσφέρονται από τον εν λόγω πάροχο ή από υπηρεσίες τρίτων τα οποία δεν είναι απαραίτητα για την παροχή των υπηρεσιών ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, εκτός εάν ο χρήστης έχει ζητήσει ρητά κάτι διαφορετικό. Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την παροχή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας φυλάσσονται σε λογικά διαχωρισμένο χώρο από τα υπόλοιπα δεδομένα που τηρούνται από τον πάροχο του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Αν το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας παρέχεται από ιδιώτες σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου, τότε εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 45η παράγραφος 3.

15.   Η χρήση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας είναι εθελοντική. Με κανέναν τρόπο δεν περιορίζεται ούτε αποθαρρύνεται η πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες, η πρόσβαση στην αγορά εργασίας και η επιχειρηματική ελευθερία για τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν χρησιμοποιούν ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας. Παραμένει δυνατή η πρόσβαση σε δημόσιες και ιδιωτικές υπηρεσίες με άλλα υφιστάμενα μέσα ταυτοποίησης και επαλήθευσης ταυτότητας.

16.   Το τεχνικό πλαίσιο του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας:

α)

δεν επιτρέπει στους παρόχους ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών ή σε οιοδήποτε άλλο μέρος, μετά την έκδοση της βεβαίωσης χαρακτηριστικών, να αποκτούν δεδομένα που επιτρέπουν την παρακολούθηση, τη σύνδεση ή τη συσχέτιση συναλλαγών ή της συμπεριφοράς του χρήστη, ή την απόκτηση με άλλον τρόπο γνώσεων σχετικά με τις συναλλαγές ή τη συμπεριφορά χρήστη, εκτός εάν αυτό επιτρέπεται ρητά από τον χρήστη·

β)

επιτρέπει τεχνικές για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, οι οποίες διασφαλίζουν την αδυναμία σύνδεσης, όταν η βεβαίωση χαρακτηριστικών δεν απαιτεί την ταυτοποίηση του χρήστη.

17.   Κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διενεργείται από τα κράτη μέλη ή για λογαριασμό τους από φορείς ή μέρη υπεύθυνα για την παροχή των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας ως μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης διενεργείται σύμφωνα με κατάλληλα και αποτελεσματικά μέτρα προστασίας δεδομένων. Η συμμόρφωση της εν λόγω επεξεργασίας με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 αποδεικνύεται. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν εθνικές διατάξεις για να εξειδικεύουν περαιτέρω την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

18.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με:

α)

τον φορέα που είναι υπεύθυνος για την κατάρτιση και την τήρηση του καταλόγου των καταχωρισμένων βασιζόμενων μερών που βασίζονται στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας σύμφωνα με το άρθρο 5β παράγραφος 5, και την τοποθεσία του εν λόγω καταλόγου·

β)

τους φορείς που είναι υπεύθυνοι για την παροχή των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας σύμφωνα με το άρθρο 5α παράγραφος 1·

γ)

τους φορείς που είναι υπεύθυνοι να εξασφαλίζουν ότι τα δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου συνδέονται με το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας σύμφωνα με το άρθρο 5α παράγραφος 5 στοιχείο στ)·

δ)

τον μηχανισμό που επιτρέπει την επικύρωση των δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 5 στοιχείο στ) και της ταυτότητας των βασιζόμενων μερών·

ε)

τον μηχανισμό για την επικύρωση της γνησιότητας και της ισχύος των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας.

Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού τις πληροφορίες που κοινοποιούνται δυνάμει του πρώτου εδαφίου μέσω ασφαλούς διαύλου, σε ηλεκτρονικά υπογεγραμμένη ή σφραγισμένη μορφή, κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία.

19.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 22 του παρόντος άρθρου, το άρθρο 11 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στο ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας.

20.   Το άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχεία β) και δ) έως η) εφαρμόζεται κατ’ αναλογία σε παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας.

21.   Τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας καθίστανται προσβάσιμα για χρήση από τα άτομα με αναπηρίες, σε ισότιμη βάση με τους υπόλοιπους χρήστες, σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2).

22.   Για τους σκοπούς της παροχής ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο των οποίων παρέχονται δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις που ορίζονται στα άρθρα 7, 9, 10, 12 και 12α.

23.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τις απαιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5, 8 και 18 του παρόντος άρθρου σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

24.   Η Επιτροπή καταρτίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες προκειμένου να διευκολύνει την ένταξη χρηστών στο ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας είτε με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που συμμορφώνονται με το υψηλό επίπεδο διασφάλισης είτε με μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που συμμορφώνονται με το βασικό επίπεδο διασφάλισης σε συνδυασμό με πρόσθετες διαδικασίες εξ αποστάσεως ένταξης που πληρούν από κοινού τις απαιτήσεις του υψηλού επιπέδου διασφάλισης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 5β

Βασιζόμενα μέρη των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας

1.   Όταν ένα βασιζόμενο μέρος προτίθεται να βασίζεται σε ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας για την παροχή δημόσιων ή ιδιωτικών υπηρεσιών μέσω ψηφιακής αλληλεπίδρασης, το βασιζόμενο μέρος καταχωρίζεται στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο.

2.   Η διαδικασία καταχώρισης είναι οικονομικά αποδοτική και αναλογική σε σχέση με τον κίνδυνο. Το βασιζόμενο μέρος παρέχει τουλάχιστον:

α)

τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επαλήθευση ταυτότητας στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας, οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

i)

το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένο το βασιζόμενο μέρος· και

ii)

το όνομα/την επωνυμία του βασιζόμενου μέρους και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται σε επίσημο αρχείο, μαζί με τα στοιχεία ταυτοποίησης του εν λόγω επίσημου αρχείου·

β)

τα στοιχεία επικοινωνίας του βασιζόμενου μέρους·

γ)

την προβλεπόμενη χρήση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς των δεδομένων που ζητεί το βασιζόμενο μέρος από τους χρήστες.

3.   Τα βασιζόμενα μέρη δεν ζητούν από τους χρήστες να παρέχουν δεδομένα πέραν εκείνων που αναφέρονται δυνάμει της παραγράφου 2 στοιχείο γ).

4.   Οι παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν με την επιφύλαξη του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου που εφαρμόζεται στην παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών.

5.   Τα κράτη μέλη δημοσιοποιούν στο διαδίκτυο τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 σε ηλεκτρονικά υπογεγραμμένη ή σφραγισμένη μορφή, κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία.

6.   Τα βασιζόμενα μέρη που έχουν καταχωριστεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο ενημερώνουν τα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση σχετικά με τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες που παρέχονται στην καταχώριση δυνάμει της παραγράφου 2.

7.   Τα κράτη μέλη παρέχουν κοινό μηχανισμό που επιτρέπει την ταυτοποίηση και την επαλήθευση της ταυτότητας των βασιζόμενων μερών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5α παράγραφος 5 στοιχείο γ).

8.   Όταν τα βασιζόμενα μέρη προτίθενται να βασιστούν σε ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας, ταυτοποιούνται στον χρήστη.

9.   Τα βασιζόμενα μέρη είναι υπεύθυνα για τη διεξαγωγή της διαδικασίας επαλήθευσης και επικύρωσης των δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου και της ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών που ζητούνται από τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας. Τα βασιζόμενα μέρη δεν απορρίπτουν τη χρήση ψευδωνύμων, όταν η ταυτοποίηση του χρήστη δεν απαιτείται από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο.

10.   Οι διαμεσολαβητές που ενεργούν για λογαριασμό των βασιζόμενων μερών θεωρούνται βασιζόμενα μέρη και δεν αποθηκεύουν δεδομένα σχετικά με το περιεχόμενο της συναλλαγής.

11.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή καθορίζει τεχνικές προδιαγραφές και διαδικασίες για τις απαιτήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 5 και 6 έως 9 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων σχετικά με την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5α παράγραφος 23. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 5γ

Πιστοποίηση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας

1.   Η συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και του συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο του οποίου παρέχονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 5α παράγραφοι 4, 5 και 8, με την απαίτηση για λογικό διαχωρισμό που ορίζεται στο άρθρο 5α παράγραφος 14 και, κατά περίπτωση, με τα πρότυπα και τις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 24 πιστοποιείται από οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Η πιστοποίηση της συμμόρφωσης των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, ή μέρη αυτών, οι οποίες είναι σχετικές με την κυβερνοασφάλεια, διενεργείται σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά συστήματα πιστοποίησης της κυβερνοασφάλειας που εγκρίνονται δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3) και αναφέρονται στις εκτελεστικές πράξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.

3.   Για τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου απαιτήσεις που δεν είναι σχετικές με την κυβερνοασφάλεια και, για τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου που είναι σχετικές με την κυβερνοασφάλεια, στον βαθμό που τα συστήματα πιστοποίησης της κυβερνοασφάλειας όπως αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου δεν καλύπτουν, ή καλύπτουν μόνο εν μέρει, τις εν λόγω απαιτήσεις σχετικά με την κυβερνοασφάλεια, και για αυτές τις απαιτήσεις, τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνικά συστήματα πιστοποίησης σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν τα οικεία σχέδια εθνικών συστημάτων πιστοποίησης στην ευρωπαϊκή ομάδα συνεργασίας για την ψηφιακή ταυτότητα που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 46ε παράγραφος 1 (“ομάδα συνεργασίας”). Η ομάδα συνεργασίας μπορεί να εκδίδει γνώμες και συστάσεις.

4.   Η πιστοποίηση δυνάμει της παραγράφου 1 ισχύει για περίοδο έως πέντε ετών, υπό την προϋπόθεση ότι διενεργείται αξιολόγηση τρωτότητας κάθε δύο έτη. Όταν εντοπίζεται τρωτότητα και δεν αποκαθίσταται εγκαίρως, η πιστοποίηση ακυρώνεται.

5.   Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 5α του παρόντος κανονισμού σχετικά με τις πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να πιστοποιηθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

6.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την πιστοποίηση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

7.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση όλων των κρατών μελών.

8.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 47 για τον καθορισμό συγκεκριμένων κριτηρίων που πρέπει να πληρούνται από τους οριζόμενους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 5δ

Δημοσίευση καταλόγου πιστοποιημένων ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας

1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την ομάδα συνεργασίας που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 46ε παράγραφος 1, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σχετικά με τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που έχουν παρασχεθεί δυνάμει του άρθρου 5α και πιστοποιηθεί από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 5γ παράγραφος 1. Ενημερώνουν την Επιτροπή και την ομάδα συνεργασίας που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 46ε παράγραφος 1, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, εάν ακυρωθεί πιστοποίηση και αναφέρουν τους λόγους της ακύρωσης.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 5α παράγραφος 18, οι πληροφορίες που παρέχονται από τα κράτη μέλη και αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

το πιστοποιητικό και την έκθεση αξιολόγησης της πιστοποίησης του πιστοποιημένου ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας·

β)

περιγραφή του συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο του οποίου παρέχεται το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας·

γ)

το εφαρμοστέο καθεστώς εποπτείας και πληροφορίες για το καθεστώς ευθύνης όσον αφορά το μέρος που παρέχει το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας:

δ)

την αρχή ή τις αρχές που είναι υπεύθυνες για το σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης·

ε)

τις ρυθμίσεις για την αναστολή ή την ανάκληση του συστήματος ηλεκτρονικής ταυτοποίησης ή της επαλήθευσης ταυτότητας ή των σχετικών μερών αυτών που έχουν εκτεθεί σε κίνδυνο.

3.   Βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει δυνάμει της παραγράφου 1, η Επιτροπή καταρτίζει, δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διατηρεί κατάλογο πιστοποιημένων ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, σε μηχαναγνώσιμη μορφή.

4.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή για να διαγραφεί από τον κατάλογο της παραγράφου 3 ένα ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας και το σύστημα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο του οποίου παρέχεται.

5.   Σε περίπτωση που υπάρχουν αλλαγές στις πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει της παραγράφου 1, το κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή επικαιροποιημένες πληροφορίες.

6.   Η Επιτροπή επικαιροποιεί τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 δημοσιεύοντας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις αντίστοιχες τροποποιήσεις του καταλόγου εντός ενός μηνός από την παραλαβή αιτήματος δυνάμει της παραγράφου 4 ή επικαιροποιημένων πληροφοριών δυνάμει της παραγράφου 5.

7.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή καθορίζει τους μορφότυπους και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τους σκοπούς των παραγράφων 1, 4 και 5 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων σχετικά με την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 5α παράγραφος 23. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 5ε

Παραβίαση της ασφάλειας των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας

1.   Όταν τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 5α, οι μηχανισμοί επικύρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 8 ή τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης στο πλαίσιο των οποίων παρέχονται τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας έχουν παραβιαστεί ή εκτεθεί μερικώς σε κίνδυνο κατά τρόπο που θίγει την αξιοπιστία τους ή την αξιοπιστία άλλων ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, το κράτος μέλος που παρέσχε το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας αναστέλλει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την παροχή και τη χρήση των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας.

