EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32024R1083

Κανονισμός (ΕΕ) 2024/1083 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 2024, σχετικά με τη θέσπιση κοινού πλαισίου για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση της οδηγίας 2010/13/ΕΕ (ευρωπαϊκός κανονισμός για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης)Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.

PE/4/2024/REV/1

ΕΕ L, 2024/1083, 17.4.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1083/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1083/oj

European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2024/1083

17.4.2024

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2024/1083 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 11ης Απριλίου 2024

σχετικά με τη θέσπιση κοινού πλαισίου για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά και την τροποποίηση της οδηγίας 2010/13/ΕΕ (ευρωπαϊκός κανονισμός για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι ανεξάρτητες υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης έχουν μοναδικό ρόλο στην εσωτερική αγορά. Αντιπροσωπεύουν έναν ταχέως μεταβαλλόμενο και οικονομικά σημαντικό τομέα και ταυτόχρονα παρέχουν πρόσβαση σε πληθώρα απόψεων και αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης τόσο στους πολίτες όσο και στις επιχειρήσεις, εκπληρώνοντας έτσι τη λειτουργία γενικού συμφέροντος του «δημόσιου ελεγκτή» και αποτελώντας αναπόσπαστη συνιστώσα της διαδικασίας διαμόρφωσης κοινής γνώμης. Οι υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης διατίθενται όλο και περισσότερο επιγραμμικά και διασυνοριακά, αλλά δεν υπόκεινται στους ίδιους κανόνες και στο ίδιο επίπεδο προστασίας στα διάφορα κράτη μέλη. Ενώ ορισμένα θέματα που σχετίζονται με τον τομέα των οπτικοακουστικών μέσων έχουν εναρμονιστεί σε επίπεδο Ένωσης μέσω της οδηγίας 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), το πεδίο εφαρμογής και τα θέματα που καλύπτει η εν λόγω οδηγία είναι περιορισμένα. Η εν λόγω οδηγία δεν καλύπτει εξάλλου τους τομείς του ραδιοφώνου και του Τύπου, παρά την αυξανόμενη διασυνοριακή σημασία τους στην εσωτερική αγορά.

(2)

Δεδομένου του μοναδικού ρόλου των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, η προστασία της ελευθερίας και της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης ως δύο εκ των κύριων πυλώνων της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου αποτελεί ουσιαστικό χαρακτηριστικό της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης. Η αγορά αυτή, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, του ραδιοφώνου και του Τύπου, έχει αλλάξει σημαντικά από τις αρχές του 21ου αιώνα και γίνεται ολοένα και περισσότερο ψηφιακή και διεθνής. Προσφέρει πολλές οικονομικές ευκαιρίες, αλλά αντιμετωπίζει επίσης μια σειρά προκλήσεων. Η Ένωση θα πρέπει να βοηθήσει τον τομέα των μέσων ενημέρωσης ούτως ώστε να μπορέσει να αξιοποιήσει αυτές τις ευκαιρίες εντός της εσωτερικής αγοράς, προστατεύοντας ταυτόχρονα τις κοινές αξίες της Ένωσης και των κρατών μελών της, όπως η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

(3)

Στον χώρο των ψηφιακών μέσων ενημέρωσης, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση και καταναλώνουν περιεχόμενο και υπηρεσίες των μέσων ενημέρωσης, που διατίθενται άμεσα στις προσωπικές τους συσκευές, όλο και περισσότερο σε διασυνοριακό πλαίσιο. Αυτό ισχύει για τα οπτικοακουστικά μέσα, το ραδιόφωνο και τον Τύπο, που είναι εύκολα προσβάσιμα μέσω του διαδικτύου, για παράδειγμα μέσω πολυμεσικών διαδικτυακών εκπομπών (podcasts) ή επιγραμμικών ειδησεογραφικών πυλών. Η διαθεσιμότητα περιεχομένου σε διάφορες γλώσσες και η ευκολία πρόσβασης σε αυτό μέσω έξυπνων συσκευών, όπως έξυπνα τηλέφωνα ή ταμπλέτες, αυξάνουν τη διασυνοριακή σημασία των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, όπως έχει διαπιστωθεί σε απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5) («Δικαστήριο)». Η εν λόγω σημασία ενισχύεται από την αυξανόμενη χρήση και αποδοχή εργαλείων αυτόματης μετάφρασης ή υποτιτλισμού που μειώνουν τα γλωσσικά εμπόδια εντός της εσωτερικής αγοράς, καθώς και από τη σύγκλιση των διάφορων τύπων μέσων ενημέρωσης, συνδυάζοντας οπτικοακουστικό και μη οπτικοακουστικό περιεχόμενο στην ίδια διάθεση.

(4)

Ωστόσο, η εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δεν είναι επαρκώς ολοκληρωμένη και πάσχει από διάφορες αδυναμίες της αγοράς που έχουν αυξηθεί λόγω της ψηφιοποίησης. Κατ’ αρχάς, οι παγκόσμιες επιγραμμικές πλατφόρμες λειτουργούν ως πύλες πρόσβασης για το περιεχόμενο των μέσων ενημέρωσης, με επιχειρηματικά μοντέλα που τείνουν να αίρουν τη διαμεσολάβηση στην πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης και να ενισχύουν το πολωτικό περιεχόμενο και την παραπληροφόρηση. Οι εν λόγω πλατφόρμες είναι επίσης σημαντικοί πάροχοι επιγραμμικής διαφήμισης, η οποία έχει εκτρέψει οικονομικούς πόρους από τον τομέα των μέσων ενημέρωσης, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η οικονομική βιωσιμότητά του και, κατά συνέπεια, η ποικιλομορφία του προσφερόμενου περιεχομένου. Δεδομένου ότι οι υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης χαρακτηρίζονται από μεγάλη ένταση γνώσης και κεφαλαίου, χρειάζονται κλίμακα για να παραμείνουν ανταγωνιστικές, να καλύψουν τις ανάγκες του κοινού τους και να ευδοκιμήσουν στην εσωτερική αγορά. Για τον σκοπό αυτόν, είναι ιδιαίτερα σημαντική η δυνατότητα παροχής διασυνοριακών υπηρεσιών και εξασφάλισης επενδύσεων, μεταξύ άλλων από ή σε άλλα κράτη μέλη. Κατά δεύτερον, ορισμένοι εθνικοί περιορισμοί εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία εντός της εσωτερικής αγοράς. Ειδικότερα, οι διαφορετικοί εθνικοί κανόνες και προσεγγίσεις που σχετίζονται με την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία, η ανεπαρκής συνεργασία μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων και η αδιαφανής και αθέμιτη κατανομή δημόσιων και ιδιωτικών οικονομικών πόρων δυσχεραίνουν τη λειτουργία και την επέκταση των παραγόντων της αγοράς μέσων ενημέρωσης σε διασυνοριακό επίπεδο και έχουν ως αποτέλεσμα άνισους όρους ανταγωνισμού σε ολόκληρη την Ένωση. Κατά τρίτον, η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης αμφισβητείται από παρόχους, συμπεριλαμβανομένων των ελεγχόμενων από ορισμένες τρίτες χώρες, που επιδίδονται συστηματικά σε παραπληροφόρηση, χειραγώγηση των πληροφοριών και παρεμβάσεις, και χρησιμοποιούν τις ελευθερίες της εσωτερικής αγοράς για καταχρηστικούς σκοπούς, εμποδίζοντας έτσι την ομαλή ροή της δυναμικής της αγοράς.

(5)

Ο κατακερματισμός κανόνων και προσεγγίσεων που χαρακτηρίζει την αγορά μέσων ενημέρωσης στην Ένωση έχει πολυποίκιλη αρνητική επίδραση στις συνθήκες άσκησης οικονομικών δραστηριοτήτων στην εσωτερική αγορά από τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων του οπτικοακουστικού τομέα και των τομέων του ραδιοφώνου και του Τύπου, και υπονομεύει τη δυνατότητά τους να λειτουργούν αποτελεσματικά σε διασυνοριακό επίπεδο ή να αναπτύσσουν δραστηριότητες σε άλλα κράτη μέλη. Τα εθνικά μέτρα και διαδικασίες θα μπορούσαν να συμβάλουν στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης σε ένα κράτος μέλος, αλλά οι αποκλίσεις και η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των εθνικών μέτρων και διαδικασιών των κρατών μελών θα μπορούσαν να επιφέρουν ανασφάλεια δικαίου και επιπρόσθετες δαπάνες για τις επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης που επιθυμούν να εισέλθουν σε νέες αγορές και θα μπορούσαν επομένως να μην τους επιτρέψουν να επωφεληθούν από την κλίμακα της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Επιπλέον, εθνικά μέτρα που εισάγουν διακρίσεις ή είναι προστατευτικά και επηρεάζουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης αποθαρρύνουν τις διασυνοριακές επενδύσεις στον τομέα των μέσων ενημέρωσης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, θα μπορούσαν να αναγκάσουν τις επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης που ήδη δραστηριοποιούνται σε μια δεδομένη αγορά να εξέλθουν από αυτήν. Τα εν λόγω εμπόδια επηρεάζουν τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται τόσο στον τομέα των ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων, συμπεριλαμβανομένων των οπτικοακουστικών και ραδιοφωνικών μεταδόσεων όσο και στον τομέα του Τύπου. Μολονότι ο κατακερματισμός των διασφαλίσεων της συντακτικής ανεξαρτησίας αφορά όλους τους τομείς των μέσων ενημέρωσης, επηρεάζει ιδίως τον τομέα του Τύπου, επειδή οι εθνικές ρυθμιστικές ή αυτορρυθμιστικές προσεγγίσεις διαφέρουν περισσότερο σε σχέση με τον Τύπο.

(6)

Η εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα μπορούσε επίσης να επηρεαστεί από την ανεπάρκεια εργαλείων ρυθμιστικής συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων. Μια τέτοια συνεργασία έχει καίρια σημασία ώστε να διασφαλιστεί ότι οι παράγοντες της αγοράς μέσων ενημέρωσης, οι οποίοι συχνά δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς των μέσων ενημέρωσης, που συμμετέχουν συστηματικά σε παραπληροφόρηση ή χειραγώγηση πληροφοριών και παρεμβάσεις, δεν επωφελούνται από την κλίμακα της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Επιπλέον, ενώ η μεροληπτική κατανομή των οικονομικών πόρων, ιδίως υπό μορφή κρατικής διαφήμισης, χρησιμοποιείται για συγκεκαλυμμένη επιδότηση των μέσων ενημέρωσης σε όλους τους τομείς των μέσων ενημέρωσης, τείνει να έχει ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στον Τύπο, ο οποίος έχει αποδυναμωθεί από την πτώση των επιπέδων των διαφημιστικών εσόδων. Οι προκλήσεις που απορρέουν από τον ψηφιακό μετασχηματισμό περιορίζουν επίσης τη δυνατότητα των επιχειρήσεων σε όλους τους τομείς των μέσων ενημέρωσης, ιδίως των μικρότερων στους τομείς του ραδιοφώνου και του Τύπου, να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις με τις επιγραμμικές πλατφόρμες, οι οποίες έχουν καίρια συμβολή στην επιγραμμική διανομή περιεχομένου.

(7)

Ως απάντηση στις προκλήσεις για την πολυφωνία και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στο διαδίκτυο, ορισμένα κράτη μέλη έχουν λάβει κανονιστικά μέτρα και άλλα κράτη μέλη είναι πιθανό να πράξουν το ίδιο. Αυτό ενέχει τον κίνδυνο να ενισχυθούν οι αποκλίσεις στις εθνικές προσεγγίσεις και οι περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία στην εσωτερική αγορά. Συνεπώς, είναι αναγκαίο να εναρμονιστούν ορισμένες πτυχές των εθνικών κανόνων που σχετίζονται με την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία, διασφαλίζοντας έτσι υψηλά πρότυπα στον εν λόγω τομέα.

(8)

Οι αποδέκτες υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην Ένωση, δηλαδή φυσικά πρόσωπα που είναι υπήκοοι κρατών μελών ή επωφελούνται από δικαιώματα που τους παρέχει το ενωσιακό δίκαιο και νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα στην Ένωση, θα πρέπει να μπορούν να απολαμβάνουν πολυφωνικό περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης που παράγεται σύμφωνα με τη συντακτική ελευθερία στην εσωτερική αγορά. Αυτό είναι καίριο για την προώθηση του δημόσιου διαλόγου και της συμμετοχής στα κοινά, καθώς ευρύ φάσμα αξιόπιστων πηγών πληροφόρησης και ποιοτικής δημοσιογραφίας δίνει τη δύναμη στους πολίτες να κάνουν ενημερωμένες επιλογές, μεταξύ άλλων και σχετικά με την κατάσταση της δημοκρατίας τους. Έχει επίσης ουσιαστική σημασία για την πολιτιστική και γλωσσική πολυμορφία στην Ένωση, δεδομένου του ρόλου των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ως φορέων πολιτιστικής έκφρασης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να σέβονται το δικαίωμα στην πολυφωνία του περιεχομένου των μέσων ενημέρωσης και να συμβάλλουν υπέρ της ύπαρξης ευνοϊκού περιβάλλοντος για τα μέσα ενημέρωσης εξασφαλίζοντας ότι υπάρχουν οι σχετικές συνθήκες-πλαίσιο. Μια τέτοια προσέγγιση αντικατοπτρίζει το δικαίωμα λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και την απαίτηση σεβασμού της ελευθερίας και της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης κατά το άρθρο 11 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης»), σε συνδυασμό με το άρθρο 22 αυτού, σύμφωνα με το οποίο η Ένωση οφείλει να σέβεται την πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολυμορφία. Περαιτέρω, για την προώθηση της διασυνοριακής ροής υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, θα πρέπει να διασφαλίζεται ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας των αποδεκτών υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά. Στην τελική έκθεση της διάσκεψης για το μέλλον της Ευρώπης, οι πολίτες κάλεσαν την Ένωση να προωθήσει περαιτέρω την ανεξαρτησία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, ιδίως με τη θέσπιση νομοθεσίας για την αντιμετώπιση των απειλών κατά της ανεξαρτησίας των μέσων ενημέρωσης μέσω ελάχιστων προτύπων σε επίπεδο Ένωσης. Επομένως είναι αναγκαίο να εναρμονιστούν ορισμένες πτυχές των εθνικών κανόνων που σχετίζονται με τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης, λαμβανομένου επίσης υπόψη του άρθρου 167 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο επιβεβαιώνει τη σημασία του σεβασμού της εθνικής και περιφερειακής πολυμορφίας των κρατών μελών. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν λεπτομερέστερους ή αυστηρότερους κανόνες σε συγκεκριμένους τομείς, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες διασφαλίζουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης ή της συντακτικής ανεξαρτησίας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και συμμορφώνονται με το ενωσιακό δίκαιο και ότι τα κράτη μέλη δεν περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης από άλλα κράτη μέλη που συμμορφώνονται με τους κανόνες που έχουν θεσπισθεί στους εν λόγω τομείς. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξακολουθήσουν να έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν ή να θεσπίζουν μέτρα για τη διαφύλαξη της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης ή της συντακτικής ανεξαρτησίας σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά πτυχές που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, στον βαθμό που τα εν λόγω μέτρα συμμορφώνονται με το ενωσιακό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6). Είναι επίσης σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι ο παρών κανονισμός σέβεται τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όπως αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και ιδίως τις εξουσίες τους για τη διασφάλιση θεμελιωδών λειτουργιών του κράτους.

(9)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο ορισμός της υπηρεσίας μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να περιορίζεται στις υπηρεσίες που ορίζονται στη ΣΛΕΕ και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να καλύπτει κάθε μορφή οικονομικής δραστηριότητας. Ο ορισμός της υπηρεσίας μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να καλύπτει, ιδίως, τις τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές, τις κατά παραγγελία υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, τα ακουστικά podcast ή τις εκδόσεις τύπου. Θα πρέπει να αποκλείει το περιεχόμενο που δημιουργείται από χρήστες και αναφορτώνεται σε επιγραμμική πλατφόρμα, εκτός εάν αποτελεί επαγγελματική δραστηριότητα που συνήθως παρέχεται έναντι ανταλλάγματος, είτε αυτό είναι οικονομικής είτε άλλης φύσης. Θα πρέπει επίσης να αποκλείει την αμιγώς ιδιωτική αλληλογραφία, όπως τα ηλεκτρονικά μηνύματα, και όλες τις υπηρεσίες που δεν έχουν ως κύριο σκοπό την παροχή προγραμμάτων ή εκδόσεων τύπου, δηλαδή όταν το περιεχόμενο είναι απλώς παρεπόμενο της υπηρεσίας και όχι ο κύριος σκοπός της, όπως διαφημίσεις ή πληροφορίες που σχετίζονται με ένα προϊόν ή μια υπηρεσία που παρέχεται από ιστοτόπους που δεν προσφέρουν υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης. Η εταιρική επικοινωνία και διανομή ενημερωτικού ή διαφημιστικού υλικού για δημόσιες ή ιδιωτικές οντότητες θα πρέπει να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής του ορισμού. Επιπλέον, δεδομένου ότι η λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, ο ορισμός του παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να καλύπτει ευρύ φάσμα επαγγελματιών παραγόντων μέσων ενημέρωσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ορισμού των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των αυτοτελώς απασχολουμένων.

(10)

Ως πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να νοούνται εκείνοι στους οποίους έχει ανατεθεί ταυτόχρονα στόχος της δημόσιας υπηρεσίας και οι οποίοι λαμβάνουν δημόσια χρηματοδότηση για την εκπλήρωσή του εν λόγω στόχου. Σε αυτούς δεν θα πρέπει να συγκαταλέγονται ιδιωτικές επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης που έχουν συμφωνήσει να εκτελούν, ως περιορισμένο μέρος των δραστηριοτήτων τους, ορισμένα ειδικά καθήκοντα γενικού συμφέροντος έναντι πληρωμής.

(11)

Στην αγορά των ψηφιακών μέσων ενημέρωσης, οι πάροχοι πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο ή οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών μπορεί να εμπίπτουν στον ορισμό του παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Κατά γενικό κανόνα, οι εν λόγω πάροχοι διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην οργάνωση του περιεχομένου, μεταξύ άλλων με αυτοματοποιημένα μέσα ή μέσω αλγορίθμων, αλλά δεν έχουν συντακτική ευθύνη επί του περιεχομένου στο οποίο παρέχουν πρόσβαση. Ωστόσο, στο ολοένα και πιο συγκλίνον περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης, ορισμένοι πάροχοι πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο ή πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών έχουν αρχίσει να ασκούν συντακτικό έλεγχο σε τμήμα ή τμήματα των υπηρεσιών τους. Ως εκ τούτου, σε περιπτώσεις όπου οι εν λόγω πάροχοι ασκούν συντακτικό έλεγχο σε τμήμα ή τμήματα των υπηρεσιών τους, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πάροχοι πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο ή πάροχοι μιας πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας, όσο και ως πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

(12)

Ο ορισμός της μέτρησης κοινού θα πρέπει να καλύπτει τα συστήματα μέτρησης που έχουν αναπτυχθεί σύμφωνα με τα πρότυπα του κλάδου στο πλαίσιο αυτορρυθμιζόμενων οργανισμών, όπως οι κοινές επιτροπές του κλάδου, και τα συστήματα μέτρησης που αναπτύσσονται εκτός των προσεγγίσεων αυτορρύθμισης. Τα συστήματα αυτά τείνουν να χρησιμοποιούνται από ορισμένους επιγραμμικούς παράγοντες, μεταξύ άλλων επιγραμμικές πλατφόρμες, που προβαίνουν σε αυτομέτρηση ή παρέχουν στην αγορά τα δικά τους ιδιόκτητα συστήματα μέτρησης κοινού, χωρίς να τηρούν τα από κοινού συμφωνηθέντα πρότυπα του κλάδου ή τις βέλτιστες πρακτικές. Δεδομένου του σημαντικού αντικτύπου που έχουν τα εν λόγω συστήματα μέτρησης κοινού στις αγορές διαφήμισης και μέσων ενημέρωσης, θα πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, η ικανότητα παροχής πρόσβασης σε περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης και η δυνατότητα στόχευσης των χρηστών τους με διαφημίσεις επιτρέπουν στις επιγραμμικές πλατφόρμες να ανταγωνίζονται τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης των οποίων το περιεχόμενο διανέμουν. Ως εκ τούτου, ο ορισμός της μέτρησης κοινού θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει τα συστήματα μέτρησης που επιτρέπουν τη συλλογή, την ερμηνεία ή άλλη επεξεργασία πληροφοριών σχετικά με τη χρήση περιεχομένου μέσων ενημέρωσης και περιεχομένου που δημιουργείται από χρήστες σε επιγραμμικές πλατφόρμες οι οποίες χρησιμοποιούνται κυρίως για την πρόσβαση στο εν λόγω περιεχόμενο. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστεί ότι οι πάροχοι συστημάτων μέτρησης κοινού που είναι διαμεσολαβητές εμπλεκόμενοι στη διανομή περιεχομένου είναι διαφανείς όσον αφορά τις δραστηριότητες μέτρησης κοινού που ασκούν, ενισχύοντας τη δυνατότητα των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και των διαφημιζόμενων να κάνουν ενημερωμένες επιλογές.

(13)

Η κρατική διαφήμιση όπως ορίζεται στον παρόντα κανονισμός θα πρέπει να θεωρείται ευρέως ότι καλύπτει δραστηριότητες προώθησης ή αυτοπροβολής, δημόσιες αναγγελίες ή ενημερωτικές εκστρατείες που αναλαμβάνονται από ευρύ φάσμα δημόσιων αρχών ή οντοτήτων ή για λογαριασμό ή εξ ονόματος αυτών, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών ή υποεθνικών κυβερνήσεων, ρυθμιστικών αρχών ή φορέων και οντοτήτων ελεγχόμενων από εθνικές ή υποεθνικές κυβερνήσεις. Ο έλεγχος αυτός μπορεί να απορρέει από δικαιώματα, συμβάσεις ή άλλα μέσα που παρέχουν τη δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού μιας οντότητας. Ειδικότερα, η κυριότητα του κεφαλαίου ή το δικαίωμα χρήσης επί του συνόλου ή μέρους των περιουσιακών στοιχείων μιας οντότητας ή τα δικαιώματα ή οι συμβάσεις που παρέχουν δυνατότητα καθοριστικού επηρεασμού της σύνθεσης, των συσκέψεων ή των αποφάσεων των οργάνων μιας οντότητας αποτελούν σημαντικούς παράγοντες, όπως ορίζει το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (7). Ωστόσο, ο ορισμός της κρατικής διαφήμισης δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει επίσημες αναγγελίες που δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος, όπως μηνύματα έκτακτης ανάγκης από τις δημόσιες αρχές ή οντότητες, τα οποία είναι απαραίτητα, για παράδειγμα, σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών ή κρίσεων υγείας, ατυχημάτων ή άλλων αιφνίδιων περιστατικών που μπορούν να προκαλέσουν βλάβη σε άτομα. Όταν λήγει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, οι αναγγελίες που αφορούν την εν λόγω κατάσταση έκτακτης ανάγκης και οι οποίες τοποθετούνται, προωθούνται, δημοσιεύονται ή διαδίδονται έναντι πληρωμής ή άλλου ανταλλάγματος θα πρέπει να θεωρούνται κρατική διαφήμιση.

(14)

Για να διασφαλιστεί ότι η κοινωνία αποκομίζει τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης, είναι σημαντικό όχι μόνο να διασφαλίζονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες που προβλέπονται από τις Συνθήκες, αλλά και η ασφάλεια δικαίου που χρειάζεται για την αξιοποίηση των οφελών μιας ολοκληρωμένης και ανεπτυγμένης αγοράς. Σε μια εσωτερική αγορά με εύρυθμη λειτουργία, οι αποδέκτες υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης οι οποίες έχουν παραχθεί από δημοσιογράφους με ανεξαρτησία και σύμφωνα με τα δεοντολογικά και δημοσιογραφικά πρότυπα και οι οποίες, ως εκ τούτου, παρέχουν αξιόπιστες πληροφορίες. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για το ειδησεογραφικό περιεχόμενο και το περιεχόμενο επικαιρότητας τα οποία καλύπτουν ευρεία κατηγορία περιεχομένου με πολιτικό, κοινωνικό ή πολιτιστικό ενδιαφέρον σε τοπικό, εθνικό ή διεθνές επίπεδο. Το ειδησεογραφικό περιεχόμενο και το περιεχόμενο επικαιρότητας έχουν τη δυνατότητα να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και έχουν άμεσο αντίκτυπο στη δημοκρατική συμμετοχή και την κοινωνική ευημερία. Στο πλαίσιο αυτό, το ειδησεογραφικό περιεχόμενο και το περιεχόμενο επικαιρότητας θα πρέπει να θεωρείται ότι καλύπτουν κάθε είδος ειδησεογραφικού περιεχομένου και περιεχομένου επικαιρότητας, ανεξάρτητα από τη μορφή που λαμβάνουν. Το ειδησεογραφικό περιεχόμενο και το περιεχόμενο επικαιρότητας μπορούν να προσεγγίσουν το κοινό υπό διάφορες μορφές, όπως ντοκιμαντέρ, περιοδικά ή εκπομπές λόγου, και μπορούν να διαδοθούν με ποικίλους τρόπους, μεταξύ άλλων με αναφόρτωσή τους σε επιγραμμικές πλατφόρμες. Οι ποιοτικές υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης αποτελούν επίσης αντίδοτο κατά της παραπληροφόρησης και της χειραγώγησης των πληροφοριών και των παρεμβάσεων από το εξωτερικό. Η πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες θα πρέπει επίσης να διασφαλίζεται με την αποτροπή κάθε απόπειρας φίμωσης δημοσιογράφων, από απειλές και παρενοχλήσεις έως λογοκρισία και ακύρωση αντίθετων απόψεων, που θα μπορούσε να περιορίσει την ελεύθερη ροή πληροφοριών στη δημόσια σφαίρα μειώνοντας την ποιότητα και την πολυφωνία των πληροφοριών. Το δικαίωμα πολυφωνίας του περιεχομένου των μέσων ενημέρωσης δεν συνεπάγεται καμία αντίστοιχη υποχρέωση για οποιονδήποτε πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να τηρεί πρότυπα που δεν ορίζονται ρητά από τον νόμο.

(15)

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης που εγγυάται στα άτομα ο Χάρτης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου παρατήρησε ότι σε έναν τόσο ευαίσθητο τομέα όπως ο τομέας των οπτικοακουστικών μέσων, πέραν της αρνητικής υποχρέωσης μη παρέμβασης, οι δημόσιες εξουσίες έχουν θετική υποχρέωση να θεσπίσουν κατάλληλο νομοθετικό και διοικητικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης (8).