Όταν αυτό δικαιολογείται από τη σοβαρότητα της παραβίασης της ασφάλειας ή του κινδύνου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος αποσύρει τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Το κράτος μέλος ενημερώνει σχετικά τους θιγόμενους χρήστες, τα ενιαία σημεία επαφής που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 46γ παράγραφος 1, τα βασιζόμενα μέρη και την Επιτροπή.

2.   Εάν η παραβίαση της ασφάλειας ή ο κίνδυνος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου δεν αντιμετωπιστεί εντός τριών μηνών από την αναστολή, το κράτος μέλος που παρέσχε τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας αποσύρει τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και ανακαλεί την ισχύ τους. Το κράτος μέλος ενημερώνει αναλόγως τους θιγόμενους χρήστες, τα ενιαία σημεία επαφής που ορίζονται δυνάμει του άρθρο 46γ παράγραφος 1, τα βασιζόμενα μέρη και την Επιτροπή σχετικά με την ανάκληση.

3.   Όταν αντιμετωπιστεί η παραβίαση της ασφάλειας ή ο κίνδυνος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος που έχει παράσχει τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας αποκαθιστά την παροχή και τη χρήση τους και ενημερώνει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τους θιγόμενους χρήστες και τα βασιζόμενα μέρη, τα ενιαία σημεία επαφής που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 46γ παράγραφος 1 και την Επιτροπή.

4.   Η Επιτροπή δημοσιεύει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις αντίστοιχες τροποποιήσεις του καταλόγου του άρθρου 5δ.

5.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο με τα πρότυπα αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 5στ

Διασυνοριακή προσφυγή στα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας

1.   Όταν τα κράτη μέλη απαιτούν ηλεκτρονική ταυτοποίηση και επαλήθευση ταυτότητας για την πρόσβαση σε επιγραμμική υπηρεσία που παρέχεται από φορέα του δημόσιου τομέα, αποδέχονται επίσης ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Όταν ιδιωτικά βασιζόμενα μέρη που παρέχουν υπηρεσίες, με εξαίρεση τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και τις μικρές επιχειρήσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (*4), υποχρεούνται από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο να χρησιμοποιούν ισχυρή επαλήθευση ταυτότητας χρήστη για επιγραμμική ταυτοποίηση, ή όταν απαιτείται ισχυρή επαλήθευση ταυτότητας χρήστη για επιγραμμική ταυτοποίηση βάσει συμβατικής υποχρέωσης, μεταξύ άλλων στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας, των τραπεζών, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της κοινωνικής ασφάλισης, της υγείας, του πόσιμου νερού, των ταχυδρομικών υπηρεσιών, των ψηφιακών υποδομών, της εκπαίδευσης ή των τηλεπικοινωνιών, τα εν λόγω ιδιωτικά βασιζόμενα μέρη, το αργότερο 36 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 23 και στο άρθρο 5γ παράγραφος 6 και μόνον κατόπιν εθελοντικού αιτήματος του χρήστη, αποδέχονται επίσης τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Όταν πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 33 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*5) απαιτούν επαλήθευση της ταυτότητας χρηστών για την πρόσβαση σε επιγραμμικές υπηρεσίες, αποδέχονται επίσης και διευκολύνουν τη χρήση ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό για την επαλήθευση της ταυτότητας χρήστη μόνον κατόπιν εθελοντικού αιτήματος του χρήστη και όσον αφορά τα ελάχιστα δεδομένα που απαιτούνται για τη συγκεκριμένη επιγραμμική υπηρεσία για την οποία ζητείται επαλήθευση ταυτότητας.

4.   Σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή διευκολύνει την κατάρτιση κωδίκων δεοντολογίας σε στενή συνεργασία με όλους τους συμφεροντούχους, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών, προκειμένου να συμβάλει στην ευρεία διαθεσιμότητα και χρηστικότητα των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και να ενθαρρύνει τους παρόχους υπηρεσιών να ολοκληρώσουν την ανάπτυξη κωδίκων δεοντολογίας.

5.   Εντός 24 μηνών μετά την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, η Επιτροπή αξιολογεί την ζήτηση, την διαθεσιμότητα και την χρηστικότητα των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια όπως η αφομοίωση από τους χρήστες, η διασυνοριακή παρουσία παρόχων υπηρεσιών, οι τεχνολογικές εξελίξεις, η εξέλιξη των μοτίβων χρήσης και η καταναλωτική ζήτηση.

(*2)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70)."

(*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τον ENISA (“Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια”) και με την πιστοποίηση της κυβερνοασφάλειας στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 526/2013 (πράξη για την κυβερνοασφάλεια) (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 15)."

(*4)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36)."

(*5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ L 277 της 27.10.2022, σ. 1).»·"

6)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη επικεφαλίδα πριν από το άρθρο 6:

«ΤΜΗΜΑ 2

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΤΑΥΤΟΠΟΙΗΣΗΣ»·

7)

στο άρθρο 7, το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1, το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στα άλλα κράτη μέλη, για τους σκοπούς του άρθρου 12 παράγραφος 5, περιγραφή του εν λόγω συστήματος σύμφωνα με τις διαδικαστικές λεπτομέρειες που καθορίζονται με τις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 6·»·

8)

στο άρθρο 8 παράγραφος 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3   Έως τις 18 Σεπτεμβρίου 2015, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διεθνών προτύπων και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η Επιτροπή εκδίδει, με εκτελεστικές πράξεις, τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές, τα πρότυπα και τις διαδικασίες βάσει των οποίων καθορίζονται τα επίπεδα διασφάλισης —χαμηλό, βασικό και υψηλό— των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.»·

9)

στο άρθρο 9, οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή δημοσιεύει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατάλογο των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που κοινοποιήθηκαν δυνάμει της παραγράφου 1, καθώς και βασικές πληροφορίες σχετικά με τα συστήματα αυτά.

3.   Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις τροποποιήσεις του καταλόγου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης.»·

10)

στο άρθρο 10, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Παραβίαση της ασφάλειας των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης»·

11)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 11α

Διασυνοριακή αντιστοίχιση ταυτότητας

1.   Όταν ενεργούν ως βασιζόμενα μέρη για διασυνοριακές υπηρεσίες, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν αδιαμφισβήτητη αντιστοίχιση ταυτότητας για τα φυσικά πρόσωπα που χρησιμοποιούν κοινοποιημένα μέσα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης ή ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας.

2.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που χρησιμοποιούνται για την αντιστοίχιση ταυτότητας, και για την πρόληψη της κατάρτισης προφίλ των χρηστών.

3.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο με τα πρότυπα αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

12)

το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διαλειτουργικότητα»·

β)

η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

διευκολύνει την εφαρμογή της προστασίας της ιδιωτικής ζωής και της ασφάλειας από τον σχεδιασμό·»·

ii)

το στοιχείο δ) απαλείφεται·

γ)

στην παράγραφο 4, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

αναφορά σε ένα ελάχιστο σύνολο δεδομένων ταυτοποίησης προσώπου που είναι αναγκαία προκειμένου να αντιπροσωπεύουν κατά τρόπο μοναδικό ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή ένα φυσικό πρόσωπο που εκπροσωπεί άλλο φυσικό πρόσωπο ή ένα νομικό πρόσωπο, και διατίθενται από τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης·»·

δ)

οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Τα κράτη μέλη διενεργούν αξιολογήσεις από ομοτίμους των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και που πρέπει να κοινοποιούνται δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο α).

6.   Έως τις 18 Μαρτίου 2025 η Επιτροπή καθορίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τις αναγκαίες διαδικαστικές λεπτομέρειες για τις αξιολογήσεις από ομοτίμους που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, με σκοπό την προώθηση υψηλού επιπέδου εμπιστοσύνης και ασφάλειας αντίστοιχου με τον βαθμό κινδύνου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

ε)

η παράγραφος 7 απαλείφεται·

στ)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8.   Έως τις 18 Σεπτεμβρίου 2025 και για τον σκοπό της θέσπισης ενιαίων προϋποθέσεων για την εφαρμογή της απαίτησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σχετικά με το πλαίσιο διαλειτουργικότητας, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη των κριτηρίων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

13)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα στο κεφάλαιο II:

«Άρθρο 12α

Πιστοποίηση των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης

1.   Η συμμόρφωση των κοινοποιητέων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης προς τις απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις σχετικές με την κυβερνοασφάλεια απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 σχετικά με τα επίπεδα διασφάλισης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, πιστοποιείται από οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Η πιστοποίηση δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου διενεργείται στο πλαίσιο σχετικού συστήματος πιστοποίησης της κυβερνοασφάλειας δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/881 ή μέρη αυτού, στον βαθμό που το πιστοποιητικό κυβερνοασφάλειας ή μέρη αυτού καλύπτουν τις εν λόγω απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας.

3.   Η πιστοποίηση δυνάμει της παραγράφου 1 ισχύει για μέγιστη περίοδο πέντε ετών, υπό την προϋπόθεση ότι διενεργείται αξιολόγηση τρωτότητας ανά διετία. Όταν εντοπίζεται τρωτό σημείο και δεν διορθώνεται εντός τριών μηνών από τότε που εντοπίστηκε, η πιστοποίηση ακυρώνεται.

4.   Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, τα κράτη μέλη μπορούν, σύμφωνα με την εν λόγω παράγραφο, να ζητούν πρόσθετες πληροφορίες από κοινοποιούν κράτος μέλος σχετικά με τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης ή μέρος αυτών που έχουν πιστοποιηθεί.

5.   Η αξιολόγηση των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης από ομοτίμους, όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 5 δεν εφαρμόζεται σε συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης ή μέρη αυτών των συστημάτων που έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν πιστοποιητικό ή δήλωση συμμόρφωσης, που εκδίδεται σύμφωνα με σχετικό σύστημα πιστοποίησης ή μέρη τέτοιων συστημάτων, με τις οριζόμενες στο άρθρο 8 παράγραφος 2 απαιτήσεις που δεν αφορούν την κυβερνοασφάλεια σχετικά με το επίπεδο διασφάλισης των συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

6.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις ονομασίες και τις διευθύνσεις των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση όλων των κρατών μελών.

Άρθρο 12β

Πρόσβαση σε χαρακτηριστικά υλικού και λογισμικού

Όταν οι πάροχοι ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και οι εκδότες κοινοποιημένων μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης που ενεργούν υπό εμπορική ή επαγγελματική ιδιότητα και χρησιμοποιούν βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2) του κανονισμού (ΕΕ) 2022/1925 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*6) για τον σκοπό —ή κατά τη διάρκεια— παροχής υπηρεσιών ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας και μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης σε τελικούς χρήστες είναι επαγγελματίες χρήστες όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 21) του εν λόγω κανονισμού, οι πυλωροί τούς παρέχουν ιδίως αποτελεσματική διαλειτουργικότητα με τα ίδια χαρακτηριστικά λειτουργικού συστήματος, υλικού ή λογισμικού, και, για τους σκοπούς της διαλειτουργικότητας, πρόσβαση στα ίδια χαρακτηριστικά. Η εν λόγω αποτελεσματική διαλειτουργικότητα και η πρόσβαση παρέχονται δωρεάν και ανεξαρτήτως του αν τα χαρακτηριστικά υλικού ή λογισμικού αποτελούν μέρος του λειτουργικού συστήματος, όπως διατίθενται στον εν λόγω πυλωρό, ή χρησιμοποιούνται από αυτόν, κατά την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών, κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/1925. Το παρόν άρθρο δεν θίγει το άρθρο 5α παράγραφος 14 του παρόντος κανονισμού.

(*6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/1925 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2022, σχετικά με διεκδικήσιμες και δίκαιες αγορές στον ψηφιακό τομέα και για την τροποποίηση των οδηγιών (ΕΕ) 2019/1937 και (ΕΕ) 2020/1828 (Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές) (ΕΕ L 265 της 12.10.2022, σ. 1).»·"

14)

στο άρθρο 13, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, οι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης είναι υπεύθυνοι για ζημίες που προκαλούνται εκ προθέσεως ή εξ αμελείας σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο λόγω μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που υπέστη υλική ή μη υλική ζημία ως αποτέλεσμα παράβασης του παρόντος κανονισμού από πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης έχει το δικαίωμα να ζητήσει αποζημίωση σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο.

Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που επικαλείται τη ζημία του πρώτου εδαφίου φέρει το βάρος απόδειξης της πρόθεσης ή της αμέλειας μη εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

Τεκμαίρεται ότι συντρέχει πρόθεση ή αμέλεια εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης, εκτός εάν ο εν λόγω εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης αποδείξει ότι η ζημία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο προκλήθηκε χωρίς να συντρέχει πρόθεση ή αμέλειά του εν λόγω εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης.»·

15)

τα άρθρα 14, 15 και 16 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 14

Διεθνείς πτυχές

1.   Οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες ή διεθνής οργανισμός αναγνωρίζονται ως νομικά ισοδύναμες προς τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης εγκατεστημένοι εντός της Ένωσης, εφόσον οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που προέρχονται από την τρίτη χώρα ή από τον διεθνή οργανισμό αναγνωρίζονται μέσω εκτελεστικών πράξεων ή συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ της Ένωσης και της τρίτης χώρας ή του διεθνούς οργανισμού δυνάμει του άρθρου 218 ΣΛΕΕ.

Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εκδίδονται σύμφωνα με την διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

2.   Οι εκτελεστικές πράξεις και η συμφωνία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασφαλίζουν ότι οι απαιτήσεις που εφαρμόζονται στους εγκατεστημένους στην Ένωση εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης καθώς και στις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που αυτοί παρέχουν τηρούνται από τους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης στην οικεία τρίτη χώρα ή από τους διεθνείς οργανισμούς και από τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης που αυτοί παρέχουν. Οι τρίτες χώρες και οι διεθνείς οργανισμοί ειδικότερα καταρτίζουν, τηρούν και δημοσιεύουν κατάλογο εμπιστοσύνης αναγνωρισμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

3.   Οι συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασφαλίζουν ότι οι εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης εγκατεστημένοι στην Ένωση αναγνωρίζονται ως νομικά ισοδύναμες με τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης στην τρίτη χώρα ή ο διεθνής οργανισμός που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας.

Άρθρο 15

Προσβασιμότητα για άτομα με αναπηρία και με ειδικές ανάγκες

Η παροχή μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης και τα προϊόντα τελικού χρήστη που χρησιμοποιούνται για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών διατίθενται σε απλή και κατανοητή γλώσσα σύμφωνα με τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας της οδηγίας (ΕΕ) 2019/882, προς όφελος και των ατόμων που αντιμετωπίζουν λειτουργικούς περιορισμούς, όπως οι ηλικιωμένοι, και των ατόμων με περιορισμένη πρόσβαση στις ψηφιακές τεχνολογίες.

Άρθρο 16

Κυρώσεις

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 31 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*7), τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περιπτώσεις παράβασης του παρόντος κανονισμού. Οι κυρώσεις αυτές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι παραβάσεις του παρόντος κανονισμού από εγκεκριμένους και μη εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης υπόκεινται σε διοικητικά πρόστιμα ανώτατου ύψους τουλάχιστον:

α)

5 000 000 EUR όταν ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης είναι φυσικό πρόσωπο· ή

β)

όταν ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης είναι νομικό πρόσωπο, 5 000 000 EUR ή 1 % του συνολικού παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών της επιχείρησης στην οποία ανήκε ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης κατά το οικονομικό έτος που προηγείται του έτους κατά το οποίο σημειώθηκε η παράβαση, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι υψηλότερο.

3.   Ανάλογα με το νομικό σύστημα των κρατών μελών, οι κανόνες για τα διοικητικά πρόστιμα μπορούν να εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε η διαδικασία για τα πρόστιμα να κινείται από τον αρμόδιο εποπτικό φορέα και τα πρόστιμα να επιβάλλονται από τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια. Η εφαρμογή των εν λόγω κανόνων στα σχετικά κράτη μέλη διασφαλίζει ότι τα εν λόγω νομικά διορθωτικά μέτρα είναι αποτελεσματικά και έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται απευθείας από τις εποπτικές αρχές.

(*7)  Οδηγία (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο κυβερνοασφάλειας σε ολόκληρη την Ένωση, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 και της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148 (οδηγία NIS 2) (ΕΕ L 333 της 27.12.2022, σ. 80).»·"

16)

στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 2, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Μη εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης»·

17)

τα άρθρα 17 και 18 απαλείφονται·

18)

στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 2 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Απαιτήσεις για μη εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης

1.   Οι μη εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν μη εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης:

α)

διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και λαμβάνουν τα αντίστοιχα μέτρα για τη διαχείριση νομικών, επιχειρηματικών, λειτουργικών και άλλων άμεσων ή έμμεσων κινδύνων για την παροχή της μη εγκεκριμένης υπηρεσίας εμπιστοσύνης, τα οποία, παρά τα οριζόμενα στο άρθρο 21 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555, περιλαμβάνουν τουλάχιστον μέτρα που αφορούν:

i)

διαδικασίες εγγραφής και ένταξης για υπηρεσία εμπιστοσύνης·

ii)

διαδικαστικούς ή διοικητικούς ελέγχους που απαιτούνται για την παροχή υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

iii)

τη διαχείριση και την παροχή υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

β)

ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα, τα ταυτοποιήσιμα θιγόμενα πρόσωπα, το κοινό, εάν αυτό εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, και, κατά περίπτωση, άλλες σχετικές αρμόδιες αρχές, για τυχόν παραβιάσεις ασφάλειας ή διαταραχές στην παροχή της υπηρεσίας ή στην εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο α) σημείο i), ii) ή iii), οι οποίες έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην παρεχόμενη υπηρεσία εμπιστοσύνης ή στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διατηρούνται σε αυτήν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός 24 ωρών από τη στιγμή που λαμβάνουν γνώση για τυχόν παραβιάσεις ασφάλειας ή διαταραχές.

2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες σχετικά με την παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο τεκμαίρεται εφόσον πληρούνται τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

19)

το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης ελέγχονται, με δικές τους δαπάνες τουλάχιστον κάθε 24 μήνες, από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Με τον έλεγχο επιβεβαιώνεται ότι οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης και οι παρεχόμενες από αυτούς εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στο άρθρο 21 της οδηγίας (EΕ) 2022/2555. Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης υποβάλλουν την προκύπτουσα έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης στον εποπτικό φορέα εντός τριών εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της.»·

β)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«1α.   Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα το αργότερο έναν μήνα πριν από οποιοδήποτε σχεδιαζόμενο έλεγχο και επιτρέπουν τη συμμετοχή του εποπτικού φορέα ως παρατηρητή κατόπιν αιτήματος.

1β.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Επιτροπή τα ονόματα, τις διευθύνσεις και τα στοιχεία διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους. Η Επιτροπή θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση όλων των κρατών μελών.»·

γ)

οι παράγραφοι 2, 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, ο εποπτικός φορέας μπορεί ανά πάσα στιγμή να διενεργεί ελέγχους ή να ζητεί από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης τη διενέργεια αξιολόγησης της συμμόρφωσης για εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης, με δαπάνες των εν λόγω εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, προκειμένου να επιβεβαιώνεται ότι οι ίδιοι και οι παρεχόμενες από αυτούς εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού. Όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν παραβιαστεί οι κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο εποπτικός φορέας ενημερώνει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τις αρμόδιες εποπτικές αρχές που έχουν συγκροτηθεί δυνάμει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679.

3.   Όταν ο εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης δεν πληροί οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ο εποπτικός φορέας ζητεί από αυτόν να προβεί σε διορθωτικές ενέργειες εντός καθορισμένης προθεσμίας, κατά περίπτωση.

Εάν ο εν λόγω πάροχος δεν προβεί σε διορθωτικές ενέργειες και, κατά περίπτωση, δεν προβεί σε διορθωτικές ενέργειες εντός της προθεσμίας που έχει οριστεί από τον εποπτικό φορέα, ο εποπτικός φορέας αποσύρει, όπου αυτό δικαιολογείται ιδίως από την έκταση, τη διάρκεια και τις συνέπειες της εν λόγω παράλειψης, την έγκριση του εν λόγω παρόχου ή της θιγόμενης υπηρεσίας την οποία παρέχει.

3α.   Όταν οι αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί ή συσταθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα ότι ο εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης δεν πληροί κάποια από τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 21 της εν λόγω οδηγίας, ο εποπτικός φορέας αποσύρει, όπου αυτό δικαιολογείται ιδίως από την έκταση, τη διάρκεια και τις συνέπειες της εν λόγω παράλειψης, την έγκριση του εν λόγω παρόχου ή της θιγόμενης υπηρεσίας την οποία παρέχει.

3β.   Όταν οι εποπτικές αρχές που έχουν συγκροτηθεί δυνάμει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα ότι ο εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης δεν πληροί οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις που ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, ο εποπτικός φορέας αποσύρει, όπου αυτό δικαιολογείται ιδίως από την έκταση, τη διάρκεια και τις συνέπειες της εν λόγω παράλειψης, την έγκριση του εν λόγω παρόχου ή της θιγόμενης υπηρεσίας την οποία παρέχει.

3γ.   Ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης σχετικά με την απόσυρση της έγκρισής του ή της έγκρισης της σχετικής υπηρεσίας. Ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τον φορέα που κοινοποιείται δυνάμει του άρθρου 22 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, προκειμένου να επικαιροποιηθούν οι κατάλογοι εμπιστοσύνης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, και την αρμόδια αρχή που έχει οριστεί ή συσταθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555.

4.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τα ακόλουθα:

α)

για τη διαπίστευση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1·

β)

για τις απαιτήσεις ελέγχου βάσει των οποίων οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης διενεργούν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της σύνθετης αξιολόγησης, των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1·

γ)

για τα συστήματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τη διενέργεια της αξιολόγησης της συμμόρφωσης των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την υποβολή της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

20)

το άρθρο 21 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Όταν οι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης προτίθενται να αρχίσουν να παρέχουν εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης, γνωστοποιούν στον εποπτικό φορέα την πρόθεσή τους συνοδευόμενη από έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκδίδει οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με την οποία επιβεβαιώνεται η εκπλήρωση των απαιτήσεων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στο άρθρο 21 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555.

2.   Ο εποπτικός φορέας επαληθεύει αν ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης και οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης τις οποίες παρέχει συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και ιδίως προς τις απαιτήσεις που προβλέπονται για τους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης και για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν.

Προκειμένου να επαληθεύσει τη συμμόρφωση του παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 21 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555, ο εποπτικός φορέας ζητεί από τις αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί ή συσταθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας να προβούν σε εποπτικές ενέργειες στο πλαίσιο αυτό και να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με το αποτέλεσμα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός δύο μηνών από την παραλαβή του εν λόγω αιτήματος. Εάν η επαλήθευση δεν ολοκληρωθεί εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, οι εν λόγω αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα εξηγώντας τους λόγους της καθυστέρησης και ορίζοντας την προθεσμία εντός της οποίας θα ολοκληρωθεί η επαλήθευση.

Εάν ο εποπτικός φορέας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης και οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης τις οποίες παρέχει συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, ο εποπτικός φορέας χορηγεί έγκριση στον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και στις υπηρεσίες εμπιστοσύνης τις οποίες παρέχει και ενημερώνει τον φορέα που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 προκειμένου να επικαιροποιήσει τους καταλόγους εμπιστοσύνης που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1, το αργότερο τρεις μήνες από την κοινοποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Εάν η επαλήθευση δεν ολοκληρωθεί εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση, ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης εξηγώντας τους λόγους της καθυστέρησης και ορίζοντας την προθεσμία εντός της οποίας θα ολοκληρωθεί η επαλήθευση.»·

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει τους μορφοτύπους και τις διαδικασίες κοινοποίησης και επαλήθευσης για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

21)

το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κατά την έκδοση εγκεκριμένου πιστοποιητικού ή εγκεκριμένης ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών, εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης προβαίνει σε εξακρίβωση της ταυτότητας και, κατά περίπτωση, τυχόν ειδικών χαρακτηριστικών του φυσικού ή νομικού προσώπου για το οποίο εκδίδεται το εγκεκριμένο πιστοποιητικό ή η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών.

1α.   Η εξακρίβωση της ταυτότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται, με κατάλληλα μέσα, από τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης, είτε άμεσα είτε μέσω τρίτου, με βάση μία από τις ακόλουθες μεθόδους ή, όταν απαιτείται, συνδυασμό αυτών σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1γ:

α)

με το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας ή με κοινοποιημένο μέσο ηλεκτρονικής ταυτοποίησης το οποίο πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 8 όσον αφορά το υψηλό επίπεδο διασφάλισης·

β)

μέσω πιστοποιητικού εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή εγκεκριμένης ηλεκτρονικής σφραγίδας που έχει εκδοθεί σε συμμόρφωση με το στοιχείο α), γ) ή δ)·

γ)

με τη χρήση άλλων μεθόδων ταυτοποίησης που εξασφαλίζουν την ταυτοποίηση του προσώπου με υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης, η συμμόρφωση των οποίων επιβεβαιώνεται από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

δ)

με φυσική παρουσία του φυσικού προσώπου ή εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου του νομικού προσώπου, με κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία και διαδικασίες, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο·

1β.   Η εξακρίβωση των χαρακτηριστικών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται, με κατάλληλα μέσα, από τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης, είτε άμεσα είτε μέσω τρίτου, με βάση μία από τις ακόλουθες μεθόδους ή, όταν είναι αναγκαίο, συνδυασμό αυτών, σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1γ:

α)

με το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας ή με κοινοποιημένο μέσο ηλεκτρονικής ταυτοποίησης το οποίο πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 8 όσον αφορά το υψηλό επίπεδο διασφάλισης·

β)

μέσω πιστοποιητικού εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή εγκεκριμένης ηλεκτρονικής σφραγίδας που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1α στοιχείο α), γ) ή δ)·

γ)

μέσω εγκεκριμένης ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών·

δ)

με τη χρήση άλλων μεθόδων που εξασφαλίζουν την επαλήθευση των χαρακτηριστικών με υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης, η συμμόρφωση των οποίων επιβεβαιώνεται από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

ε)

με τη φυσική παρουσία του φυσικού προσώπου ή εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου του νομικού προσώπου, με κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία και διαδικασίες, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

1γ.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την εξακρίβωση της ταυτότητας και την επαλήθευση των χαρακτηριστικών σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 1α και 1β του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

β)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα τουλάχιστον έναν μήνα πριν από την εφαρμογή οποιασδήποτε αλλαγής όσον αφορά την παροχή των εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης του ή τουλάχιστον τρεις μήνες νωρίτερα σε περίπτωση πρόθεσης παύσης των εν λόγω δραστηριοτήτων·»·

ii)

τα στοιχεία δ) και ε) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

προτού συνάψουν συμβατική σχέση, ενημερώνουν, με σαφή, ολοκληρωμένο και εύκολα προσβάσιμο τρόπο, σε δημόσια προσβάσιμο χώρο και μεμονωμένα, κάθε πρόσωπο που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης σχετικά με τους ακριβείς όρους και τις προϋποθέσεις για τη χρήση της εν λόγω υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν περιορισμών όσον αφορά τη χρήση της·

ε)

χρησιμοποιούν αξιόπιστα συστήματα και προϊόντα τα οποία προστατεύονται από τροποποιήσεις και διασφαλίζουν την τεχνική ασφάλεια και αξιοπιστία των διεργασιών που υποστηρίζονται από αυτά, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κατάλληλων κρυπτογραφικών τεχνικών·»·

iii)

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

«στα)

παρά τα οριζόμενα στο άρθρο 21 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555, διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και λαμβάνουν τα αντίστοιχα μέτρα για τη διαχείριση νομικών, επιχειρηματικών, λειτουργικών και άλλων άμεσων ή έμμεσων κινδύνων για την παροχή της εγκεκριμένης υπηρεσίας εμπιστοσύνης, συμπεριλαμβανομένων τουλάχιστον μέτρων σχετικά με τα ακόλουθα:

i)

διαδικασίες εγγραφής και ένταξης για υπηρεσία·

ii)

διαδικαστικούς ή διοικητικούς ελέγχους·

iii)

τη διαχείριση και την παροχή υπηρεσιών·

στβ)

ενημερώνουν τον εποπτικό φορέα, τα ταυτοποιήσιμα θιγόμενα πρόσωπα, άλλους σχετικούς αρμόδιους φορείς κατά περίπτωση και το κοινό, κατόπιν αιτήματος του εποπτικού φορέα, εάν αυτό εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, για τυχόν παραβιάσεις της ασφάλειας ή διαταραχές στην παροχή της υπηρεσίας ή στην εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο στα) σημείο i), ii) ή iii), οι οποίες έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην παρεχόμενη υπηρεσία εμπιστοσύνης ή στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που διατηρούνται σε αυτήν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός 24 ωρών από το συμβάν·»·

iv)

τα στοιχεία ζ), η) και θ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα κατά της πλαστογραφίας, της κλοπής και της υπεξαίρεσης δεδομένων, ή κατά της χωρίς δικαίωμα διαγραφής, αλλοίωσης ή μη παροχής πρόσβασης στα δεδομένα·

η)

καταγράφουν και διατηρούν προσβάσιμο για όσο διάστημα απαιτείται μετά την παύση των δραστηριοτήτων του εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης, το σύνολο των συναφών πληροφοριών που αφορούν δεδομένα τα οποία έχουν εκδοθεί και ληφθεί από τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης για την παροχή αποδεικτικών στοιχείων σε νομικές διαδικασίες και για τη διασφάλιση της συνέχειας της υπηρεσίας. Η καταγραφή αυτή δύναται να πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα·

θ)

διαθέτουν ενημερωμένο σχέδιο τερματισμού με σκοπό την εξασφάλιση της συνέχειας της υπηρεσίας σύμφωνα με διατάξεις που είναι ελεγμένες από τον εποπτικό φορέα δυνάμει του άρθρου 46β παράγραφος 4 στοιχείο θ)· »·

v)

το στοιχείο ι) απαλείφεται·

vi)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ο εποπτικός φορέας δύναται να ζητήσει πληροφορίες επιπλέον των πληροφοριών που γνωστοποιούνται δυνάμει του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου ή το αποτέλεσμα αξιολόγησης της συμμόρφωσης και δύναται να θέσει όρους για τη χορήγηση της άδειας εφαρμογής των προβλεπόμενων αλλαγών στις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης. Εάν η επαλήθευση δεν ολοκληρωθεί εντός τριών μηνών από τη γνωστοποίηση, ο εποπτικός φορέας ενημερώνει τον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης εξηγώντας τους λόγους της καθυστέρησης και ορίζοντας την προθεσμία εντός της οποίας θα ολοκληρωθεί η επαλήθευση.»·

γ)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4α.   Οι παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζονται αναλόγως στην ανάκληση εγκεκριμένων ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών.

4β.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 47 για τη θέσπιση πρόσθετων μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο στ-α) του παρόντος άρθρου.

5.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο τεκμαίρεται εφόσον πληρούνται τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

22)

στο κεφάλαιο III τμήμα 3 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 24α

Αναγνώριση εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης

1.   Οι εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές που βασίζονται σε εγκεκριμένο πιστοποιητικό το οποίο έχει εκδοθεί σε ένα κράτος μέλος και οι εγκεκριμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες που βασίζονται σε εγκεκριμένο πιστοποιητικό το οποίο έχει εκδοθεί σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται αντίστοιχα ως εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές και εγκεκριμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Οι εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής και οι εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας που έχουν πιστοποιηθεί σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται αντίστοιχα ως εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής και εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

3.   Εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικών υπογραφών, εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικών σφραγίδων, εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης για τη διαχείριση εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής και εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης για τη διαχείριση εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας που παρέχονται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται αντίστοιχα ως εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικών υπογραφών, εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικών σφραγίδων, εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης για τη διαχείριση εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής, και εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης για τη διαχείριση εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

4.   Εγκεκριμένη υπηρεσία επικύρωσης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών και εγκεκριμένη υπηρεσία επικύρωσης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων που παρέχονται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται αντίστοιχα ως εγκεκριμένη υπηρεσία επικύρωσης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών και εγκεκριμένη υπηρεσία επικύρωσης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

5.   Εγκεκριμένη υπηρεσία διαφύλαξης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών και εγκεκριμένη υπηρεσία διαφύλαξης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων που παρέχονται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζονται αντίστοιχα ως εγκεκριμένη υπηρεσία διαφύλαξης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών και εγκεκριμένη υπηρεσία διαφύλαξης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

6.   Εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα που παρέχεται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται ως εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

7.   Εγκεκριμένο πιστοποιητικό για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου που εκδίδεται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται ως εγκεκριμένο πιστοποιητικό για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

8.   Εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης που παρέχεται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται ως εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπηρεσία συστημένης παράδοσης σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

9.   Εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται ως εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

10.   Εγκεκριμένη υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης που παρέχεται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται ως εγκεκριμένη υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.

11.   Εγκεκριμένο ηλεκτρονικό καθολικό που παρέχεται σε ένα κράτος μέλος αναγνωρίζεται ως εγκεκριμένο ηλεκτρονικό καθολικό σε όλα τα άλλα κράτη μέλη.»·

23)

στο άρθρο 25, η παράγραφος 3 απαλείφεται·

24)

το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

το μόνο εδάφιο αριθμείται σε παράγραφο 1·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2.   Έως τις 21 Μαΐου 2026, η Επιτροπή αξιολογεί αν απαιτείται η έκδοση εκτελεστικών πράξεων για να καταρτιστεί κατάλογος προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, να καθοριστούν προδιαγραφές και διαδικασίες για τις προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές. Ανάλογα με το αποτέλεσμα της εν λόγω εκτίμησης, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις για προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές τεκμαίρεται όταν μια προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή πληροί τα προαναφερόμενα πρότυπα και τις προαναφερόμενες προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

25)

στο άρθρο 27, η παράγραφος 4 απαλείφεται·

26)

στο άρθρο 28, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικής υπογραφής. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I τεκμαίρεται εφόσον το εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικής υπογραφής πληροί τα προαναφερόμενα πρότυπα και τις προαναφερόμενες προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

27)

στο άρθρο 29, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η δημιουργία ή η διαχείριση δεδομένων δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής ή η αναπαραγωγή των εν λόγω δεδομένων δημιουργίας υπογραφής για σκοπούς δημιουργίας εφεδρικών αντιγράφων πραγματοποιείται μόνο για λογαριασμό του υπογράφοντος, κατόπιν αιτήματος του υπογράφοντος, και από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχει εγκεκριμένη υπηρεσία εμπιστοσύνης για τη διαχείριση εγκεκριμένης διάταξης εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής.»·

28)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 29α

Απαιτήσεις για εγκεκριμένη υπηρεσία διαχείρισης εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής

1.   Η διαχείριση των εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής ως εγκεκριμένη υπηρεσία πραγματοποιείται μόνο από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης ο οποίος:

α)

δημιουργεί ή διαχειρίζεται δεδομένα δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής εξ ονόματος του υπογράφοντος·

β)

παρά τα οριζόμενα στο παράρτημα II σημείο 1 στοιχείο δ), αναπαράγει τα δεδομένα δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής μόνο για σκοπούς δημιουργίας εφεδρικών αντιγράφων, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

i)

η ασφάλεια των αναπαραγόμενων συνόλων δεδομένων είναι στο ίδιο επίπεδο με το επίπεδο της ασφάλειας των πρωτοτύπων·

ii)

ο αριθμός των αναπαραγόμενων συνόλων δεδομένων δεν πρέπει να υπερβαίνει τον ελάχιστο αριθμό που απαιτείται για να εξασφαλιστεί η συνέχιση της υπηρεσίας·

γ)

συμμορφώνεται με τυχόν απαιτήσεις που προσδιορίζονται στην έκθεση πιστοποίησης της συγκεκριμένης εγκεκριμένης διάταξης εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 30.

2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο με πρότυπα αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, τις προδιαγραφές και διαδικασίες για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

29)

στο άρθρο 30 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3α.   Η ισχύς μιας πιστοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη, υπό την προϋπόθεση ότι διενεργούνται αξιολογήσεις των τρωτών σημείων ανά δύο έτη. Όταν εντοπίζονται τρωτά σημεία και δεν διορθώνονται, η πιστοποίηση ακυρώνεται.»·

30)

στο άρθρο 31, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή θεσπίζει, με εκτελεστικές πράξεις, τους μορφότυπους και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τον σκοπό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

31)

το άρθρο 32 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου τεκμαίρεται εφόσον η επικύρωση των εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών πληροί τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την επικύρωση των εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

32)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 32α

Απαιτήσεις για την επικύρωση προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών με βάση εγκεκριμένα πιστοποιητικά

1.   Η διαδικασία επικύρωσης προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής βάσει εγκεκριμένου πιστοποιητικού επιβεβαιώνει την εγκυρότητα της προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής βάσει εγκεκριμένου πιστοποιητικού, υπό την προϋπόθεση ότι:

α)

το πιστοποιητικό που τεκμηριώνει την υπογραφή ήταν κατά τη στιγμή της υπογραφής εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικής υπογραφής σύμφωνα με το παράρτημα I·

β)

το εγκεκριμένο πιστοποιητικό εκδόθηκε από εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και ήταν έγκυρο κατά τη στιγμή της υπογραφής·

γ)

τα στοιχεία επικύρωσης της υπογραφής αντιστοιχούν στα δεδομένα που παρέχονται στο βασιζόμενο μέρος·

δ)

το μοναδικό σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν τον υπογράφοντα στο πιστοποιητικό παρέχεται ορθώς στο βασιζόμενο μέρος·

ε)

η χρήση οποιουδήποτε ψευδώνυμου δηλώνεται εμφανώς στο βασιζόμενο μέρος, εάν κατά τη στιγμή της υπογραφής χρησιμοποιήθηκε ψευδώνυμο·

στ)

η ακεραιότητα των υπογεγραμμένων δεδομένων δεν έχει υπονομευθεί·

ζ)

κατά τη στιγμή της υπογραφής πληρούνταν οι απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 26.