(16)

Η ελεύθερη ροή αξιόπιστων πληροφοριών είναι ουσιαστικής σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Ως εκ τούτου, η παροχή υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δεν θα πρέπει να υπόκειται σε περιορισμούς αντίθετους προς τον παρόντα κανονισμό ή άλλους κανόνες του δικαίου της Ένωσης, όπως η οδηγία 2010/13/ΕΕ, που παρέχουν μέτρα που είναι αναγκαία για την προστασία των χρηστών από παράνομο και επιβλαβές περιεχόμενο. Οι περιορισμοί θα μπορούσαν επίσης να απορρέουν από μέτρα που εφαρμόζουν οι εθνικές δημόσιες αρχές σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.

(17)

Η προστασία της συντακτικής ανεξαρτησίας αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση της δραστηριότητας των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και την επαγγελματική τους ακεραιότητα σε ασφαλές περιβάλλον μέσων ενημέρωσης. Η συντακτική ανεξαρτησία είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που παρέχουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο και περιεχόμενο επικαιρότητας, δεδομένου του κοινωνικού ρόλου τους ως δημόσιου αγαθού. Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να είναι σε θέση να ασκούν ελεύθερα τις οικονομικές τους δραστηριότητες στην εσωτερική αγορά και να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις σε ένα ολοένα και πιο επιγραμμικό περιβάλλον όπου οι πληροφορίες διακινούνται διασυνοριακά.

(18)

Τα κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει διαφορετικές προσεγγίσεις για την προστασία της συντακτικής ελευθερίας και της συντακτικής ανεξαρτησίας, η οποία αμφισβητείται όλο και περισσότερο σε ολόκληρη την Ένωση. Ειδικότερα, παρατηρείται αυξανόμενη παρέμβαση στις συντακτικές αποφάσεις των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε διάφορα κράτη μέλη. Η παρέμβαση αυτή μπορεί να είναι άμεση ή έμμεση, από το κράτος ή άλλους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων αρχών, των αιρετών αξιωματούχων, των κυβερνητικών αξιωματούχων και των πολιτικών, για παράδειγμα για την απόκτηση πολιτικού πλεονεκτήματος. Οι μέτοχοι και άλλοι ιδιώτες που έχουν συμμετοχή σε παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ενδέχεται να ενεργούν με τρόπους που υπερβαίνουν την αναγκαία ισορροπία μεταξύ, αφενός, της δικής τους επιχειρηματικής ελευθερίας και της ελευθερίας έκφρασης και, αφετέρου, της συντακτικής ελευθερίας έκφρασης και των δικαιωμάτων πληροφόρησης των χρηστών, με σκοπό την επίτευξη οικονομικού ή άλλου πλεονεκτήματος. Δεδομένου του κοινωνικού ρόλου των μέσων ενημέρωσης, αυτή η αδικαιολόγητη παρέμβαση θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη διαδικασία διαμόρφωσης κοινής γνώμης. Επιπλέον, οι πρόσφατες τάσεις όσον αφορά τη διανομή και την κατανάλωση των μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων, ιδίως στο επιγραμμικό περιβάλλον, ώθησαν τα κράτη μέλη να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης νομοθεσίας με σκοπό τη ρύθμιση της παροχής περιεχομένου μέσων ενημέρωσης. Οι προσεγγίσεις που υιοθετούν οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης για τη διασφάλιση της συντακτικής ανεξαρτησίας ποικίλλουν επίσης. Ως αποτέλεσμα αυτής της παρέμβασης και του κατακερματισμού των ρυθμίσεων και των προσεγγίσεων, οι όροι για την άσκηση οικονομικών δραστηριοτήτων από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και, τελικά, η ποιότητα των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που λαμβάνουν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις επηρεάζονται αρνητικά στην εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν αποτελεσματικές διασφαλίσεις που να επιτρέπουν την άσκηση της συντακτικής ελευθερίας σε ολόκληρη την Ένωση, ώστε οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να μπορούν να παράγουν και να διανέμουν ανεξάρτητα το περιεχόμενό τους σε διασυνοριακό επίπεδο και οι αποδέκτες των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να μπορούν να λαμβάνουν το περιεχόμενο αυτό.

(19)

Οι δημοσιογράφοι και οι συντάκτες είναι οι κύριοι παράγοντες στην παραγωγή και την παροχή αξιόπιστου περιεχομένου μέσων ενημέρωσης, ιδίως μέσω ειδήσεων ή επικαιρότητας. Οι πηγές ισοδυναμούν με «πρώτες ύλες» για τους δημοσιογράφους: αποτελούν τη βάση για την παραγωγή περιεχομένου μέσων ενημέρωσης, ιδίως ειδησεογραφικού περιεχομένου και περιεχομένου επικαιρότητας. Ως εκ τούτου έχει ζωτική σημασία να προστατευθεί η δυνατότητα των δημοσιογράφων να συλλέγουν, να ελέγχουν και να αναλύουν πληροφορίες, ιδίως πληροφορίες που διαβιβάζονται ή κοινοποιούνται εμπιστευτικά, τόσο απογραμμικές όσο και επιγραμμικές, και οι οποίες αφορούν ή έχουν τη δυνατότητα να ταυτοποιήσουν δημοσιογραφικές πηγές. Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και το συντακτικό προσωπικό τους, ιδίως οι δημοσιογράφοι, συμπεριλαμβανομένων όσων δραστηριοποιούνται σε άτυπες μορφές απασχόλησης, όπως οι αυτοτελώς απασχολούμενοι, θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε ισχυρή προστασία των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων της προστασίας έναντι αδικαιολόγητων παρεμβάσεων και της ανάπτυξης τεχνολογιών παρακολούθησης. Χωρίς αυτήν την προστασία, η ελεύθερη ροή πηγών προς τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα μπορούσε να αποθαρρυνθεί και, ως εκ τούτου, να παρεμποδιστεί η ελεύθερη άσκηση οικονομικής δραστηριότητας από τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, εις βάρος της παροχής πληροφοριών προς το κοινό, μεταξύ άλλων και για θέματα δημοσίου συμφέροντος. Ως εκ τούτου, η ελευθερία των δημοσιογράφων να ασκούν την οικονομική τους δραστηριότητα και να εκπληρώνουν τον ζωτικό τους ρόλο του «δημόσιου ελεγκτή» θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο από τέτοια εμπόδια, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά την πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης.

(20)

Προκειμένου να αποφευχθεί η καταστρατήγηση της προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών και να διασφαλιστεί ο επαρκής σεβασμός της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, της κατοικίας και των επικοινωνιών σύμφωνα με τον Χάρτη, οι διασφαλίσεις θα πρέπει επίσης να ισχύουν για πρόσωπα τα οποία, λόγω της τακτικής ιδιωτικής ή επαγγελματικής τους σχέσης με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή μέλη του συντακτικού προσωπικού τους, είναι πιθανόν να διαθέτουν πληροφορίες που θα μπορούσαν να ταυτοποιήσουν δημοσιογραφικές πηγές ή εμπιστευτικές επικοινωνίες. Εν προκειμένω θα πρέπει να περιλαμβάνονται άτομα που ζουν σε στενή σχέση σε κοινό νοικοκυριό και σε σταθερή και συνεχή βάση και πρόσωπα που συμμετέχουν ή συμμετείχαν επαγγελματικά στην προετοιμασία, την παραγωγή ή τη διάδοση προγραμμάτων ή εκδόσεων τύπου και τα οποία στοχοποιούνται μόνο λόγω των στενών δεσμών τους με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, δημοσιογράφους ή άλλα μέλη του συντακτικού προσωπικού. Η προστασία των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών θα πρέπει επίσης να καλύπτει το προσωπικό των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, όπως το τεχνικό προσωπικό, συμπεριλαμβανομένων των εμπειρογνωμόνων κυβερνοασφάλειας, το οποίο θα μπορούσε να στοχοποιηθεί λόγω του σημαντικού υποστηρικτικού ρόλου που παρέχουν προς τους δημοσιογράφους στην καθημερινή τους εργασία, που απαιτεί λύσεις ώστε να διασφαλίζεται η εμπιστευτικότητα του δημοσιογραφικού έργου, και της συνακόλουθης πιθανότητας να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν δημοσιογραφικές πηγές ή εμπιστευτικές επικοινωνίες.

(21)

Η προστασία των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών συμμορφώνεται και συμβάλλει προς την προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος που κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη. Ζωτική σημασία έχει επίσης για τη διασφάλιση του ρόλου του «δημόσιου ελεγκτή» των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, και ιδίως των ερευνητών δημοσιογράφων, στις δημοκρατικές κοινωνίες, καθώς και για τον σεβασμό του κράτους δικαίου. Βάσει των ανωτέρω, η διασφάλιση κατάλληλου επιπέδου προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών απαιτεί να εγκρίνονται τα μέτρα για την απόκτηση των εν λόγω πληροφοριών από αρχή η οποία μπορεί να αξιολογεί ανεξάρτητα και αμερόληπτα αν αυτό δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος, όπως δικαστήριο, δικαστής, εισαγγελέας που ενεργεί υπό δικαστική ιδιότητα ή άλλη παρόμοια αρχή με αρμοδιότητα να εγκρίνει τα εν λόγω μέτρα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Απαιτεί επίσης τα μέτρα παρακολούθησης να υπόκεινται σε τακτική επανεξέταση από μια τέτοια αρχή, ώστε να εξακριβώνεται αν εξακολουθούν να πληρούνται οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν τη χρήση του επίμαχου μέτρου. Η απαίτηση αυτή εκπληρώνεται επίσης όταν ο σκοπός της τακτικής επανεξέτασης είναι η εξακρίβωση του αν έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν την παράταση της άδειας για τη χρήση του μέτρου.

(22)

Θα πρέπει επίσης να υπενθυμιστεί ότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας προϋποθέτει, καταρχήν, την έγκαιρη ενημέρωση, χωρίς να διακυβεύεται η αποτελεσματικότητα των εν εξελίξει ερευνών, σχετικά με τα μέτρα παρακολούθησης που λαμβάνονται εν αγνοία του ενδιαφερομένου για την αποτελεσματική άσκηση του εν λόγω δικαιώματος. Προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω το εν λόγω δικαίωμα, είναι σημαντικό οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, οι δημοσιογράφοι και τα πρόσωπα που έχουν τακτική ή επαγγελματική σχέση μαζί τους να μπορούν να βασίζονται σε κατάλληλη συνδρομή κατά την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος. Η συνδρομή αυτή θα μπορούσε να είναι νομικής, οικονομικής ή άλλης φύσεως, όπως για παράδειγμα η παροχή πληροφοριών σχετικά με τα διαθέσιμα ένδικα μέσα. Η συνδρομή αυτή θα μπορούσε να παρέχεται αποτελεσματικά, για παράδειγμα, από ανεξάρτητη αρχή ή φορέα ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια αρχή ή φορέας, από αυτορρυθμιζόμενο φορέα ή μηχανισμό. Σκοπός του παρόντος κανονισμού δεν είναι η εναρμόνιση των εννοιών «κράτηση», «επιθεώρηση», «έρευνα και κατάσχεση» ή «παρακολούθηση».

(23)

Η προστασία των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών ρυθμίζεται επί του παρόντος ανομοιογενώς στα κράτη μέλη. Ορισμένα κράτη μέλη παρέχουν απόλυτη προστασία από τον εξαναγκασμό δημοσιογράφων να αποκαλύπτουν σε ποινικές και διοικητικές διαδικασίες πληροφορίες που ταυτοποιούν την πηγή τους, συμπεριλαμβανομένων των επικοινωνιών που τηρούνται υπό δέσμευση εμπιστευτικότητας. Άλλα κράτη μέλη παρέχουν ειδική προστασία που περιορίζεται σε δικαστικές διαδικασίες που βασίζονται σε ορισμένες ποινικές κατηγορίες, ενώ άλλα παρέχουν προστασία με τη μορφή γενικής αρχής. Αυτό οδηγεί σε κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς μέσων ενημέρωσης και σε άνισα πρότυπα προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών σε ολόκληρη την Ένωση. Προς τούτο, ο παρών κανονισμός θεσπίζει κοινά ελάχιστα πρότυπα προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών όσον αφορά τα καταναγκαστικά μέτρα που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για την απόκτηση αυτών των πληροφοριών. Για τον σκοπό της διασφάλισης της αποτελεσματικής προστασίας των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να λαμβάνουν τέτοια μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης λογισμικού παρεμβατικής παρακολούθησης, σε σχέση με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, το συντακτικό προσωπικό τους ή πρόσωπα τα οποία, λόγω της τακτικής ή επαγγελματικής τους σχέσης με πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό του, ενδέχεται να έχουν πληροφορίες που σχετίζονται ή είναι σε θέση να ταυτοποιήσουν δημοσιογραφικές πηγές ή εμπιστευτικές επικοινωνίες.

(24)

Οι επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης, ιδίως οι δημοσιογράφοι και άλλοι επαγγελματίες των μέσων ενημέρωσης που συμμετέχουν σε συντακτικές δραστηριότητες, εργάζονται όλο και περισσότερο σε διασυνοριακά έργα και παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε διασυνοριακό κοινό και, κατ’ επέκταση, σε παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Ως εκ τούτου, οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης είναι πιθανόν να αντιμετωπίσουν εμπόδια, ανασφάλεια δικαίου και άνισους όρους ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, η προστασία των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών απαιτεί εναρμόνιση και περαιτέρω ενίσχυση σε επίπεδο Ένωσης. Αυτό δεν θα πρέπει να θίγει την περαιτέρω ή την απόλυτη προστασία σε εθνικό επίπεδο.