2.   Το σύστημα που χρησιμοποιείται για την επικύρωση της προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής βάσει εγκεκριμένου πιστοποιητικού παρέχει στο βασιζόμενο μέρος το ορθό αποτέλεσμα της διαδικασίας επικύρωσης και του επιτρέπει να εντοπίζει τυχόν ζητήματα ασφαλείας.

3.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την επικύρωση των προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών με βάση εγκεκριμένα πιστοποιητικά. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται εφόσον η επικύρωση των προηγμένων ηλεκτρονικών υπογραφών με βάση εγκεκριμένα πιστοποιητικά πληροί τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

33)

στο άρθρο 33, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:»

«2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την εγκεκριμένη υπηρεσία επικύρωσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τεκμαίρεται εφόσον η εγκεκριμένη υπηρεσία επικύρωσης για εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές πληροί τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

34)

το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 τεκμαίρεται εφόσον οι ρυθμίσεις για την εγκεκριμένη υπηρεσία διαφύλαξης εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών πληρούν τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την εγκεκριμένη υπηρεσία διαφύλαξης για εγκεκριμένες ηλεκτρονικές υπογραφές. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

35)

στο άρθρο 35, η παράγραφος 3 απαλείφεται·

36)

το άρθρο 36 τροποποιείται ως εξής:

α)

το μόνο εδάφιο αριθμείται σε παράγραφο 1·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2.   Έως τις 21 Μαΐου 2026, η Επιτροπή εκτιμά κατά πόσον απαιτείται η έκδοση εκτελεστικών πράξεων για την κατάρτιση καταλόγου προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, του καθορισμού προδιαγραφών και διαδικασιών για τις προηγμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες. Ανάλογα με το αποτέλεσμα της εν λόγω εκτίμησης, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις για προηγμένες ηλεκτρονικές σφραγίδες τεκμαίρεται όταν μια προηγμένη ηλεκτρονική σφραγίδα πληροί τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

37)

στο άρθρο 37, η παράγραφος 4 απαλείφεται·

38)

στο άρθρο 38, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικών σφραγίδων. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα III τεκμαίρεται εφόσον το εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικής σφραγίδας πληροί τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

39)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 39α

Απαιτήσεις για εγκεκριμένη υπηρεσία διαχείρισης εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας

Το άρθρο 29α εφαρμόζεται κατ’ αναλογία σε εγκεκριμένη υπηρεσία διαχείρισης εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικής σφραγίδας.»·

40)

στο κεφάλαιο III τμήμα 5, παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 40α

Απαιτήσεις για την επικύρωση προηγμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων με βάση εγκεκριμένα πιστοποιητικά

Το άρθρο 32α εφαρμόζεται, κατ’ αναλογία, στην επικύρωση προηγμένων ηλεκτρονικών σφραγίδων με βάση εγκεκριμένα πιστοποιητικά.»·

41)

στο άρθρο 41, η παράγραφος 3 απαλείφεται·

42)

το άρθρο 42 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 τεκμαίρεται εφόσον η σύνδεση ημερομηνίας και ώρας με τα δεδομένα και η ακρίβεια της χρονικής πηγής πληρούν τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τη σύνδεση της ημερομηνίας και της ώρας με τα δεδομένα καθώς και για την τεκμηρίωση της ακρίβειας των χρονικών πηγών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

43)

το άρθρο 44 τροποποιείται ως εξής:

α)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 τεκμαίρεται εφόσον η διαδικασία αποστολής και λήψης δεδομένων πληροί τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες όσον αφορά τις διαδικασίες αποστολής και λήψης δεδομένων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

γ)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«2α.   Οι πάροχοι εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης μπορούν να συμφωνούν σχετικά με τη διαλειτουργικότητα μεταξύ των εγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπηρεσιών συστημένης παράδοσης που παρέχουν. Το εν λόγω πλαίσιο διαλειτουργικότητας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 και η συμμόρφωση αυτή επιβεβαιώνεται από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2β.   Η Επιτροπή δύναται να καταρτίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, να καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για το πλαίσιο διαλειτουργικότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 2α του παρόντος άρθρου. Οι τεχνικές προδιαγραφές και το περιεχόμενο των προτύπων οφείλουν να είναι οικονομικά αποδοτικά και αναλογικά. Οι εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

44)

το άρθρο 45 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 45

Απαιτήσεις για εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου

1.   Τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος IV. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαιτήσεις διενεργείται σύμφωνα με τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

1α.   Τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αναγνωρίζονται από παρόχους φυλλομετρητών ιστού. Οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα ταυτότητας που βεβαιώνονται στο πιστοποιητικό και τα πρόσθετα βεβαιωμένα χαρακτηριστικά εμφανίζονται με φιλικό προς τον χρήστη τρόπο. Οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού διασφαλίζουν την υποστήριξη και τη διαλειτουργικότητα με τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με εξαίρεση τις πολύ μικρές επιχειρήσεις ή τις μικρές επιχειρήσεις όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του παραρτήματος της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής κατά τα πρώτα πέντε έτη λειτουργίας τους ως παρόχων υπηρεσιών περιήγησης στο διαδίκτυο.

1β.   Τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστοτόπων δεν υπόκεινται σε καμία υποχρεωτική απαίτηση πέραν των απαιτήσεων που ορίζονται στην παράγραφο 1.

2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τα εγκεκριμένα πιστοποιητικά για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

45)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 45α

Προληπτικά μέτρα κυβερνοασφάλειας

1.   Οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού δεν λαμβάνουν μέτρα αντίθετα με τις υποχρεώσεις τους που ορίζονται στο άρθρο 45, ιδίως τις απαιτήσεις για την αναγνώριση εγκεκριμένων πιστοποιητικών για την επαλήθευση της γνησιότητας ιστότοπου και την υποχρέωση τα παρεχόμενα δεδομένα ταυτότητας να εμφανίζονται με φιλικό προς τον χρήστη τρόπο.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 και μόνο σε περίπτωση βάσιμων ανησυχιών που σχετίζονται με παραβιάσεις της ασφάλειας ή απώλεια της ακεραιότητας ταυτοποιημένου πιστοποιητικού ή συνόλου πιστοποιητικών, οι πάροχοι φυλλομετρητών ιστού μπορούν να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα σε σχέση με το εν λόγω πιστοποιητικό ή σύνολο πιστοποιητικών.

3.   Όταν πάροχος φυλλομετρητή ιστού λαμβάνει προληπτικά μέτρα δυνάμει της παραγράφου 2, ο πάροχος φυλλομετρητή ιστού κοινοποιεί γραπτώς τις ανησυχίες του, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μαζί με περιγραφή των μέτρων που έχουν ληφθεί για τον μετριασμό των εν λόγω ανησυχιών, στην Επιτροπή, στον αρμόδιο εποπτικό φορέα, στην οντότητα στην οποία εκδόθηκε το πιστοποιητικό και στον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης που εξέδωσε το εν λόγω πιστοποιητικό ή το σύνολο πιστοποιητικών. Άμα τη παραλαβή της εν λόγω κοινοποίησης, ο αρμόδιος εποπτικός φορέας εκδίδει αποδεικτικό παραλαβής στον συγκεκριμένο πάροχο φυλλομετρητή ιστού.

4.   Ο αρμόδιος εποπτικός φορέας ερευνά τα ζητήματα που θίγει η κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 46β παράγραφος 4 στοιχείο ια). Όταν το αποτέλεσμα της εν λόγω εξέτασης δεν οδηγεί στην απόσυρση της έγκρισης του πιστοποιητικού, ο εποπτικός φορέας ενημερώνει σχετικά τον πάροχο φυλλομετρητή ιστού και ζητεί από τον εν λόγω πάροχο να θέσει τέλος στα προληπτικά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.»·

46)

στο κεφάλαιο II προστίθενται τα ακόλουθα τμήματα:

«ΤΜΗΜΑ 9

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ

Άρθρο 45β

Νομική ισχύς τις ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών

1.   Δεν απορρίπτεται η νομική ισχύς ή το παραδεκτό ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών ως αποδεικτικού στοιχείου σε νομικές διαδικασίες μόνο λόγω του γεγονότος ότι είναι σε ηλεκτρονική μορφή ή ότι δεν πληροί τις απαιτήσεις για τις εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών.

2.   Η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών και οι βεβαιώσεις χαρακτηριστικών που εκδίδονται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή έχουν την ίδια νομική ισχύ με τις νόμιμα εκδοθείσες βεβαιώσεις σε έντυπη μορφή.

3.   Βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή σε ένα κράτος μέλος, αναγνωρίζεται ως βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή, σε όλα τα κράτη μέλη.

Άρθρο 45γ

Ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών σε δημόσιες υπηρεσίες

Όταν η ηλεκτρονική ταυτοποίηση με τη χρήση μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και επαλήθευσης ταυτότητας απαιτείται βάσει του εθνικού δικαίου για την πρόσβαση σε επιγραμμική υπηρεσία που παρέχεται από φορέα του δημόσιου τομέα, τα δεδομένα ταυτοποίησης προσώπου στην ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών δεν υποκαθιστούν την ηλεκτρονική ταυτοποίηση με τη χρήση μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και την επαλήθευση ταυτότητας για την ηλεκτρονική ταυτοποίηση, εκτός εάν αυτό επιτρέπεται ρητά από το κράτος μέλος. Στην περίπτωση αυτή, γίνεται επίσης δεκτή εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών από άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 45δ

Απαιτήσεις για την εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών

1.   Η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος V.

2.   Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα V διενεργείται σύμφωνα με τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

3.   Οι εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών δεν υπόκεινται σε καμία υποχρεωτική απαίτηση πέραν των απαιτήσεων του παραρτήματος V.

4.   Εάν μια εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών ανακληθεί μετά την αρχική έκδοσή της, παύει να ισχύει από τη στιγμή της ανάκλησής της και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να επανέλθει στο προηγούμενο καθεστώς ισχύος.

5.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, όπου απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τις εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις συνάδουν με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 23 σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 45ε

Εξακρίβωση χαρακτηριστικών έναντι αυθεντικών πηγών

1.   Εντός 24 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 23 και στο άρθρο 5γ παράγραφος 6, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, τουλάχιστον για τα χαρακτηριστικά που απαριθμούνται στο παράρτημα VI, όταν τα χαρακτηριστικά αυτά βασίζονται σε αυθεντικές πηγές εντός του δημόσιου τομέα, λαμβάνονται μέτρα που επιτρέπουν στους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών να εξακριβώνουν τα εν λόγω χαρακτηριστικά με ηλεκτρονικά μέσα κατόπιν αιτήματος του χρήστη, σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο.

2.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά διεθνή πρότυπα, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τον κατάλογο χαρακτηριστικών, καθώς και τα συστήματα για τη βεβαίωση χαρακτηριστικών και τις διαδικασίες εξακρίβωσης για τις εγκεκριμένες ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις συνάδουν με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 23 σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 45στ

Απαιτήσεις για την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή.

1.   Η ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

αυτές που ορίζονται στο παράρτημα VII·

β)

το εγκεκριμένο πιστοποιητικό που τεκμηριώνει την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του φορέα του δημόσιου τομέα που αναφέρεται στο άρθρο 3 σημείο 46), και ο οποίος προσδιορίζεται ως ο εκδότης που αναφέρεται στο στοιχείο β) του παραρτήματος VII, που περιέχει ειδικό σύνολο πιστοποιημένων χαρακτηριστικών σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία, και τα οποία:

i)

δείχνουν ότι ο φορέας έκδοσης έχει οριστεί σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο ως υπεύθυνος για την αυθεντική πηγή βάσει της οποίας εκδίδεται η ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών ή ως ο φορέας που έχει οριστεί να ενεργεί για λογαριασμό του·

ii)

παρέχουν ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα την αυθεντική πηγή που αναφέρεται στο σημείο i)· και

iii)

προσδιορίζουν το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο που αναφέρεται στο σημείο i).

2.   Το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένοι οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 46) διασφαλίζει ότι το επίπεδο αξιοπιστίας των φορέων του δημόσιου τομέα που εκδίδουν ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών είναι ισοδύναμο με το επίπεδο αξιοπιστίας των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 24.

3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 46). Η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκδίδεται από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης στην οποία επιβεβαιώνεται ότι πληρούνται οι απαιτήσεις των παραγράφων 1, 2 και 6 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του κοινού, μέσω ασφαλούς διαύλου, τον κατάλογο των φορέων του δημοσίου τομέα που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 46) σε ηλεκτρονικά υπογεγραμμένη ή σφραγισμένη μορφή, κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία.

4.   Σε περίπτωση ανάκλησης μετά την αρχική έκδοση ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών που έχει εκδοθεί από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή, η βεβαίωση αυτή παύει να ισχύει από τη στιγμή της ανάκλησής της και το καθεστώς ισχύος της δεν επανέρχεται.

5.   Ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή θεωρείται ότι συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1, εφόσον πληροί τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 6.

6.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις συνάδουν με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 23 σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

7.   Έως τις 21 Νοεμβρίου 2024, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τους σκοπούς της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις συνάδουν με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 5α παράγραφος 23 σχετικά με την εφαρμογή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»

8.   Οι φορείς του δημοσίου τομέα που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 46) και οι οποίοι εκδίδουν ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών παρέχουν διεπαφή με τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 5α.

Άρθρο 45ζ

Έκδοση ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών για τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας

1.   Οι πάροχοι ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών παρέχουν στους χρήστες ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας τη δυνατότητα να ζητούν, να λαμβάνουν, να αποθηκεύουν και να διαχειρίζονται την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών ανεξάρτητα από το κράτος μέλος όπου παρέχεται το ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας.

2.   Οι πάροχοι εγκεκριμένων ηλεκτρονικών βεβαιώσεων χαρακτηριστικών παρέχουν διεπαφή με τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 5α.

Άρθρο 45η

Πρόσθετοι κανόνες για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών

1.   Οι πάροχοι εγκεκριμένων και μη εγκεκριμένων υπηρεσιών ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών δεν συνδυάζουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που σχετίζονται με την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών με δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες που προσφέρονται από αυτούς ή από τους εμπορικούς τους εταίρους.

2.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών φυλάσσονται σε λογικά διαχωρισμένο χώρο από τα υπόλοιπα δεδομένα που τηρούνται από τον πάροχο υπηρεσιών ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών.

3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών εγκεκριμένης ηλεκτρονικής βεβαίωσης χαρακτηριστικών εφαρμόζουν την παροχή των εν λόγω εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης κατά τρόπο λειτουργικά διαχωρισμένο από άλλες υπηρεσίες που παρέχουν.

ΕΝΟΤΗΤΑ 10

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΑΡΧΕΙΟΘΕΤΗΣΗΣ

Άρθρο 45θ

Νομική ισχύς υπηρεσιών ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης

1.   Δεν απορρίπτεται η νομική ισχύς ή το παραδεκτό ηλεκτρονικών δεδομένων και ηλεκτρονικών εγγράφων που διαφυλάσσονται μέσω υπηρεσίας ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης ως αποδεικτικά στοιχεία σε νομικές διαδικασίες μόνο λόγω του γεγονότος ότι είναι σε ηλεκτρονική μορφή ή ότι δεν διαφυλάσσονται μέσω εγκεκριμένης υπηρεσίας ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης.

2.   Τα ηλεκτρονικά δεδομένα και τα ηλεκτρονικά έγγραφα που διαφυλάσσονται μέσω εγκεκριμένης υπηρεσίας ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης χαίρουν του τεκμηρίου της ακεραιότητάς τους και της προέλευσής τους καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου διαφύλαξης από τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

Άρθρο 45ι

Απαιτήσεις για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης

1.   Οι εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

παρέχονται από εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

β)

χρησιμοποιούν διαδικασίες και τεχνολογίες ικανές να διασφαλίζουν την ανθεκτικότητα και την αναγνωσιμότητα ηλεκτρονικών δεδομένων και ηλεκτρονικών εγγράφων πέραν της περιόδου τεχνολογικής ισχύος και τουλάχιστον καθ’ όλη τη διάρκεια της νόμιμης ή συμβατικής περιόδου διαφύλαξης, διατηρώντας παράλληλα την ακεραιότητα και την ακρίβεια της προέλευσής τους·

γ)

διασφαλίζουν ότι τα εν λόγω ηλεκτρονικά δεδομένα και τα εν λόγω ηλεκτρονικά έγγραφα διαφυλάσσονται κατά τρόπο ώστε να προστατεύονται από απώλεια και αλλοίωση, εξαιρουμένων των αλλαγών που αφορούν το μέσο ή τον ηλεκτρονικό μορφότυπό τους·

δ)

επιτρέπουν στα εγκεκριμένα βασιζόμενα μέρη να λαμβάνουν έκθεση με αυτοματοποιημένο τρόπο που επιβεβαιώνει ότι ηλεκτρονικά δεδομένα και ηλεκτρονικά έγγραφα που ανακτώνται από εγκεκριμένο ηλεκτρονικό αρχείο χαίρουν του τεκμηρίου της ακεραιότητας των δεδομένων από την έναρξη της περιόδου διαφύλαξης έως τη στιγμή της ανάκτησης.

Η έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) παρέχεται με αξιόπιστο και αποτελεσματικό τρόπο και φέρει την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του παρόχου της εγκεκριμένης υπηρεσίας ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης.

2.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τις εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις για εγκεκριμένες υπηρεσίες ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης τεκμαίρεται όταν μια εγκεκριμένη υπηρεσία ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης πληροί τα εν λόγω πρότυπα, προδιαγραφές και διαδικασίες. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

ΤΜΗΜΑ 11

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΚΑΘΟΛΙΚΑ

Άρθρο 45ια

Νομική ισχύς των ηλεκτρονικών καθολικών

1.   Δεν απορρίπτεται η νομική ισχύς ή το παραδεκτό ηλεκτρονικού καθολικού ως αποδεικτικού στοιχείου σε νομικές διαδικασίες μόνο λόγω του γεγονότος ότι είναι σε ηλεκτρονική μορφή ή ότι δεν πληροί τις απαιτήσεις για τα εγκεκριμένα ηλεκτρονικά καθολικά.

2.   Τα αρχεία δεδομένων που περιέχονται σε εγκεκριμένο ηλεκτρονικό καθολικό χαίρουν του τεκμηρίου της μοναδικής και ακριβούς διαδοχικής χρονολογικής σειράς τους και της ακεραιότητάς τους.

Άρθρο 45ιβ

Απαιτήσεις για τα εγκεκριμένα ηλεκτρονικά καθολικά

1.   Τα εγκεκριμένα ηλεκτρονικά καθολικά πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

δημιουργούνται και αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης από έναν ή περισσότερους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

β)

προσδιορίζουν την προέλευση των εγγραφών δεδομένων στο καθολικό·

γ)

διασφαλίζουν τη μοναδική διαδοχική χρονολογική σειρά των εγγραφών δεδομένων στο καθολικό·

δ)

καταγράφουν δεδομένα κατά τρόπο ώστε κάθε μεταγενέστερη μεταβολή των δεδομένων να είναι άμεσα ανιχνεύσιμη, διασφαλίζοντας την ακεραιότητά τους διαχρονικά.

2.   Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 τεκμαίρεται εφόσον το ηλεκτρονικό καθολικό πληροί τα πρότυπα, τις προδιαγραφές και τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

3.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, καταρτίζει κατάλογο προτύπων αναφοράς και, εφόσον απαιτείται, καθορίζει προδιαγραφές και διαδικασίες για τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

47)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ IVα

ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Άρθρο 46α

Πλαίσιο εποπτείας του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν έναν ή περισσότερους εποπτικούς φορείς εγκατεστημένους στην επικράτειά τους.

Στους εποπτικούς φορείς που ορίζονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου παρέχονται οι αναγκαίες εξουσίες και επαρκείς πόροι για την αποτελεσματική, αποδοτική και ανεξάρτητη άσκηση των καθηκόντων τους.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εποπτικών φορέων τους που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1, καθώς και κάθε μεταγενέστερη μεταβολή τους. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των κοινοποιημένων εποπτικών φορέων.

3.   Ο ρόλος των εποπτικών φορέων που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1 είναι:

α)

να εποπτεύουν τους παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος που τους έχει ορίσει και να διασφαλίζουν, με εκ των προτέρων και εκ των υστέρων εποπτικές δραστηριότητες, ότι οι εν λόγω πάροχοι και τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχουν πληρούν τις απαιτήσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός·

β)

να λαμβάνουν μέτρα, εάν είναι αναγκαίο, σε σχέση με παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια του κράτους μέλους που τους έχει ορίσει, με εκ των υστέρων εποπτικές δραστηριότητες, όταν γίνονται αποδέκτες πληροφοριών σύμφωνα με τις οποίες οι πάροχοι ή τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας που παρέχουν παραβιάζουν τον παρόντα κανονισμό.

4.   Τα καθήκοντα των εποπτικών φορέων που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1 είναι μεταξύ άλλων τα εξής:

α)

να συνεργάζονται με άλλους εποπτικούς φορείς και να τους παρέχουν βοήθεια, σύμφωνα με το άρθρα 46γ και 46ε·

β)

να ζητούν τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

να ενημερώνουν τις σχετικές αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί ή συσταθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 των οικείων κρατών μελών για κάθε σημαντική παραβίαση της ασφάλειας ή απώλεια της ακεραιότητας που περιέρχεται σε γνώση τους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους και, σε περίπτωση σημαντικής παραβίασης της ασφάλειας ή απώλειας της ακεραιότητας που αφορά άλλα κράτη μέλη, να ενημερώνουν το ενιαίο σημείο επαφής που έχει οριστεί ή συσταθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 του οικείου κράτους μέλους και τα ενιαία σημεία επαφής που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 46γ παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού στα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και να ενημερώνουν το κοινό ή να απαιτούν από τους παρόχους του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας να το πράξουν όταν ο εποπτικός φορέας κρίνει ότι η αποκάλυψη της παραβίασης της ασφάλειας ή της απώλειας ακεραιότητας θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον·

δ)

να διενεργούν επιτόπιες επιθεωρήσεις και μη επιτόπια εποπτεία·

ε)

να απαιτούν από τους παρόχους ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας να διορθώνουν οποιαδήποτε παράλειψη εκπλήρωσης των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού·

στ)

να αναστέλλουν ή να ακυρώνουν την καταχώριση και τη συμπερίληψη των βασιζόμενων μερών στον μηχανισμό που αναφέρεται στο άρθρο 5β παράγραφος 7 σε περίπτωση παράνομης ή δόλιας χρήσης του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας·

ζ)

να συνεργάζονται με τις αρμόδιες εποπτικές αρχές που έχουν συγκροτηθεί δυνάμει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ιδίως ενημερώνοντας αυτές, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν παραβιαστεί οι κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και σχετικά με παραβιάσεις ασφαλείας για τις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι συνιστούν παραβιάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

5.   Όταν ο εποπτικός φορέας που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 απαιτεί από τον πάροχο ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας να διορθώσει οποιαδήποτε παράλειψη εκπλήρωσης των απαιτήσεων βάσει του παρόντος κανονισμού δυνάμει της παραγράφου 4 στοιχείο ε), και ο εν λόγω πάροχος δεν ενεργεί αναλόγως και, κατά περίπτωση, εντός προθεσμίας που ορίζεται από τον εν λόγω εποπτικό φορέα, ο εποπτικός φορέας που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 μπορεί, λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, την έκταση, τη διάρκεια και τις συνέπειες της εν λόγω παράλειψης, να διατάξει τον πάροχο να αναστείλει ή να παύσει την παροχή του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας. Ο εποπτικός φορέας ενημερώνουν τους εποπτικούς φορείς άλλων κρατών μελών, την Επιτροπή, τα βασιζόμενα μέρη και τους χρήστες του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σχετικά με την απόφαση να ζητηθεί η αναστολή ή η παύση της παροχής του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας.

6.   Έως τις 31 Μαρτίου εκάστου έτους, κάθε εποπτικός φορέας που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τις κύριες δραστηριότητές του κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τις εν λόγω ετήσιες εκθέσεις.

7.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τους μορφότυπους και τις διαδικασίες για την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 46β

Εποπτεία των υπηρεσιών εμπιστοσύνης

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν εποπτικό φορέα που έχει συσταθεί στην επικράτειά τους ή ορίζουν, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας με άλλο κράτος μέλος, εποπτικό φορέα που έχει συσταθεί στο εν λόγω άλλο κράτος μέλος. Ο εν λόγω εποπτικός φορέας είναι υπεύθυνος για την άσκηση καθηκόντων εποπτείας στο κράτος μέλος που τον ορίζει όσον αφορά τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης.

Στους εποπτικούς φορείς που ορίζονται δυνάμει του πρώτου εδαφίου παρέχονται οι αναγκαίες εξουσίες και επαρκείς πόροι για την άσκηση των καθηκόντων τους.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εποπτικών φορέων τους που έχουν οριστεί δυνάμει της παραγράφου 1, καθώς και κάθε μεταγενέστερη μεταβολή τους. Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των κοινοποιημένων εποπτικών φορέων.

3.   Ο ρόλος των εποπτικών φορέων που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1 είναι:

α)

να εποπτεύουν τους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια του κράτους μέλους που τους έχει ορίσει και να διασφαλίζουν, με εκ των προτέρων και εκ των υστέρων εποπτικές δραστηριότητες, ότι οι εν λόγω εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης και οι εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν πληρούν τις απαιτήσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός·

β)

να αναλαμβάνουν δράση, όταν είναι αναγκαίο, σε σχέση με μη εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια του κράτους μέλους που τους έχει ορίσει, με εκ των υστέρων εποπτικές δραστηριότητες, όταν γίνονται αποδέκτες πληροφοριών σύμφωνα με τις οποίες οι εν λόγω εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης ή οι υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχουν εικάζεται ότι δεν πληρούν τις απαιτήσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός.