(25)

Το λογισμικό παρεμβατικής παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένου, ιδίως, αυτού που συνήθως αναφέρεται ως «κατασκοπευτικό λογισμικό», αντιπροσωπεύει μια ιδιαίτερα επεμβατική μορφή παρακολούθησης των επαγγελματιών των μέσων ενημέρωσης και των πηγών τους. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη μυστική καταγραφή κλήσεων ή άλλη χρήση του μικροφώνου συσκευής τελικού χρήστη, την κινηματογράφηση ή φωτογράφιση φυσικών προσώπων, μηχανημάτων ή του περιβάλλοντος χώρου τους, την αντιγραφή μηνυμάτων, την πρόσβαση σε κρυπτογραφημένα δεδομένα περιεχομένου, την ανίχνευση της δραστηριότητας περιήγησης, την ανίχνευση γεωεντοπισμού ή τη συλλογή άλλων δεδομένων αισθητήρων ή την ανίχνευση δραστηριοτήτων σε πολλαπλές συσκευές τελικού χρήστη. Έχει αποτρεπτικές συνέπειες για την ελεύθερη άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων στον τομέα των μέσων ενημέρωσης. Διακυβεύει ιδίως τη σχέση εμπιστοσύνης των δημοσιογράφων με τις πηγές τους, η οποία αποτελεί την καρδιά του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Δεδομένου του ψηφιακού και παρεμβατικού χαρακτήρα του εν λόγω λογισμικού και της χρήσης συσκευών διασυνοριακά, έχει ιδιαίτερα επιζήμιο αντίκτυπο στην άσκηση των οικονομικών δραστηριοτήτων των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιογράφων, που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών των μέσων ενημέρωσης μπορούν να απολαμβάνουν ισχυρή εναρμονισμένη προστασία έναντι της ανάπτυξης παρεμβατικού λογισμικού παρακολούθησης στην Ένωση, μεταξύ άλλων όταν οι αρχές των κρατών μελών προσφεύγουν σε ιδιωτικούς φορείς για την ανάπτυξή του.

(26)

Το παρεμβατικό λογισμικό παρακολούθησης θα πρέπει να αναπτύσσεται μόνον όταν δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος, όταν προβλέπεται από το ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, όταν συμμορφώνεται με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη όπως ερμηνεύεται από το Δικαστήριο και με άλλους κανόνες ενωσιακού δικαίου, όταν έχει εγκριθεί εκ των προτέρων ή, σε εξαιρετικές και επείγουσες περιπτώσεις, έχει επιβεβαιωθεί στη συνέχεια από δικαστική αρχή ή ανεξάρτητη και αμερόληπτη αρχή λήψης αποφάσεων, όταν διενεργείται στο πλαίσιο ερευνών για αξιόποινες πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου (9) και τιμωρούνται στο εκάστοτε κράτος μέλος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών ή στο πλαίσιο ερευνών για άλλες σοβαρές αξιόποινες πράξεις που τιμωρούνται στο εκάστοτε κράτος μέλος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους, και υπό την προϋπόθεση ότι κανένα άλλο λιγότερο περιοριστικό μέτρο δεν θα ήταν κατάλληλο και επαρκές για την απόκτηση των ζητούμενων πληροφοριών. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, περιορισμοί στα δικαιώματα και τις ελευθερίες ατόμου δύνανται να επιβάλλονται μόνο εφόσον είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση. Επομένως, όσον αφορά ειδικά την ανάπτυξη λογισμικού παρεμβατικής παρακολούθησης, είναι αναγκαίο να εξακριβωθεί αν η σοβαρότητα της επίμαχης αξιόποινης πράξης φτάνει ένα συγκεκριμένο επίπεδο όπως και ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, αν, κατόπιν εξατομικευμένης εκτίμησης όλων των κρίσιμων περιστάσεων δεδομένης υπόθεσης, η έρευνα για την εν λόγω αξιόποινη πράξη και η δίωξή της απαιτούν την ιδιαιτέρως επεμβατική παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις οικονομικές ελευθερίες η οποία συνίσταται στην ανάπτυξη λογισμικού παρεμβατικής παρακολούθησης, αν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη της συγκεκριμένης αξιόποινης πράξης και αν η ανάπτυξη λογισμικού παρεμβατικής παρακολούθησης είναι κρίσιμη για τη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών που σχετίζονται με την έρευνα για την εν λόγω αξιόποινη πράξη και τη δίωξή της.

(27)

Οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης διασφαλίζοντας ότι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις έχουν πρόσβαση σε ποικίλη διάθεση περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων της ποιοτικής πληροφόρησης και της αμερόληπτης και ισόρροπης κάλυψης από τα μέσα ενημέρωσης, στο πλαίσιο του στόχου τους όπως ορίζεται σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το πρωτόκολλο αριθ. 29 για το σύστημα δημόσιας ραδιοτηλεόρασης στα κράτη μέλη, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ. Έχουν δε σημαντική συμβολή στον σεβασμό του θεμελιώδους δικαιώματος στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, επιτρέποντας στους πολίτες να αναζητούν και να λαμβάνουν διάφορες πληροφορίες, και στην προαγωγή των αξιών της δημοκρατίας, της πολιτιστικής πολυμορφίας και της κοινωνικής συνοχής. Παρέχουν φόρουμ δημόσιας συζήτησης και μέσο για την προώθηση της ευρύτερης δημοκρατικής συμμετοχής των πολιτών. Η ανεξαρτησία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης έχει βασική σημασία κατά τις εκλογικές περιόδους, προκειμένου να διασφαλίζεται η πρόσβαση των πολιτών σε αμερόληπτη ποιοτική πληροφόρηση. Ωστόσο, οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένοι στον κίνδυνο παρεμβάσεων, λόγω της θεσμικής εγγύτητάς τους με το κράτος και της δημόσιας χρηματοδότησης που λαμβάνουν. Ο κίνδυνος αυτός επιδεινώνεται από τις άνισες διασφαλίσεις που σχετίζονται με την ισόρροπη κάλυψη από τους παρόχους δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και την ανεξάρτητη διακυβέρνησή τους στην Ένωση. Τόσο η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 13ης Ιουλίου 2022, με τίτλο «Έκθεση του 2022 για το κράτος δικαίου», όσο και το Παρατηρητήριο για την Πολυφωνία στα Μέσα Ενημέρωσης του 2022 από το Κέντρο για την Πολυφωνία και την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης, επιβεβαιώνουν τον κατακερματισμό τέτοιων διασφαλίσεων και επισημαίνουν τους κινδύνους που απορρέουν από την ανεπαρκή χρηματοδότηση. Όπως προκύπτει από το Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό Παρατηρητήριο στην έκθεσή του του 2022 με τίτλο «Διακυβέρνηση και ανεξαρτησία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης», οι εγγυήσεις για την ανεξάρτητη λειτουργία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ποικίλλουν ανά την Ένωση, με διαφορές ως προς το πεδίο εφαρμογής τους και το επίπεδο λεπτομέρειας των εθνικών προσεγγίσεων.

(28)

Τα νομικά πλαίσια για τη διασφάλιση ισόρροπης κάλυψης από τους παρόχους δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης παρουσιάζουν διαφορές σε όλη την Ένωση. Επιπλέον, οι κανόνες διαφέρουν σε όλη την Ένωση όσον αφορά τον διορισμό και την αποπομπή των διοικητικών στελεχών των δημόσιων μέσων ενημέρωσης. Για παράδειγμα, ενώ οι περισσότερες εθνικές έννομες τάξεις προβλέπουν διάφορους λόγους αποπομπής, άλλες δεν προβλέπουν ειδικούς κανόνες. Όταν υπάρχουν κανόνες, είναι, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανεπαρκείς ή δεν είναι αποτελεσματικοί στην πράξη. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις νομοθετικών μεταρρυθμίσεων σε κράτη μέλη που έχουν αυξήσει τον κυβερνητικό έλεγχο των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον διορισμό των επικεφαλής ή των μελών του διοικητικού συμβουλίου των δημόσιων μέσων ενημέρωσης. Οι προσεγγίσεις για τη διασφάλιση της επάρκειας και της προβλεψιμότητας της χρηματοδότησης για τους παρόχους δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης διαφέρουν επίσης μεταξύ των κρατών μελών. Όταν δεν υπάρχουν διασφαλίσεις ή είναι ανεπαρκείς, υπάρχουν κίνδυνοι πολιτικής παρέμβασης στη συντακτική γραμμή ή τη διακυβέρνηση των δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Η μη ύπαρξη ή η ανεπαρκής ύπαρξη διασφαλίσεων για την ανεξαρτησία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε έλλειψη σταθερότητας στη χρηματοδότηση, εκθέτοντας έτσι τους παρόχους δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στον κίνδυνο πολιτικού ελέγχου ή περαιτέρω πολιτικού ελέγχου. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιπτώσεις ελλιπούς ενημέρωσης ή μεροληπτικής κάλυψης από παρόχους δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, σε περιπτώσεις κυβερνητικής παρέμβασης στον διορισμό ή την αποπομπή διοικητικών στελεχών τους ή σε αυθαίρετες αναπροσαρμογές της χρηματοδότησης των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή σε αστάθεια στη χρηματοδότηση αυτήν. Όλα αυτά επηρεάζουν αρνητικά την πρόσβαση σε ανεξάρτητες και αμερόληπτες υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης, θίγοντας έτσι το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη, και θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων για τους εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη παρόχους μέσων ενημέρωσης.

(29)

Στα εθνικά περιβάλλοντα μέσων ενημέρωσης που χαρακτηρίζονται από τη συνύπαρξη παρόχων δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης συμβάλλουν στην προώθηση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και ενισχύουν τον ανταγωνισμό στον τομέα αυτόν με την παραγωγή ευρέος φάσματος περιεχομένου που εξυπηρετεί διάφορα συμφέροντα, οπτικές και πληθυσμιακές ομάδες και με την προσφορά εναλλακτικών απόψεων και επιλογών προγραμματισμού, που παρέχει πλούσια και μοναδική διάθεση. Οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ανταγωνίζονται ιδιωτικές επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης και επιγραμμικές πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένων των εγκατεστημένων σε άλλα κράτη μέλη, για προσέγγιση κοινού και, κατά περίπτωση, για διαφημιστικούς πόρους. Αυτό αφορά τους εμπορικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς τόσο στον οπτικοακουστικό όσο και στον ραδιοφωνικό τομέα και τους εκδότες και ισχύει ιδιαίτερα στο σημερινό περιβάλλον των ψηφιακών μέσων, όπου τα μέσα ενημέρωσης επεκτείνονται στο διαδίκτυο και παρέχουν όλο και περισσότερο τις υπηρεσίες τους διασυνοριακά. Όταν μια τέτοια διττή και ανταγωνιστική αγορά μέσων ενημέρωσης, η οποία έχει διακριτό χαρακτήρα για μεγάλα τμήματα της Ένωσης, λειτουργεί εύρυθμα, τότε εξασφαλίζει ποικιλόμορφη και ποιοτική παροχή υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε όλους τους τομείς. Ωστόσο, όταν η δημόσια χρηματοδότηση δεν εξυπηρετεί την εκπλήρωση του στόχου προς όφελος όλων των θεατών, αλλά, αντιθέτως, την εξυπηρέτηση κομματικών απόψεων, λόγω πολιτικών παρεμβάσεων στη διακυβέρνηση ή στη συντακτική γραμμή, θα μπορούσε να επηρεάσει τους όρους των συναλλαγών και τον ανταγωνισμό στην Ένωση σε βαθμό που αντιβαίνει στο κοινό συμφέρον. Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι η κρατική χρηματοδότηση της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης μπορεί να κριθεί συμβατή με τις διατάξεις της ΣΛΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων μόνο εφόσον τηρούνται οι ποιοτικές προδιαγραφές που έχουν οριστεί κατά την παραχώρηση της δημόσιας υπηρεσίας (10).