4.   Τα καθήκοντα του εποπτικού φορέα που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν ιδίως τα ακόλουθα:

α)

να ενημερώνει τις σχετικές αρμόδιες αρχές που έχουν οριστεί ή συσταθεί δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 των οικείων κρατών μελών για κάθε σημαντική παραβίαση της ασφάλειας ή απώλεια της ακεραιότητας που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και, σε περίπτωση σημαντικής παραβίασης της ασφάλειας ή απώλειας της ακεραιότητας που αφορά άλλα κράτη μέλη, να ενημερώνει το ενιαίο σημείο επαφής που ορίζεται ή συστήνεται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 του οικείου κράτους μέλους και τα ενιαία σημεία επαφής που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 46γ παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού στα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και να ενημερώνει το κοινό ή να απαιτεί από τον πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης να το πράξει όταν ο εποπτικός φορέας κρίνει ότι η αποκάλυψη της παραβίασης της ασφάλειας ή της απώλειας ακεραιότητας θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον·

β)

να συνεργάζεται με άλλους εποπτικούς φορείς και να τους παρέχει βοήθεια, σύμφωνα με το άρθρα 46γ και 46ε·

γ)

να αναλύει τις εκθέσεις αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 και στο άρθρο 21 παράγραφος 1·

δ)

να υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τις κύριες δραστηριότητές του σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου·

ε)

να διενεργεί ελέγχους ή να ζητεί από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης να πραγματοποιήσει αξιολόγηση της συμμόρφωσης εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2·

στ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες εποπτικές αρχές που έχουν συγκροτηθεί δυνάμει του άρθρου 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, ιδίως ενημερώνοντάς τες, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, όταν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχουν παραβιαστεί οι κανόνες προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και σχετικά με παραβιάσεις ασφαλείας για τις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι συνιστούν παραβιάσεις δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα·

ζ)

να χορηγεί έγκριση στους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης και στις υπηρεσίες που αυτοί παρέχουν, καθώς και να αποσύρει την έγκριση αυτή σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21·

η)

να ενημερώνει τον φορέα που είναι αρμόδιος για τον εθνικό κατάλογο εμπιστοσύνης που αναφέρεται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 σχετικά με τις αποφάσεις του για τη χορήγηση ή την απόσυρση έγκρισης, εκτός αν ο φορέας είναι επίσης ο εποπτικός φορέας που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

θ)

να ελέγχει την ύπαρξη και την ορθή εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τα σχέδια τερματισμού, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο εγκεκριμένος πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης παύει τις δραστηριότητές του, περιλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο διασφαλίζεται η πρόσβαση στις πληροφορίες, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο η)·

ι)

να απαιτεί από τους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης να διορθώνουν οποιαδήποτε παράλειψη εκπλήρωσης των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού·

ια)

να διερευνά ισχυρισμούς που διατυπώνονται από παρόχους φυλλομετρητών ιστού σύμφωνα με το άρθρο 45α και να λαμβάνει μέτρα, εφόσον απαιτείται.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν ο εποπτικός φορέας που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 να δημιουργεί, να διατηρεί και να ενημερώνει υποδομή εμπιστοσύνης, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

6.   Έως τις 31 Μαρτίου εκάστου έτους, κάθε εποπτικός φορέας που ορίζεται δυνάμει της παραγράφου 1 υποβάλλει στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τις κύριες δραστηριότητές του κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος. Η Επιτροπή θέτει στη διάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τις εν λόγω ετήσιες εκθέσεις.

7.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την άσκηση από τους εποπτικούς φορείς που ορίζονται δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου των καθηκόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, και καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τους μορφότυπους και τις διαδικασίες για την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Άρθρο 46γ

Ενιαία σημεία επαφής

1.   Κάθε κράτος μέλος ορίζει ενιαίο σημείο επαφής για τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και τα κοινοποιημένα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.

2.   Κάθε ενιαίο σημείο επαφής ασκεί καθήκοντα συνδέσμου για τη διευκόλυνση της διασυνοριακής συνεργασίας μεταξύ των εποπτικών φορέων για τους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης και μεταξύ των εποπτικών φορέων για τους παρόχους των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και, κατά περίπτωση, με την Επιτροπή και τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια (ENISA) και με άλλες αρμόδιες αρχές εντός του κράτους μέλους του.

3.   Κάθε κράτος μέλος δημοσιοποιεί και, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, κοινοποιεί στην Επιτροπή τα ονόματα και τις διευθύνσεις του ενιαίου σημείου επαφής που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και κάθε μεταγενέστερη μεταβολή τους.

4.   Η Επιτροπή δημοσιεύει κατάλογο των ενιαίων σημείων επαφής που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 46δ

Αμοιβαία συνδρομή

1.   Προκειμένου να διευκολυνθεί η εποπτεία και η επιβολή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, οι εποπτικοί φορείς που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 46α παράγραφος 1 και του άρθρου 46β παράγραφος 1 μπορούν να ζητούν, μεταξύ άλλων μέσω της ομάδας συνεργασίας που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 46ε παράγραφος 1, αμοιβαία συνδρομή από τους εποπτικούς φορείς άλλου κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο πάροχος του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας ή ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης, ή όπου βρίσκονται τα συστήματα δικτύου και πληροφοριών του ή παρέχονται οι υπηρεσίες του.

2.   Η αμοιβαία συνδρομή συνεπάγεται τουλάχιστον ότι:

α)

ο εποπτικός φορέας που εφαρμόζει μέτρα εποπτείας και επιβολής σε ένα κράτος μέλος ενημερώνει και διαβουλεύεται με τον εποπτικό φορέα του άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·

β)

ένας εποπτικός φορέας μπορεί να ζητήσει από τον εποπτικό φορέα άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους να λάβει μέτρα εποπτείας ή επιβολής, συμπεριλαμβανομένων, για παράδειγμα, αιτημάτων για τη διενέργεια επιθεωρήσεων σχετικά με τις εκθέσεις αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στα άρθρα 20 και 21 όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

γ)

κατά περίπτωση, οι εποπτικοί φορείς μπορούν να διεξάγουν κοινές έρευνες με τους εποπτικούς φορείς άλλων κρατών μελών.

Οι ρυθμίσεις και οι διαδικασίες για κοινές δράσεις βάσει του πρώτου εδαφίου συμφωνούνται και θεσπίζονται από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

3.   Εποπτικός φορέας στον οποίο απευθύνεται αίτημα συνδρομής μπορεί να αρνηθεί να ανταποκριθεί στο εν λόγω αίτημα όταν συντρέχει οποιοσδήποτε από τις ακόλουθους λόγους:

α)

η συνδρομή που ζητείται δεν είναι ανάλογη προς τις εποπτικές δραστηριότητες του εποπτικού φορέα που εκτελούνται σύμφωνα με τα άρθρα 46α και 46β·

β)

ο εποπτικός φορέας δεν είναι αρμόδιος να παρέχει τη συνδρομή που ζητείται·

γ)

η παροχή της συνδρομής που ζητείται θα ήταν ασυμβίβαστη με τον παρόντα κανονισμό.

4.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, και στη συνέχεια ανά διετία, η ομάδα συνεργασίας που συγκροτείται σύμφωνα με το άρθρο 46ε παράγραφος 1 εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις οργανωτικές πτυχές και τις διαδικασίες για την αμοιβαία συνδρομή που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 46ε

Ευρωπαϊκή ομάδα συνεργασίας για την ψηφιακή ταυτότητα

1.   Για τη στήριξη και τη διευκόλυνση της διασυνοριακής συνεργασίας και της ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης, τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας και τα κοινοποιημένα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης, η Επιτροπή συγκροτεί ευρωπαϊκή ομάδα συνεργασίας για την ψηφιακή ταυτότητα (η “ομάδα συνεργασίας”).

2.   Η ομάδα συνεργασίας απαρτίζεται από αντιπροσώπους διοριζόμενους από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Η προεδρία της ομάδας συνεργασίας ασκείται από την Επιτροπή. Η Επιτροπή παρέχει τη γραμματεία της ομάδας συνεργασίας.

3.   Εκπρόσωποι των σχετικών συμφεροντούχων μπορούν, σε ad hoc βάση, να καλούνται να παρίστανται στις συνεδριάσεις της ομάδας συνεργασίας και να συμμετέχουν στις εργασίες της ως παρατηρητές.

4.   Ο ENISA καλείται να συμμετέχει ως παρατηρητής στις εργασίες της ομάδας συνεργασίας όταν ανταλλάσσει απόψεις, βέλτιστες πρακτικές και πληροφορίες σχετικά με σχετικές πτυχές της κυβερνοασφάλειας, όπως η κοινοποίηση παραβιάσεων της ασφάλειας, και όταν εξετάζεται η χρήση πιστοποιητικών ή προτύπων κυβερνοασφάλειας.

5.   Τα καθήκοντα της ομάδας συνεργασίας είναι τα εξής:

α)

ανταλλάσσει συμβουλές και συνεργάζεται με την Επιτροπή σχετικά με αναδυόμενες πρωτοβουλίες πολιτικής στον τομέα των πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας, των μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και των υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

β)

συμβουλεύει την Επιτροπή, κατά περίπτωση, κατά την πρώιμη προετοιμασία των σχεδίων εκτελεστικών και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που πρόκειται να εκδοθούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

γ)

προκειμένου να υποστηρίξει τους εποπτικούς φορείς κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού:

i)

ανταλλάσσει ορθές πρακτικές και πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού·

ii)

εξετάζει τις συναφείς εξελίξεις στους τομείς του πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας, της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και των υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

iii)

διοργανώνει κοινές συνεδριάσεις με σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη από ολόκληρη την Ένωση προκειμένου να συζητούνται οι δραστηριότητες που πραγματοποιεί η ομάδα συνεργασίας και να συγκεντρώνονται στοιχεία σχετικά με αναδυόμενες προκλήσεις πολιτικής·

iv)

με την υποστήριξη του ENISA, ανταλλάσσει απόψεις, βέλτιστες πρακτικές και πληροφορίες σχετικά με πτυχές κυβερνοασφάλειας που παρουσιάζουν ενδιαφέρον και αφορούν τα ευρωπαϊκά πορτοφόλια ψηφιακής ταυτότητας, τα συστήματα ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης·

v)

ανταλλάσσει βέλτιστες πρακτικές σε σχέση με την ανάπτυξη και την εφαρμογή πολιτικών για την κοινοποίηση παραβιάσεων ασφάλειας και τη λήψη κοινών μέτρων, όπως αναφέρεται στα άρθρα 5ε και 10·

vi)

διοργανώνει κοινές συνεδριάσεις με την ομάδα συνεργασίας για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριών (NIS) που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2022/2555 για την ανταλλαγή συναφών πληροφοριών επί των υπηρεσιών εμπιστοσύνης και των σχετιζόμενων με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση κυβερνοαπειλών, συμβάντων, τρωτών σημείων, πρωτοβουλιών ευαισθητοποίησης, εκπαιδεύσεων, ασκήσεων και δεξιοτήτων, δραστηριοτήτων ανάπτυξης ικανοτήτων, ικανοτήτων κατάρτισης προτύπων και τεχνικών προδιαγραφών, καθώς και προτύπων και τεχνικών προδιαγραφών·

vii)

συζητεί, κατόπιν αιτήματος εποπτικού φορέα, συγκεκριμένα αιτήματα αμοιβαίας συνδρομής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 46δ·

viii)

διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εποπτικών φορέων παρέχοντας καθοδήγηση σχετικά με τις οργανωτικές πτυχές και τις διαδικασίες για την αμοιβαία συνδρομή που αναφέρεται στο άρθρο 46δ·

δ)

διοργανώνει αξιολογήσεις από ομοτίμους των κοινοποιητέων συστημάτων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

6.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την αποτελεσματική και αποδοτική συνεργασία των ορισθέντων αντιπροσώπων τους στην ομάδα συνεργασίας.

7.   Έως τις 21 Μαΐου 2025, η Επιτροπή καθορίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, τις απαραίτητες διαδικαστικές λεπτομέρειες, προκειμένου να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών που αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 48 παράγραφος 2.»·

48)

το άρθρο 47 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5γ παράγραφος 7, στο άρθρο 24 παράγραφος 4β και στο άρθρο 30 παράγραφος 4 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την 17η Σεπτεμβρίου 2014.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 5γ παράγραφος 7, στο άρθρο 24 παράγραφος 4β και στο άρθρο 30 παράγραφος 4 δύναται να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.»·

β)

η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 5γ παράγραφος 7, του άρθρου 24 παράγραφος 4β ή του άρθρου 30 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»·

49)

στο κεφάλαιο VI παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 48α

Απαιτήσεις υποβολής στοιχείων

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συλλογή στατιστικών στοιχείων σχετικά με τη λειτουργία των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας και τις εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης που παρέχονται στην επικράτειά τους.

2.   Τα στατιστικά στοιχεία που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:

α)

τον αριθμό των φυσικών και των νομικών προσώπων που διαθέτουν έγκυρο ευρωπαϊκό πορτοφόλι ψηφιακής ταυτότητας·

β)

το είδος και τον αριθμό των υπηρεσιών που δέχονται τη χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας·

γ)

τον αριθμό των καταγγελιών χρηστών και των συμβάντων σε σχέση με την προστασία των καταναλωτών ή την προστασία των δεδομένων, που αφορούν βασιζόμενα μέρη και εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης·

δ)

συνοπτική έκθεση που περιέχει στοιχεία σχετικά με συμβάντα που εμποδίζουν τη χρήση του ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας

ε)

σύνοψη των σημαντικών συμβάντων ασφάλειας, των παραβιάσεων δεδομένων και των θιγόμενων χρηστών ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας ή εγκεκριμένων υπηρεσιών εμπιστοσύνης.

3.   Τα στατιστικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 διατίθενται στο κοινό σε ανοικτό και ευρέως χρησιμοποιούμενο μηχαναγνώσιμο μορφότυπο.

4.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τα στατιστικά στοιχεία που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.»·

50)

το άρθρο 49 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 49

Επανεξέταση

1.   Η Επιτροπή προβαίνει σε επανεξέταση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και έως τις 21 Μαΐου 2026 υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Στην εν λόγω έκθεση, η Επιτροπή αξιολογεί ιδίως αν είναι σκόπιμο να τροποποιηθεί το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού ή συγκεκριμένων διατάξεών του, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των διατάξεων του άρθρου 5γ παράγραφος 5 λαμβανομένης υπόψη της πείρας από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, καθώς και των τεχνολογικών, εμπορικών και νομικών εξελίξεων. Εάν είναι απαραίτητο, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού.

2.   Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει αξιολόγηση της διαθεσιμότητας, της ασφάλειας και της χρηστικότητας των κοινοποιημένων μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και των ευρωπαϊκών πορτοφολιών ψηφιακής ταυτότητας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, και αξιολογεί αν όλοι οι πάροχοι επιγραμμικών ιδιωτικών υπηρεσιών που βασίζονται σε υπηρεσίες ηλεκτρονικής ταυτοποίησης τρίτων μερών για την επαλήθευση της ταυτότητας των χρηστών θα πρέπει να υποχρεούνται να αποδεχθούν τη χρήση κοινοποιημένου μέσου ηλεκτρονικής ταυτοποίησης και ευρωπαϊκού πορτοφολιού ψηφιακής ταυτότητας.

3.   Έως τις 21 Μαΐου 2030, και εν συνεχεία ανά τέσσερα έτη, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.»·

51)

το άρθρο 51 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 51

Μεταβατικά μέτρα

1.   Οι ασφαλείς διατάξεις δημιουργίας υπογραφής των οποίων η συμμόρφωση έχει διαπιστωθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας 1999/93/ΕΚ εξακολουθούν να θεωρούνται εγκεκριμένες διατάξεις δημιουργίας ηλεκτρονικής υπογραφής δυνάμει του παρόντος κανονισμού έως τις 21 Μαΐου 2027.

2.   Εγκεκριμένα πιστοποιητικά που εκδίδονται για φυσικά πρόσωπα σύμφωνα με την οδηγία 1999/93/ΕΚ εξακολουθούν να θεωρούνται εγκεκριμένα πιστοποιητικά ηλεκτρονικών υπογραφών δυνάμει του παρόντος κανονισμού έως τις 21 Μαΐου 2026.

3.   Η διαχείριση εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικών υπογραφών και σφραγίδων από εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης εκτός των εγκεκριμένων παρόχων υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν εγκεκριμένες υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τη διαχείριση εγκεκριμένων διατάξεων εξ αποστάσεως δημιουργίας ηλεκτρονικών υπογραφών και σφραγίδων σύμφωνα με τα άρθρα 29α και 39α μπορεί να πραγματοποιείται χωρίς να απαιτείται η απόκτηση του καθεστώτος εγκεκριμένου παρόχου για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών διαχείρισης έως τις 21 Μαΐου 2026.

4.   Οι εγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών εμπιστοσύνης στους οποίους έχει χορηγηθεί το καθεστώς τους βάσει του παρόντος κανονισμού πριν από τις 20 Μαΐου 2024 υποβάλλουν στον εποπτικό φορέα έκθεση αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αποδεικνύει τη συμμόρφωση με το άρθρο 24 παράγραφοι 1, 1α και 1β το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση έως τις 21 Μαΐου 2026.»·

52)

τα παραρτήματα I έως IV τροποποιούνται, αντίστοιχα, σύμφωνα με τα παραρτήματα I έως IV του παρόντος κανονισμού·

53)

προστίθενται νέα παραρτήματα V, VI και VII, όπως ορίζεται στα παραρτήματα V, VI και VII του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Απριλίου 2024.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

H. LAHBIB


(1)   ΕΕ C 105 της 4.3.2022, σ. 81.

(2)   ΕΕ C 61 της 4.2.2022, σ. 42.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 29ης Φεβρουαρίου 2024 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Μαρτίου 2024.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 73).

(5)  Απόφαση (ΕΕ) 2022/2481 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, για τη θέσπιση του προγράμματος πολιτικής 2030 «Ψηφιακή Δεκαετία» (ΕΕ L 323 της 19.12.2022, σ. 4).

(6)   ΕΕ C 23 της 23.1.2023, σ. 1.

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(8)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τον ENISA («Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια») και με την πιστοποίηση της κυβερνοασφάλειας στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 526/2013 (πράξη για την κυβερνοασφάλεια) (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 15).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1157 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την ενίσχυση της ασφάλειας των δελτίων ταυτότητας των πολιτών της Ένωσης και των εγγράφων διαμονής που εκδίδονται για πολίτες της Ένωσης και τα μέλη των οικογενειών τους που ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας (ΕΕ L 188 της 12.7.2019, σ. 67).

(12)  Οδηγία (EE) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).

(13)  Οδηγία (ΕΕ) 2022/2555 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, σχετικά με μέτρα για υψηλό κοινό επίπεδο κυβερνοασφάλειας σε ολόκληρη την Ένωση, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 και της οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, και για την κατάργηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/1148 (οδηγία NIS 2) (ΕΕ L 333 της 27.12.2022, σ. 80).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/1925 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2022, σχετικά με διεκδικήσιμες και δίκαιες αγορές στον ψηφιακό τομέα και για την τροποποίηση των οδηγιών (ΕΕ) 2019/1937 και (ΕΕ) 2020/1828 (Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές) (ΕΕ L 265 της 12.10.2022, σ. 1).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ L 277 της 27.10.2022, σ. 1).

(16)  Σύσταση (ΕΕ) 2021/946 της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2021, σχετικά με κοινή εργαλειοθήκη της Ένωσης για μια συντονισμένη προσέγγιση όσον αφορά το ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ψηφιακή ταυτότητα (ΕΕ L 210 της 14.6.2021, σ. 51).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, το στοιχείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«θ)

τις πληροφορίες ή την τοποθεσία των υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος του εγκεκριμένου πιστοποιητικού·».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Στο παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, τα σημεία 3 και 4 απαλείφονται.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014, το στοιχείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«θ)

τις πληροφορίες ή την τοποθεσία των υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος του εγκεκριμένου πιστοποιητικού·».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Το παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 910/2014 τροποποιείται ως εξής:

1.

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

για τα φυσικά πρόσωπα: τουλάχιστον το όνομα του προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό ή ψευδώνυμο· η χρήση ψευδωνύμου αναφέρεται σαφώς·

γα)

για τα νομικά πρόσωπα: ένα μοναδικό σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα το νομικό πρόσωπο για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό, με τουλάχιστον την επωνυμία του νομικού προσώπου για το οποίο έχει εκδοθεί το πιστοποιητικό και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία·»·

2.

το στοιχείο ι) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ι)

τις πληροφορίες ή την τοποθεσία των υπηρεσιών κατάστασης ισχύος πιστοποιητικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος του εγκεκριμένου πιστοποιητικού.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ

Η εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών περιέχει:

α)

ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ότι η βεβαίωση έχει εκδοθεί ως εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών·

β)

ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης ο οποίος έχει εκδώσει την εγκεκριμένη ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών και συμπεριλαμβάνουν τουλάχιστον το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω πάροχος και:

i)

για νομικό πρόσωπο: το όνομα και, κατά περίπτωση, τον αριθμό μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία,

ii)

για φυσικό πρόσωπο: το όνομα του προσώπου·

γ)

ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα την οντότητα στην οποία αναφέρονται τα βεβαιωμένα χαρακτηριστικά· η χρήση ψευδωνύμου αναφέρεται σαφώς·

δ)

το βεβαιωμένο χαρακτηριστικό ή τα βεβαιωμένα χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τον προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω χαρακτηριστικών·

ε)

λεπτομέρειες για την έναρξη και τη λήξη της περιόδου ισχύος της βεβαίωσης·

στ)

τον κωδικό ταυτότητας της βεβαίωσης, ο οποίος πρέπει να είναι μοναδικός για τον εγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών εμπιστοσύνης και, κατά περίπτωση, την ένδειξη του συστήματος βεβαιώσεων στο οποίο εντάσσεται η βεβαίωση χαρακτηριστικών·

ζ)

την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του εκδίδοντος εγκεκριμένου παρόχου υπηρεσιών εμπιστοσύνης·

η)

τον τόπο όπου διατίθεται δωρεάν το πιστοποιητικό το οποίο τεκμηριώνει την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα που αναφέρεται στο στοιχείο ζ)·

θ)

τα στοιχεία ή την τοποθεσία των υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος της εγκεκριμένης βεβαίωσης.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ

Δυνάμει του άρθρου 45ε, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται μέτρα που επιτρέπουν στους εγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών εμπιστοσύνης που παρέχουν ηλεκτρονικές βεβαιώσεις χαρακτηριστικών να επαληθεύουν με ηλεκτρονικά μέσα, κατόπιν αιτήματος του χρήστη, τη γνησιότητα των ακόλουθων χαρακτηριστικών με βάση τη σχετική αυθεντική πηγή σε εθνικό επίπεδο ή μέσω καθορισμένων διαμεσολαβητών αναγνωρισμένων σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο και στις περιπτώσεις όπου τα χαρακτηριστικά αυτά βασίζονται σε αυθεντικές πηγές στον δημόσιο τομέα:

1.

Διεύθυνση·

2.

Ηλικία·

3.

Φύλο·

4.

Οικογενειακή κατάσταση·

5.

Σύνθεση οικογένειας·

6.

Ιθαγένεια ή υπηκοότητα·

7.

Εκπαιδευτικά προσόντα, τίτλοι και άδειες·

8.

Επαγγελματικά προσόντα, τίτλοι και άδειες·

9.

Εξουσίες και εντολές εκπροσώπησης φυσικών ή νομικών προσώπων

10.

Δημόσιες και λοιπές άδειες·

11.

Για νομικά πρόσωπα, χρηματοοικονομικά και εταιρικά δεδομένα.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIΙ

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΑΠΟ Ή ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΦΟΡΕΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΓΙΑ ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΠΗΓΗ

Η ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που εκδίδεται από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή περιλαμβάνει:

α)

ένδειξη, τουλάχιστον σε μορφή κατάλληλη για αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ότι η βεβαίωση έχει εκδοθεί ως ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών που έχει εκδοθεί από ή για λογαριασμό φορέα του δημόσιου τομέα που είναι υπεύθυνος για αυθεντική πηγή·

β)

σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα τον δημόσιο φορέα που εκδίδει την ηλεκτρονική βεβαίωση χαρακτηριστικών, συμπεριλαμβανομένου τουλάχιστον του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω δημόσιος φορέας και της ονομασίας του και, κατά περίπτωση, του αριθμού μητρώου του, όπως αναφέρεται στα επίσημα αρχεία·

γ)

ένα σύνολο δεδομένων που αντιπροσωπεύουν αναμφίσημα την οντότητα στην οποία αναφέρονται τα βεβαιωμένα χαρακτηριστικά· η χρήση ψευδωνύμου αναφέρεται σαφώς·

δ)

το βεβαιωμένο χαρακτηριστικό ή τα βεβαιωμένα χαρακτηριστικά, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τον προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής των εν λόγω χαρακτηριστικών·

ε)

λεπτομέρειες για την έναρξη και τη λήξη της περιόδου ισχύος της βεβαίωσης·

στ)

τον κωδικό ταυτότητας της βεβαίωσης, ο οποίος πρέπει να είναι μοναδικός για τον δημόσιο φορέα έκδοσης και, κατά περίπτωση, την ένδειξη του συστήματος βεβαιώσεων στο οποίο εντάσσεται η βεβαίωση χαρακτηριστικών·

ζ)

την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα του φορέα έκδοσης·

η)

τον τόπο όπου διατίθεται δωρεάν το πιστοποιητικό το οποίο τεκμηριώνει την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή την εγκεκριμένη ηλεκτρονική σφραγίδα που αναφέρεται στο στοιχείο ζ)·

θ)

τις πληροφορίες ή τον τόπο των υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς ισχύος της βεβαίωσης.».


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1183/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)