(30)

Ενώ ο κίνδυνος αυτού που συνήθως αναφέρεται ως «ομηρία των μέσων ενημέρωσης» αφορά ολόκληρη την αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης είναι ιδιαιτέρως εκτεθειμένοι σε τέτοιο κίνδυνο, λόγω της εγγύτητάς τους προς το κράτος. Οι αποκλίνουσες ή ανεπαρκείς διασφαλίσεις για την ανεξάρτητη λειτουργία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα μπορούσαν να αποτρέψουν ή να αποθαρρύνουν τους παρόχους μέσων ενημέρωσης από άλλα κράτη μέλη από το να δραστηριοποιηθούν ή να εισέλθουν σε μια συγκεκριμένη αγορά μέσων ενημέρωσης. Ενώ ανεξάρτητες επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης επενδύουν τους πόρους τους σε υψηλής ποιότητας δημοσιογραφικό έργο που τηρεί τα δημοσιογραφικά πρότυπα, ορισμένοι «υπό ομηρία» πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που δεν πληρούν τα πρότυπα αυτά ενδέχεται να προσφέρουν μη ισορροπημένο δημοσιογραφικό έργο, ενώ επιδοτούνται από το κράτος. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που ενδέχεται να αποκτούν τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης μέσω της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας ενδέχεται να ελαττώνεται, καθώς οι «υπό ομηρία» πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ενδέχεται να διατηρούν αδικαιολόγητα τη θέση τους στην αγορά. Οι πολιτικοποιημένες αγορές μέσων ενημέρωσης μπορούν να επηρεάζουν τις διαφημιστικές αγορές στο σύνολό τους, επειδή οι επιχειρήσεις οφείλουν να συνεκτιμούν την πολιτική κατάσταση, επιπλέον του σχεδιασμού αποτελεσματικών διαφημιστικών εκστρατειών. Εάν οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, οι οποίοι συνήθως θεωρούνται αξιόπιστες πηγές πληροφοριών, παρέχουν μεροληπτική κάλυψη όσον αφορά την πολιτική ή οικονομική κατάσταση ή συγκεκριμένους οικονομικούς παράγοντες λόγω της ομηρίας τους, αυτό ενδέχεται επίσης να μειώσει τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να ενημερώνονται δεόντως σχετικά με την οικονομική κατάσταση συγκεκριμένης αγοράς και, συνακόλουθα, τη δυνατότητά τους να λαμβάνουν ενημερωμένες επιχειρηματικές αποφάσεις. Ως εκ τούτου, η ομηρία τους αυτή θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Τέλος, εξαιτίας της μεροληπτικής δημοσιογραφίας που ασκούν ορισμένοι «υπό ομηρία» πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε ορισμένα κράτη μέλη, οι πολίτες ενδέχεται να στραφούν σε εναλλακτικές πηγές πληροφόρησης, ιδίως σε όσες διατίθενται σε επιγραμμικές πλατφόρμες, εξέλιξη που ενδέχεται να αποδυναμώσει περισσότερο την ισοτιμία των όρων ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά.

(31)

Συνεπώς είναι αναγκαίο, με βάση τα διεθνή πρότυπα που έχει αναπτύξει το Συμβούλιο της Ευρώπης στο πλαίσιο αυτό, να θεσπιστούν αποτελεσματικές νομικές διασφαλίσεις για την ανεξάρτητη λειτουργία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την Ένωση, απαλλαγμένων από κυβερνητικά, πολιτικά, οικονομικά ή ιδιωτικά συμφέροντα, με την επιφύλαξη των εθνικών συνταγματικών δικαίων που συνάδουν με τον Χάρτη. Εν προκειμένω θα πρέπει να περιλαμβάνονται αρχές κατάλληλες για τους τρόπους με τους οποίους τα κράτη μέλη βασίζουν την οργάνωση των δημόσιων μέσων ενημέρωσής τους, όπως αυτές που ενυπάρχουν στα εθνικά πλαίσια διοικητικού δικαίου ή στα εθνικά πλαίσια εταιρικού δικαίου όπως ισχύουν για τις ιδιωτικές εισηγμένες επιχειρήσεις, όσον αφορά τον διορισμό και την αποπομπή προσώπων ή φορέων που έχουν ρόλο στον καθορισμό των συντακτικών πολιτικών ή αποτελούν την ανώτατη αρχή λήψης αποφάσεων στον τομέα αυτόν στο πλαίσιο του παρόχου δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Οι αρχές αυτές θα πρέπει να καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο. Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης επωφελούνται από διαφανείς και αντικειμενικές διαδικασίες χρηματοδότησης οι οποίες εγγυώνται επαρκείς και σταθερούς οικονομικούς πόρους για την εκπλήρωση του οικείου στόχου της δημόσιας υπηρεσίας, καθιστούν δυνατή την προβλεψιμότητα των διαδικασιών προγραμματισμού τους και τους επιτρέπουν να αναπτύσσονται στο πλαίσιο του οικείου στόχου της δημόσιας υπηρεσίας. Η εν λόγω χρηματοδότηση θα πρέπει κατά προτίμηση να αποφασίζεται και να διατίθεται σε πολυετή βάση, σε ευθυγράμμιση με τον στόχο της δημόσιας υπηρεσίας των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος αθέμιτης επιρροής από τις ετήσιες διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να προβλέπουν τη χρηματοδότηση παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης όπως κατοχυρώνεται στο πρωτόκολλο αριθ. 29.

(32)

Έχει ζωτική σημασία οι αποδέκτες των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να γνωρίζουν με βεβαιότητα ποιος κατέχει και βρίσκεται πίσω από τα μέσα ενημέρωσης, ώστε να μπορούν να εντοπίζουν και να κατανοούν πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων. Αυτό αποτελεί προϋπόθεση για τη διαμόρφωση ενημερωμένων απόψεων και, κατά συνέπεια, για την ενεργό συμμετοχή στη δημοκρατία. Η διαφάνεια αυτή αποτελεί επίσης αποτελεσματικό εργαλείο για την αποθάρρυνση και, ως εκ τούτου, τον περιορισμό του κινδύνου παρέμβασης στη συντακτική ανεξαρτησία. Επιπλέον, συμβάλλει σε ανοικτό και δίκαιο περιβάλλον αγοράς και ενισχύει τη λογοδοσία των μέσων ενημέρωσης έναντι των αποδεκτών των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, συμβάλλοντας εντέλει στην ποιότητα των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κοινές απαιτήσεις πληροφόρησης για τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την Ένωση. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν αναλογικές και στοχευμένες απαιτήσεις οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να γνωστοποιούν σχετικές πληροφορίες για την ιδιοκτησία τους και τα διαφημιστικά έσοδα που εισπράττονται από δημόσιες αρχές ή οντότητες. Οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες προκειμένου οι αποδέκτες των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να μπορούν να κατανοούν και να ζητούν πληροφορίες σχετικά με δυνητικές συγκρούσεις συμφερόντων, μεταξύ άλλων όταν οι ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης είναι πολιτικά εκτεθειμένοι, ως προϋπόθεση για τη δυνατότητά τους να αξιολογούν την αξιοπιστία των ειλημμένων πληροφοριών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν οι αποδέκτες των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης έχουν στη διάθεσή τους επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με την ιδιοκτησία μέσων ενημέρωσης με τρόπο εύχρηστο, ιδίως κατά τη στιγμή που βλέπουν, ακούν ή διαβάζουν περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης, ούτως ώστε να μπορούν να τοποθετούν το περιεχόμενο σε σωστό πλαίσιο και να διαμορφώνουν σωστή εντύπωση επ’ αυτού. Ως εκ τούτου, η γνωστοποίηση στοχευμένων πληροφοριών σχετικά με την ιδιοκτησία μέσων ενημέρωσης θα απέφερε οφέλη που θα υπερέβαιναν σαφώς κάθε ενδεχόμενο αντίκτυπο της υποχρέωσης γνωστοποίησης στα θεμελιώδη δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων του δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη βάσει του άρθρου 30 παράγραφος 9 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) δεν θα πρέπει να επηρεάζονται. Οι απαιτούμενες πληροφορίες θα πρέπει να γνωστοποιούνται από τους σχετικούς παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε ηλεκτρονική μορφή, για παράδειγμα στους ιστοτόπους τους, ή σε άλλο μέσο που είναι εύκολα και άμεσα προσβάσιμο.

(33)

Για την περαιτέρω συμβολή σε υψηλό επίπεδο διαφάνειας όσον αφορά την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να αναθέσουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή σε άλλες αρμόδιες αρχές και φορείς την ανάπτυξη βάσεων δεδομένων για την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης. Οι εν λόγω βάσεις δεδομένων θα πρέπει να λειτουργούν ως υπηρεσία μιας στάσης που θα επιτρέπει στους αποδέκτες υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να ελέγχουν εύκολα τις σχετικές πληροφορίες που σχετίζονται με συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Λόγω των εθνικών διοικητικών ιδιαιτεροτήτων και με σκοπό τη μείωση του διοικητικού φόρτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν ευελιξία να αποφασίζουν ποια αρχή ή φορέας θα έχει αρμοδιότητα για την ανάπτυξη τέτοιων βάσεων δεδομένων για την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης. Αυτή θα μπορούσε να είναι, για παράδειγμα, μια εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας ή άλλος διοικητικός φορέας που, με τη σειρά του, θα μπορούσε να βασίζεται στη συνδρομή άλλου φορέα με συναφή εμπειρογνωσία για την εκπλήρωση του καθήκοντος.

(34)

Η ακεραιότητα των μέσων ενημέρωσης απαιτεί επίσης μια προορατική προσέγγιση για την προώθηση της συντακτικής ανεξαρτησίας από επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης που παρέχουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο και περιεχόμενο επικαιρότητας, ιδίως μέσω εσωτερικών διασφαλίσεων. Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να λαμβάνουν αναλογικά μέτρα για να διασφαλίζουν την ελευθερία των συντακτών να λαμβάνουν συντακτικές αποφάσεις εντός της καθιερωμένης μακροπρόθεσμης συντακτικής γραμμής του παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Ο στόχος της προστασίας των συντακτικών αποφάσεων από αδικαιολόγητη παρέμβαση, ιδίως όσων λαμβάνονται από αρχισυντάκτες και συντάκτες, για συγκεκριμένα τμήματα περιεχομένου συμβάλλει στη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης και στην ποιότητα των εν λόγω υπηρεσιών. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να αποσκοπούν στη διασφάλιση του σεβασμού των προτύπων ανεξαρτησίας καθ’ όλη τη συντακτική διαδικασία εντός των μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων με σκοπό τη διασφάλιση της ακεραιότητας του δημοσιογραφικού περιεχομένου. Ο σκοπός αυτός συνάδει επίσης με το θεμελιώδες δικαίωμα λήψης και μετάδοσης πληροφοριών που κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν τη διαφάνεια των πραγματικών ή δυνητικών συγκρούσεων συμφερόντων έναντι των αποδεκτών των υπηρεσιών τους μέσων ενημέρωσης.

(35)

Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να θεσπίζουν εσωτερικές διασφαλίσεις με σκοπό την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας των συντακτικών αποφάσεων, προσαρμοσμένων στο μέγεθος, τη δομή και τις ανάγκες τους. Η σύσταση (ΕΕ) 2022/1634 της Επιτροπής (12) παρέχει κατάλογο εθελοντικών εσωτερικών διασφαλίσεων που μπορούν να υιοθετήσουν οι επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης στο πλαίσιο αυτό. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί κατά τρόπο που να στερεί από τους ιδιοκτήτες ιδιωτικών παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης το προνόμιό τους να θέτουν στρατηγικούς ή γενικούς στόχους ή να προωθούν την ανάπτυξη και την οικονομική βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους. Στο πλαίσιο αυτό, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αναγνωρίζει ότι ο στόχος της ενίσχυσης της συντακτικής ανεξαρτησίας χρειάζεται να συμβιβαστεί με τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα των ιδιοκτητών ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης, όπως το δικαίωμα να καθορίζουν τη συντακτική γραμμή του παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και να διαμορφώνουν τη σύνθεση των συντακτικών ομάδων τους.

(36)

Οι ανεξάρτητες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς έχουν καίρια σημασία για την ορθή εφαρμογή του δικαίου μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την Ένωση. Ενώ οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς συχνά δεν διαθέτουν αρμοδιότητες όσον αφορά τον τομέα του Τύπου, είναι οι πλέον κατάλληλοι για να διασφαλίσουν την ορθή εφαρμογή των απαιτήσεων σχετικά με τη ρυθμιστική συνεργασία και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης εν γένει, όπως προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς θα πρέπει να διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους όσον αφορά τη στελέχωση, την εμπειρογνωσία και τα οικονομικά μέσα, μεταξύ άλλων για να είναι δυνατή η συμμετοχή τους στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Υπηρεσιών Μέσων Ενημέρωσης («συμβούλιο»). Θα πρέπει να τους παρέχονται τεχνικοί πόροι, για παράδειγμα συναφή ψηφιακά εργαλεία. Κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει, στον αναγκαίο βαθμό, να αυξήσουν τους πόρους που διατίθενται στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς, λαμβάνοντας υπόψη τα πρόσθετα καθήκοντα που τους ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς θα πρέπει επίσης να διαθέτουν ενδεδειγμένες εξουσίες, ιδίως να ζητούν πληροφορίες και δεδομένα από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός ή το οποίο, για σκοπούς που σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική του δραστηριότητα, ενδέχεται ευλόγως να κατέχει τις πληροφορίες και τα δεδομένα που απαιτούνται, όσον αφορά τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των εν λόγω προσώπων.

(37)

Για να διασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και του λοιπού ενωσιακού δικαίου μέσων ενημέρωσης, είναι αναγκαίο να συσταθεί το συμβούλιο ως ανεξάρτητος συμβουλευτικός φορέας σε επίπεδο Ένωσης, ο οποίος θα συγκεντρώνει τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς και θα συντονίζει τις δράσεις τους. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και την άσκηση των εξουσιών του, το συμβούλιο θα πρέπει να είναι πλήρως ανεξάρτητο, μεταξύ άλλων από οποιαδήποτε πολιτική ή οικονομική επιρροή, και να μη ζητεί ούτε να λαμβάνει οδηγίες από καμία κυβέρνηση, θεσμικό όργανο, είτε είναι εθνικό, υπερεθνικό ή διεθνές, ή οποιοδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό πρόσωπο ή φορέα. Η ομάδα των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (ERGA), η οποία συστάθηκε με την οδηγία 2010/13/ΕΕ, είχε ουσιαστική σημασία για την προώθηση της συνεπούς εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Συνεπώς, το συμβούλιο θα πρέπει να χρησιμοποιήσει ως βάση την ERGA και να την αντικαταστήσει. Αυτό απαιτεί στοχευμένη τροποποίηση της οδηγίας 2010/13/ΕΕ για να διαγραφεί το άρθρο 30β αυτής, με το οποίο θεσπίζεται η ERGA, και, ως επακόλουθο, να αντικατασταθούν οι αναφορές στην ERGA και στα καθήκοντά της. Η τροποποίηση της οδηγίας 2010/13/ΕΕ με τον παρόντα κανονισμό δικαιολογείται, καθώς περιορίζεται σε διατάξεις οι οποίες δεν χρειάζεται να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών και απευθύνεται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης.

(38)

Το συμβούλιο θα πρέπει να συγκεντρώνει ανώτερους εκπροσώπους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς θα πρέπει να ορίζουν τους εν λόγω εκπροσώπους. Όταν τα κράτη μέλη διαθέτουν πολλές σχετικές εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς, μεταξύ άλλων σε περιφερειακό επίπεδο, θα πρέπει να επιλέγεται κοινός εκπρόσωπος μέσω κατάλληλων διαδικασιών και το δικαίωμα ψήφου θα πρέπει να παραμείνει περιορισμένο σε έναν εκπρόσωπο ανά κράτος μέλος. Για τους σκοπούς των δραστηριοτήτων τους στο πλαίσιο του συμβουλίου, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς θα πρέπει να είναι σε θέση να διαβουλεύονται και να συντονίζονται με τις σχετικές αρμόδιες αρχές ή φορείς και, κατά περίπτωση, με αυτορρυθμιζόμενους φορείς στα κράτη μέλη τους. Αυτό δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα των άλλων εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων να συμμετέχουν, κατά περίπτωση, στις συνεδριάσεις του συμβουλίου. Το συμβούλιο θα πρέπει επίσης να μπορεί να προσκαλεί, κατά περίπτωση, στις συνεδριάσεις του εξωτερικούς εμπειρογνώμονες. Θα πρέπει να μπορεί επίσης να ορίζει, σε συμφωνία με την Επιτροπή, μόνιμους παρατηρητές στις συνεδριάσεις του, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων από υποψήφιες χώρες ή δυνάμει υποψήφια μέλη ή ad hoc εκπροσώπων άλλων αρμόδιων εθνικών αρχών.

(39)

Λόγω της ευαισθησίας του τομέα των μέσων ενημέρωσης και σύμφωνα με την πρακτική των αποφάσεων της ERGA όπως ορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό της, το συμβούλιο θα πρέπει να εκδίδει τις αποφάσεις του με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψήφων. Ο εσωτερικός κανονισμός του συμβουλίου θα πρέπει να προσδιορίζει ιδίως τον ρόλο, τα καθήκοντα και τις διαδικασίες διορισμού του προέδρου και του αντιπροέδρου, καθώς και ρυθμίσεις για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων των μελών του συμβουλίου. Για την υποστήριξη του προέδρου και του αντιπροέδρου, το συμβούλιο θα πρέπει να μπορεί να συγκροτήσει ομάδα καθοδήγησης. Η σύνθεση της ομάδας καθοδήγησης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αρχή της γεωγραφικής ισορροπίας. Το συμβούλιο θα πρέπει να καθορίζει τις ειδικές ρυθμίσεις για την ομάδα καθοδήγησης στον εσωτερικό κανονισμό του. Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος της ERGA, συμβουλευόμενοι τα μέλη του συμβουλίου της ERGA, θα πρέπει να διευκολύνουν την ομαλή, διαφανή και αποτελεσματική μετάβαση από την ERGA στο συμβούλιο, έως την εκλογή του προέδρου και του αντιπροέδρου του συμβουλίου.

(40)

Όταν το συμβούλιο ασχολείται με θέματα πέραν του τομέα των οπτικοακουστικών μέσων, θα πρέπει να βασίζεται σε αποτελεσματικό μηχανισμό διαβούλευσης με τη συμμετοχή συμφεροντούχων από τους σχετικούς τομείς των μέσων ενημέρωσης που δραστηριοποιούνται τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο. Οι συμφεροντούχοι αυτοί θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν συμβούλια Τύπου, δημοσιογραφικές ενώσεις, συνδικαλιστικές ενώσεις και επιχειρηματικές ενώσεις. Το συμβούλιο θα πρέπει να παρέχει στους εν λόγω συμφεροντούχους τη δυνατότητα να του επισημαίνουν τις εξελίξεις και τα θέματα που αφορούν τους τομείς τους. Ο μηχανισμός διαβούλευσης θα πρέπει να επιτρέπει στο συμβούλιο να συγκεντρώνει στοχευμένες συμβολές από τους σχετικούς συμφεροντούχους και να λαμβάνει συναφείς πληροφορίες για την υποστήριξη του έργου του. Κατά τον καθορισμό των ρυθμίσεων για τον μηχανισμό διαβούλευσης, στον εσωτερικό κανονισμό του, το συμβούλιο θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για διαφάνεια, ποικιλομορφία και δίκαιη γεωγραφική εκπροσώπηση. Το συμβούλιο θα πρέπει να μπορεί επίσης να συμβουλεύεται την ακαδημαϊκή κοινότητα, προκειμένου να συγκεντρώσει πρόσθετες σχετικές πληροφορίες.

(41)

Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή από τις Συνθήκες, είναι σημαντικό η Επιτροπή και το συμβούλιο να συνεργάζονται στενά, δίνοντας στο συμβούλιο τη δυνατότητα να συμβουλεύει και να υποστηρίζει την Επιτροπή σε θέματα που σχετίζονται με τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του. Το συμβούλιο θα πρέπει να υποστηρίζει ενεργά την Επιτροπή στα καθήκοντά της για τη διασφάλιση της συνεπούς και αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της εφαρμογής της οδηγίας 2010/13/ΕΕ. Για τον σκοπό αυτόν, το συμβούλιο θα πρέπει ιδίως να συμβουλεύει και να επικουρεί την Επιτροπή σχετικά με ρυθμιστικές, τεχνικές ή πρακτικές πτυχές που σχετίζονται με την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, να προωθεί τη συνεργασία και την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών, πείρας και βέλτιστων πρακτικών και να διατυπώνει γνώμες στις περιπτώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, την κατάσταση όσον αφορά την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης στις οικείες αγορές μέσων ενημέρωσης. Οι γνώμες αυτές δεν θα πρέπει να είναι νομικά δεσμευτικές αλλά χρήσιμες κατευθυντήριες γραμμές για τις εκάστοτε εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς και θα μπορούσαν να λαμβάνονται υπόψη από την Επιτροπή στο πλαίσιο των καθηκόντων της για τη διασφάλιση της συνεπούς και αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της εφαρμογής της οδηγίας 2010/13/ΕΕ. Εάν έχουν καταβάλει τις μεγαλύτερες προσπάθειές τους για την εφαρμογή της γνώμης του συμβουλίου ή εάν έχουν εξηγήσει καταλλήλως ενδεχόμενη απόκλιση από αυτή, θα πρέπει να θεωρείται ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς έχουν καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να λάβουν υπόψη τη γνώμη του συμβουλίου.

(42)

Για την αποτελεσματική και ανεξάρτητη εκπλήρωση των καθηκόντων του, το συμβούλιο θα πρέπει να επικουρείται από γραμματεία αφιερωμένη στις δραστηριότητες του συμβουλίου. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρέχει τη γραμματεία. Η γραμματεία θα πρέπει να διαθέτει επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Με την επιφύλαξη της θεσμικής και δημοσιονομικής αυτονομίας της Επιτροπής, είναι σημαντικό η Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες που κοινοποιεί το συμβούλιο, ιδίως όσον αφορά τα προσόντα, την εμπειρογνωσία και τα χαρακτηριστικά του προσωπικού της γραμματείας για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της. Η γραμματεία θα πρέπει επίσης να μπορεί να βασίζεται στην εμπειρογνωσία και τους πόρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων. Αυτό θα έχει καίρια σημασία για την παροχή βοήθειας στο συμβούλιο κατά την προετοιμασία των παραδοτέων του. Ως εκ τούτου, η γραμματεία θα πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλο αριθμό προσωπικού αποσπώμενο από τις εν λόγω εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς προκειμένου να επωφελείται από τις δεξιότητες και την πείρα τους. Στο πλαίσιο της αποστολής της να συμβάλλει στην ανεξάρτητη εκτέλεση των καθηκόντων του συμβουλίου, η γραμματεία θα πρέπει να ακολουθεί μόνο τις οδηγίες του συμβουλίου όταν επικουρεί το συμβούλιο στην εκπλήρωση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Η γραμματεία θα πρέπει να παρέχει ουσιαστική, διοικητική και οργανωτική υποστήριξη στο συμβούλιο και να επικουρεί το συμβούλιο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ιδίως με τη διεξαγωγή σχετικών δραστηριοτήτων έρευνας ή συλλογής πληροφοριών.

(43)

Η κανονιστική συνεργασία μεταξύ ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών ή φορέων των μέσων ενημέρωσης είναι απαραίτητη για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Ωστόσο, η οδηγία 2010/13/ΕΕ δεν προβλέπει πλαίσιο διαρθρωμένης συνεργασίας για τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς. Μετά την αναθεώρηση του πλαισίου της Ένωσης για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων με την οδηγία (ΕΕ) 2018/1808 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), η οποία επέκτεινε το πεδίο εφαρμογής της στις πλατφόρμες διαμοιρασμού βίντεο, υπάρχει συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη στενής συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, ιδίως για την επίλυση διασυνοριακών υποθέσεων. Η ανάγκη αυτή δικαιολογείται επίσης ενόψει των νέων προκλήσεων στο περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης της Ένωσης που επιδιώκει να αντιμετωπίσει ο παρών κανονισμός, μεταξύ άλλων με την ανάθεση νέων καθηκόντων σε εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς.

(44)

Έχοντας επίγνωση αυτών των προκλήσεων και προκειμένου να ανταποκριθούν στην ανάγκη στενότερης συνεργασίας στον τομέα των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, το 2020 τα μέλη της ERGA συμφώνησαν μνημόνιο συμφωνίας το οποίο καθορίζει μη δεσμευτικούς μηχανισμούς διασυνοριακής συνεργασίας για την ενίσχυση της εφαρμογής των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων και τις υπηρεσίες πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο. Με βάση το εν λόγω εθελοντικό πλαίσιο και προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική επιβολή του ενωσιακού δικαίου μέσων ενημέρωσης, να αποφευχθεί η δημιουργία πρόσθετων φραγμών στην εσωτερική αγορά για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης και να αποτραπεί η δυνητική καταστρατήγηση των εφαρμοστέων κανόνων από αναξιόπιστους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, είναι σημαντικό να προβλεφθεί ένα σαφές, νομικά δεσμευτικό πλαίσιο για την αποτελεσματική και αποδοτική συνεργασία των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων μεταξύ τους εντός του καθιερωμένου νομικού πλαισίου. Το εν λόγω πλαίσιο έχει ζωτική σημασία για την τήρηση της αρχής της χώρας προέλευσης, η οποία αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, και για να διασφαλιστεί ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς είναι σε θέση να ασκούν εποπτεία επί των σχετικών παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Στόχος θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της συνεπούς και αποτελεσματικής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της εφαρμογής της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, για παράδειγμα με τη διασφάλιση της ομαλής ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων ή με τη δυνατότητα ταχείας διεκπεραίωσης ερωτημάτων που σχετίζονται με θέματα δικαιοδοσίας. Όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ανταλλάσσουν πληροφορίες, θα πρέπει να τηρείται όλο το συναφές ενωσιακό και εθνικό δίκαιο για την ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών κανόνων του δικαίου για την προστασία των δεδομένων. Η συνεργασία αυτή και, ιδίως, η ταχεία συνεργασία είναι καίριας σημασίας όσον αφορά τη στήριξη δράσεων για την προστασία της εσωτερικής αγοράς από τους αναξιόπιστους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, διασφαλίζοντας παράλληλα τη συμμόρφωση προς τα θεμελιώδη δικαιώματα, ιδίως την ελευθερία της έκφρασης. Ειδικότερα, η ταχεία συνεργασία χρειάζεται για να εξασφαλιστεί ότι οι υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που έχουν ανασταλεί σε ορισμένα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφοι 3 και 5 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ δεν εξακολουθούν να παρέχονται μέσω δορυφόρου ή άλλων μέσων στα εν λόγω κράτη μέλη, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο, στην «πρακτική αποτελεσματικότητα» των συναφών εθνικών μέτρων. Οι γνώμες του συμβουλίου θα είναι σημαντικές για την αποτελεσματική λειτουργία του μηχανισμού συνεργασίας.

(45)

Λόγω του πανευρωπαϊκού χαρακτήρα των πλατφορμών διαμοιρασμού βίντεο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς χρειάζεται να διαθέτουν ειδικό εργαλείο για την προστασία των χρηστών των υπηρεσιών πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο από ορισμένο παράνομο και επιβλαβές περιεχόμενο, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών ανακοινώσεων. Ειδικότερα, με την επιφύλαξη της αρχής της χώρας προέλευσης, απαιτείται μηχανισμός που να επιτρέπει σε κάθε σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέα να ζητεί από την αντίστοιχη αρχή ή φορέα να λαμβάνει τα αναγκαία και αναλογικά μέτρα για να διασφαλίζει την επιβολή των υποχρεώσεων των παρόχων πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο δυνάμει του άρθρου 28β παράγραφοι 1, 2 και 3 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ. Αυτό έχει καίρια σημασία για να διασφαλιστεί ότι το κοινό και, ιδίως, το ανήλικο κοινό προστατεύονται αποτελεσματικά σε ολόκληρη την Ένωση κατά την πρόσβαση σε περιεχόμενο σε πλατφόρμες διαμοιρασμού βίντεο και ότι μπορούν να βασίζονται στο ενδεδειγμένο επίπεδο διαφάνειας όσον αφορά τις επιγραμμικές εμπορικές ανακοινώσεις. Η διαμεσολάβηση και οι γνώμες του συμβουλίου θα συνέβαλλαν στην εξασφάλιση αμοιβαίως αποδεκτών και ικανοποιητικών αποτελεσμάτων για τις οικείες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς. Όταν η χρήση ενός τέτοιου μηχανισμού δεν καταλήξει σε φιλική λύση, η ελευθερία παροχής υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας από άλλο κράτος μέλος μπορεί να περιοριστεί μόνο εφόσον έχουν πληρωθεί οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) και ακολουθηθεί η διαδικασία που προβλέπεται σε αυτήν.

(46)

Είναι ουσιαστικής σημασίας η διασφάλιση συνεκτικής κανονιστικής πρακτικής, η συνεπής και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και η εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ. Για τον σκοπό αυτόν και για να συμβάλει στη διασφάλιση συγκλίνουσας εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου μέσων ενημέρωσης, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση, όταν χρειάζεται, να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για διασυνοριακά θέματα που καλύπτονται τόσο από τον παρόντα κανονισμό όσο και από την οδηγία 2010/13/ΕΕ. Όταν η Επιτροπή αποφασίζει εάν θα εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές και υπό το φως των συναφών συζητήσεων με την επιτροπή επαφών που συστάθηκε με την οδηγία 2010/13/ΕΕ για θέματα που σχετίζονται με την εν λόγω οδηγία, θα πρέπει να εξετάζει ιδίως κανονιστικά ζητήματα που επηρεάζουν σημαντικό αριθμό κρατών μελών ή κανονιστικά ζητήματα που έχουν διασυνοριακή πτυχή. Λόγω της πληθώρας των πληροφοριών και της αυξανόμενης χρήσης ψηφιακών μέσων για την πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης, είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η προβολή του περιεχομένου γενικού συμφέροντος, προκειμένου να επιτευχθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, καθώς και συμμόρφωση με το θεμελιώδες δικαίωμα λήψης πληροφοριών κατά το άρθρο 11 του Χάρτη. Δεδομένου του πιθανού αντικτύπου των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 7α της οδηγίας 2010/13/ΕΕ στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, οι κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής θα είναι σημαντικές για την επίτευξη ασφάλειας δικαίου στον τομέα αυτόν. Θα ήταν επίσης χρήσιμο να παρασχεθεί καθοδήγηση σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, για να διασφαλιστεί η δημόσια διαθεσιμότητα προσβάσιμων, ακριβών και επικαιροποιημένων πληροφοριών σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μέσων ενημέρωσης και σχετικά την υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να καθιστούν εύκολα και άμεσα προσβάσιμες στους αποδέκτες των υπηρεσιών τους ορισμένες επικαιροποιημένες πληροφορίες. Κατά τη διαδικασία κατάρτισης των κατευθυντήριων γραμμών της, η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται από το συμβούλιο. Το συμβούλιο θα πρέπει ιδίως να μοιράζεται με την Επιτροπή την εμπειρογνωσία του σε κανονιστικά, τεχνικά και πρακτικά θέματα όσον αφορά τους τομείς και τα θέματα που καλύπτονται από τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές.

(47)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς διαθέτουν ειδική πρακτική εμπειρογνωσία που τους διευκολύνει να εξισορροπούν αποτελεσματικά τα συμφέροντα των παρόχων και των αποδεκτών υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, διασφαλίζοντας παράλληλα τον σεβασμό της ελευθερίας της έκφρασης και την προστασία και ενίσχυση της πολυφωνίας στα μέσα ενημέρωσης. Αυτό έχει καίρια σημασία, ιδίως, όσον αφορά την προστασία της εσωτερικής αγοράς από υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης από χώρες εκτός της Ένωσης, ανεξάρτητα από τα μέσα με τα οποία διανέμονται ή καθίστανται προσπελάσιμες, οι οποίες στοχεύουν ή προσεγγίζουν κοινό εντός της Ένωσης, όταν, μεταξύ άλλων λόγω του ελέγχου που μπορεί να ασκείται σε αυτές από τρίτες χώρες, θα μπορούσαν να βλάψουν ή να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια ασφάλεια. Οι κίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια μπορεί να αφορούν τη δημόσια υποκίνηση σε τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), και συστηματικές διεθνείς εκστρατείες χειραγώγησης πληροφοριών και παρεμβάσεων από το εξωτερικό με σκοπό την αποσταθεροποίηση της Ένωσης στο σύνολό της ή συγκεκριμένων κρατών μελών. Στο πλαίσιο αυτό, είναι ανάγκη να ενισχυθεί ο συντονισμός μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων για την από κοινού αντιμετώπιση πιθανών απειλών για τη δημόσια ασφάλεια που απορρέουν από τις εν λόγω υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης και να του δοθεί ένα νομικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και του πιθανού συντονισμού των εθνικών μέτρων που θεσπίζονται σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο μέσων ενημέρωσης.

(48)

Είναι αναγκαίο να συντονιστούν τα εθνικά μέτρα που ενδέχεται να ληφθούν για την αντιμετώπιση των απειλών για τη δημόσια ασφάλεια από υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που προέρχονται ή είναι εγκατεστημένες εκτός της Ένωσης και στοχεύουν κοινό εντός της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας του συμβουλίου, σε διαβούλευση με την Επιτροπή, να γνωμοδοτεί σχετικά με τέτοια μέτρα, κατά περίπτωση, ιδίως σε περιπτώσεις που επηρεάζουν πολλά κράτη μέλη. Στο πλαίσιο αυτό, οι κίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια είναι ανάγκη να εκτιμώνται με βάση όλα τα σχετικά πραγματικά και νομικά στοιχεία, σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων τυχόν αξιολογήσεων που έχουν γίνει σχετικά με τον τρόπο με τον οποίον η εκάστοτε υπηρεσία μέσων ενημέρωσης διαδίδεται ή λαμβάνεται στο έδαφος της Ένωσης. Στόχος θα πρέπει να είναι να καταστεί δυνατή μια πιο συντονισμένη προσέγγιση για τις ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς όσον αφορά τους περιορισμούς στη διανομή των εν λόγω υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών ή των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων τους σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο. Στο πλαίσιο αυτό, οι ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν υπόψη τις γνώμες του συμβουλίου, όταν εξετάζουν το ενδεχόμενο λήψης μέτρων κατά παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας της Ένωσης δυνάμει του άρθρου 215 ΣΛΕΕ.

(49)

Προκειμένου να στηρίξει περαιτέρω τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς στον ρόλο τους για την προστασία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης από αναξιόπιστους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, το συμβούλιο θα πρέπει να καταρτίσει κατάλογο κριτηρίων σχετικά με τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με εγκατάσταση ή προέλευση εκτός της Ένωσης. Ένας τέτοιος κατάλογος θα βοηθήσει τις εκάστοτε εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς σε περιπτώσεις όπου ο σχετικός πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης επιδιώκει να υπαχθεί στη δικαιοδοσία κράτους μέλους ή όταν ένας πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που υπάγεται ήδη στη δικαιοδοσία κράτους μέλους φαίνεται να θέτει σοβαρούς και σημαντικούς κινδύνους για τη δημόσια ασφάλεια. Τα στοιχεία που πρέπει να καλύπτει ένας τέτοιος κατάλογος μπορούν να αφορούν, μεταξύ άλλων, το ιδιοκτησιακό καθεστώς, τη διοίκηση, τις δομές χρηματοδότησης, τη συντακτική ανεξαρτησία από τρίτες χώρες ή τη συμμόρφωση με μηχανισμούς συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης που διέπουν τα συντακτικά πρότυπα σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη.

(50)

Οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες λειτουργούν για πολλούς χρήστες ως πύλη πρόσβασης σε περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης και υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης. Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που ασκούν συντακτική ευθύνη για το περιεχόμενό τους διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη διανομή πληροφοριών και στην άσκηση του δικαιώματος λήψης και μετάδοσης πληροφοριών επιγραμμικά. Κατά την άσκηση της εν λόγω συντακτικής ευθύνης, οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης οφείλουν να ενεργούν με επιμέλεια και να παρέχουν πληροφορίες που είναι αξιόπιστες και σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα, σε ευθυγράμμιση με τις κανονιστικές απαιτήσεις ή τους συρρυθμιστικούς ή αυτορρυθμιστικούς μηχανισμούς στους οποίους υπόκεινται στα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, λαμβανομένης επίσης υπόψη του δικαιώματος λήψης και μετάδοσης πληροφοριών των χρηστών, όταν ένας πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας θεωρεί ότι το περιεχόμενο που προσφέρεται από τους εν λόγω παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης είναι ασύμβατο με τους όρους και τις προϋποθέσεις του, θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη την ελευθερία και την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/2065, και να παρέχει, το συντομότερο δυνατόν, τις απαραίτητες εξηγήσεις στους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε αιτιολόγηση όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) και το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065. Για να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις οποιουδήποτε περιορισμού του εν λόγω περιεχομένου στο δικαίωμα λήψης και μετάδοσης πληροφοριών των χρηστών, οι πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες θα πρέπει να υποβάλλουν την αιτιολόγησή τους πριν από την έναρξη ισχύος της αναστολής ή του περιορισμού της προβολής. Επιπλέον, θα πρέπει να παρέχουν στον ενδιαφερόμενο πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης τη δυνατότητα να απαντήσει στην αιτιολόγηση εντός 24 ωρών από την παραλαβή της, πριν τεθεί σε ισχύ η αναστολή ή ο περιορισμός της προβολής. Σε περίπτωση κρίσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065, θα μπορούσε να ισχύσει συντομότερο χρονικό πλαίσιο, προκειμένου να ληφθεί υπόψη, ιδίως, η επείγουσα ανάγκη για έλεγχο του σχετικού περιεχομένου σε τέτοιες έκτακτες περιστάσεις.

(51)

Η χρήση ηλικιακής σήμανσης ή εργαλείων εξακρίβωσης ηλικίας από παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών σύμφωνα με τους όρους παροχής των υπηρεσιών τους και σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο δεν θα πρέπει να θεωρείται περιορισμός της προβολής. Κατόπιν της απάντησης ενός παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην αιτιολογία ενός παρόχου πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας, ή ελλείψει μιας τέτοιας απάντησης εντός της τεθείσας προθεσμίας, ο εν λόγω πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας θα πρέπει να ενημερώνει τον πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης εάν προτίθεται να προβεί στην αναστολή της παροχής των επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησής του σε σχέση με το περιεχόμενο που παρέχεται από τον πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή τον περιορισμό της προβολής του εν λόγω περιεχομένου. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών να λαμβάνουν μέτρα κατά του παράνομου περιεχομένου που διαδίδεται μέσω των υπηρεσιών τους, να λαμβάνουν μέτρα με σκοπό να εκτιμήσουν και να μετριάσουν τους συστημικούς κινδύνους που ενέχουν οι υπηρεσίες τους, παραδείγματος χάριν μέσω παραπληροφόρησης, ή να λαμβάνουν μέτρα με σκοπό την προστασία ανηλίκων. Στο πλαίσιο αυτό, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως παρέκκλιση από τις υποχρεώσεις των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών δυνάμει των άρθρων 28, 34 και 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 και του άρθρου 28β της οδηγίας 2010/13/ΕΕ.

(52)

Λόγω του αναμενόμενου θετικού αντικτύπου στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών και στην ελευθερία της έκφρασης, δικαιολογείται, όταν οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης συμμορφώνονται με ορισμένα κανονιστικά, συρρυθμιστικά ή αυτορρυθμιστικά πρότυπα, οι καταγγελίες τους κατά αποφάσεων παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών να εξετάζονται κατά προτεραιότητα και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

(53)

Για τον σκοπό αυτόν, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών που παρέχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να προβλέπουν λειτουργική δυνατότητα στην επιγραμμική διεπαφή τους, ώστε να μπορούν οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να δηλώνουν ότι πληρούν ορισμένες απαιτήσεις, διατηρώντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα να απορρίπτουν τέτοιες υπεύθυνες δηλώσεις όταν θεωρούν ότι δεν πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις. Όταν πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δηλώνει ότι συμμορφώνεται με κανονιστικές απαιτήσεις ή μηχανισμό συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης, θα πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει τα στοιχεία επικοινωνίας της αρμόδιας εθνικής ρυθμιστικής αρχής ή φορέα ή των εκπροσώπων του μηχανισμού συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης, συμπεριλαμβανομένων των παρεχόμενων από ευρέως αναγνωρισμένες επαγγελματικές ενώσεις που εκπροσωπούν ένα συγκεκριμένο τομέα και δραστηριοποιούνται σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο. Όταν υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες, οι πληροφορίες αυτές θα επιτρέπουν στον πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας να επιβεβαιώνει με τις εν λόγω αρχές ή φορείς το κατά πόσο αυτός υπόκειται σε τέτοιες απαιτήσεις ή μηχανισμούς. Όπου αρμόζει, οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών θα πρέπει να βασίζονται σε πληροφορίες σχετικά με την τήρηση των εν λόγω απαιτήσεων, όπως το μηχαναγνώσιμο πρότυπο της πρωτοβουλίας «Journalism Trust Initiative», που εκπονήθηκε υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης, ή άλλοι σχετικοί κώδικες δεοντολογίας. Οι αναγνωρισμένες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, οι οργανισμοί ελέγχου γεγονότων και άλλες σχετικές επαγγελματικές οργανώσεις που αναγνωρίζουν την ακεραιότητα των πηγών των μέσων ενημέρωσης βάσει προτύπων που έχουν συμφωνηθεί με τον κλάδο των μέσων ενημέρωσης θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να επισημαίνουν στους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών κάθε πιθανό ζήτημα σχετικά με τη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με τις σχετικές απαιτήσεις για την υπεύθυνη δήλωση. Οι κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδει η Επιτροπή θα έχουν καίρια σημασία για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής εφαρμογής μιας τέτοιας λειτουργικής δυνατότητας. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα πρέπει να συμβάλλουν στην ελαχιστοποίηση των κινδύνων πιθανής κατάχρησης της λειτουργικής δυνατότητας, ιδίως από παρόχους υπηρεσιών μέσων μαζικής ενημέρωσης που εμπλέκονται συστηματικά σε παραπληροφόρηση, χειραγώγηση πληροφοριών και παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ελέγχονται από ορισμένες τρίτες χώρες, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που πρόκειται να αναπτυχθούν από το συμβούλιο σχετικά με τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης από χώρες εκτός της Ένωσης. Για τον σκοπό αυτόν, οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές θα μπορούσαν να καλύπτουν ρυθμίσεις που σχετίζονται με τη συμμετοχή αναγνωρισμένων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών ελέγχου γεγονότων, στην επανεξέταση των δηλώσεων ή με τη διαβούλευση με εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή φορείς συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης.

(54)

Ο παρών κανονισμός αναγνωρίζει τη σημασία των μηχανισμών συρρύθμισης και αυτορρύθμισης στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες. Οι εν λόγω μηχανισμοί αντιπροσωπεύουν ένα είδος εθελοντικής πρωτοβουλίας, για παράδειγμα υπό μορφή κωδίκων δεοντολογίας, που επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή στους εκπροσώπους τους να υιοθετήσουν κοινές κατευθυντήριες γραμμές, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα πρότυπα δεοντολογίας, τη διόρθωση σφαλμάτων ή τον χειρισμό καταγγελιών, μεταξύ τους και για τους ίδιους. Η ισχυρή, συμπεριληπτική και ευρέως αποδεκτή αυτορρύθμιση των μέσων ενημέρωσης αποτελεί αποτελεσματική εγγύηση για την ποιότητα και τον επαγγελματισμό των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και έχει καίρια σημασία για τη διαφύλαξη της συντακτικής ακεραιότητας.

(55)

Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών θα πρέπει να διεξάγουν διάλογο με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που τηρούν τα πρότυπα αξιοπιστίας και διαφάνειας και θεωρούν ότι οι περιορισμοί του περιεχομένου τους ή οι αναστολές σε αυτό επιβάλλονται επανειλημμένα από τους παρόχους πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών χωρίς επαρκείς λόγους, προκειμένου να εξευρεθεί φιλική λύση για τον τερματισμό αδικαιολόγητων περιορισμών ή αναστολών και για την αποφυγή τους στο μέλλον. Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών θα πρέπει να συμμετέχουν σ’ αυτόν τον διάλογο με καλή πίστη, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στη διασφάλιση της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης και της ελευθερίας της πληροφόρησης. Το συμβούλιο θα πρέπει να ενημερώνει την Επιτροπή για τις γνωμοδοτήσεις του σχετικά με το αποτέλεσμα του εν λόγω διαλόγου. Η Επιτροπή θα μπορούσε να λαμβάνει υπόψη τις γνωμοδοτήσεις αυτές στο πλαίσιο της επιβολής του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065.

(56)

Με βάση τον χρήσιμο ρόλο που διαδραματίζει η ERGA στην παρακολούθηση της συμμόρφωσης των υπογραφόντων τον κώδικα δεοντολογίας της ΕΕ για την παραπληροφόρηση, το συμβούλιο θα πρέπει, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, να διοργανώνει διαρθρωμένο διάλογο μεταξύ παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, εκπροσώπων παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών για την προώθηση της πρόσβασης σε διάφορες διαθέσεις ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης σε πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες, να συζητά εμπειρίες και βέλτιστες πρακτικές για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις διαδικασίες ελέγχου από πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες, και να παρακολουθεί την τήρηση πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης που αποσκοπούν στην προστασία των χρηστών από επιβλαβές περιεχόμενο, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης. Η Επιτροπή θα μπορούσε, κατά περίπτωση, να εξετάζει τις εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα των εν λόγω διαρθρωμένων διαλόγων κατά την αξιολόγηση συστημικών και αναδυόμενων ζητημάτων σε ολόκληρη την Ένωση στο πλαίσιο της επιβολής του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 και να ζητά από το συμβούλιο να την υποστηρίζει προς τον σκοπό αυτό.

(57)

Οι αποδέκτες υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα θα πρέπει να είναι σε θέση να επιλέγουν πραγματικά το περιεχόμενο που επιθυμούν να παρακολουθήσουν ή να ακούσουν σύμφωνα με τις προτιμήσεις τους. Ωστόσο, η ελευθερία τους να επιλέγουν περιεχόμενο θα μπορούσε να περιορίζεται από εμπορικές πρακτικές στον τομέα των μέσων ενημέρωσης, όπως συμφωνίες για την ιεράρχηση περιεχομένου μεταξύ παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και κατασκευαστών συσκευών ή παρόχων διεπαφών χρήστη που ελέγχουν ή διαχειρίζονται την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα και τη χρήση τους, όπως συνδεδεμένες τηλεοράσεις ή ηχοσυστήματα αυτοκινήτων. Η ιεράρχηση μπορεί να εφαρμόζεται, για παράδειγμα, στην αρχική οθόνη μιας συσκευής, μέσω ρυθμίσεων υλισμικού ή συντομεύσεων λογισμικού, εφαρμογών και περιοχών αναζήτησης, που έχουν επιπτώσεις στη συμπεριφορά των αποδεκτών, στους οποίους ενδέχεται να παρέχονται αδικαιολόγητα κίνητρα για να επιλέγουν ορισμένες διαθέσεις μέσων ενημέρωσης έναντι άλλων. Η επιλογή του χρήστη θα μπορούσε επίσης να περιορίζεται από κλειστά κυκλώματα προεγκατεστημένων εφαρμογών. Οι χρήστες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν, ανά πάσα στιγμή, με απλό, εύκολα προσβάσιμο και φιλικό προς τον χρήστη τρόπο, τις παραμέτρους συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των προεπιλεγμένων ρυθμίσεων, μιας συσκευής, όπως ένα τηλεχειριστήριο, ή μιας διεπαφής χρήστη που ελέγχει ή διαχειρίζεται την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα και τη χρήση τους. Τούτο θα πρέπει να θεωρείται ότι καλύπτει όλα τα χαρακτηριστικά εξατομίκευσης συσκευών ή διεπαφών χρήστη που κατευθύνουν ή καθοδηγούν τους χρήστες στις επιλογές τους όσον αφορά τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης ή το περιεχόμενο στο οποίο επιθυμούν να έχουν πρόσβαση και τους επιτρέπουν να βρίσκουν ή να ανακαλύπτουν τέτοιες υπηρεσίες ή περιεχόμενο, λαμβάνοντας υπόψη τον στόχο της δίκαιης πρόσβασης σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης σε όλη τους την ποικιλομορφία, τόσο από τη σκοπιά των χρηστών όσο και από τη σκοπιά των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Το εν λόγω δικαίωμα δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε μεμονωμένα στοιχεία, όπως προγράμματα, στο πλαίσιο καταλόγου κατά παραγγελία υπηρεσιών και δεν θίγει τα μέτρα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της κατάλληλης προβολής των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων γενικού συμφέροντος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7α της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, καθώς και εκείνα που εφαρμόζουν το άρθρο 7β της εν λόγω οδηγίας, τα οποία λαμβάνονται με σκοπό την εξυπηρέτηση θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής. Οι κατασκευαστές, οι προγραμματιστές και οι εισαγωγείς θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύουν κατά τη διάθεση των σχετικών προϊόντων τους στην αγορά ότι η απαιτούμενη λειτουργική δυνατότητα είναι πράγματι φιλική προς τον χρήστη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν, με κατάλληλα μέτρα, ότι οι συσκευές και οι διεπαφές που διατίθενται στην αγορά τους από τους σχετικούς παράγοντες της αγοράς συμμορφώνονται με τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της παρακολούθησης της εφαρμογής και της αποτελεσματικότητας των μέτρων που λαμβάνουν οι εν λόγω παράγοντες της αγοράς.

(58)

Οι οπτικές ταυτότητες των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης αποτελούνται από εμπορικές ονομασίες, λογότυπους, εμπορικά σήματα ή άλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και επιτρέπουν στους αποδέκτες υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα να προσδιορίζουν εύκολα ποιος φέρει τη συντακτική ευθύνη για την υπηρεσία. Οι οπτικές ταυτότητες αποτελούν επίσης βασικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, καθώς τους επιτρέπουν να διαφοροποιούν τη δική τους διάθεση μέσων ενημέρωσης στην αγορά. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό οι οπτικές ταυτότητες των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα να διατηρούνται, όταν οι χρήστες έχουν πρόσβαση στις δικές τους υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης μέσω διαφορετικών συσκευών και διεπαφών χρήστη. Για τον σκοπό αυτόν, οι κατασκευαστές, οι προγραμματιστές και οι εισαγωγείς συσκευών και διεπαφών χρήστη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι οπτικές ταυτότητες που παρέχονται από τους εν λόγω παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δεν αφαιρούνται ούτε τροποποιούνται.

(59)

Για να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού στην παροχή ποικίλων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα ενόψει των τεχνολογικών εξελίξεων στην εσωτερική αγορά και για να εξασφαλιστεί η δίκαιη πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης σε όλη τους την ποικιλομορφία, είναι αναγκαίο να προωθηθεί η ανάπτυξη κοινών εναρμονισμένων προτύπων για συσκευές και διεπαφές χρήστη που ελέγχουν ή διαχειρίζονται την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα ή σε ψηφιακά σήματα που μεταδίδουν το περιεχόμενο από την πηγή στον προορισμό, καθώς και τη χρήση τους. Στο πλαίσιο αυτό, είναι σημαντικό να αποφευχθεί η απόκλιση των τεχνικών προτύπων που δημιουργεί εμπόδια και πρόσθετο κόστος για τον κλάδο και τους καταναλωτές, με παράλληλη ενθάρρυνση της ανάπτυξης λύσεων για την εφαρμογή των υφιστάμενων υποχρεώσεων όσον αφορά τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης.

(60)

Διαφορετικά νομοθετικά, κανονιστικά ή διοικητικά μέτρα θα μπορούσαν να είναι δικαιολογημένα και να συμβάλουν στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. Ωστόσο, κάποια μέτρα ενδέχεται να παρακωλύσουν ή να καταστήσουν λιγότερο ελκυστική την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών στον τομέα των μέσων ενημέρωσης, εις βάρος της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης ή της συντακτικής ανεξαρτησίας των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά. Τέτοια μέτρα μπορούν να έχουν διάφορες μορφές όπως, για παράδειγμα, κανόνες για τον περιορισμό της ιδιοκτησίας επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης από άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των μέσων ενημέρωσης ή σε τομείς που δεν σχετίζονται με τα μέσα ενημέρωσης. Περιλαμβάνουν επίσης αποφάσεις σχετικά με την αδειοδότηση, όπως η ανάκληση ή η δυσκολότερη ανανέωση των αδειών παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και αποφάσεις σχετικά με την έγκριση ή την εκ των προτέρων κοινοποίηση παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Προκειμένου να μετριαστούν οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις τους στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης ή στη συντακτική ανεξαρτησία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά και να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, είναι σημαντικό τα μέτρα αυτά να συμμορφώνονται με τις αρχές της αντικειμενικής αιτιολόγησης, της διαφάνειας, της αποφυγής των διακρίσεων και της αναλογικότητας. Τα διοικητικά μέτρα που είναι πιθανό να επηρεάσουν την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης ή τη συντακτική ανεξαρτησία θα πρέπει να θεσπίζονται εντός προβλέψιμων χρονικών πλαισίων. Τα χρονικά πλαίσια αυτά θα πρέπει να έχουν επαρκή διάρκεια, ώστε να διασφαλίζεται η κατάλληλη αξιολόγηση των μέτρων και των προβλέψιμων συνεπειών τους από τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Επιπλέον, οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης οι οποίους επηρεάζονται ατομικά και άμεσα από κανονιστικά ή διοικητικά μέτρα θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα προσφυγής κατά τέτοιων μέτρων ενώπιον ανεξάρτητου δευτεροβάθμιου οργάνου. Εάν το δευτεροβάθμιο όργανο δεν είναι δικαστήριο, θα πρέπει να διαθέτει τους αναγκαίους πόρους για την αποτελεσματική λειτουργία του.

(61)

Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων της Ένωσης για τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις και των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με τους εν λόγω κανόνες, είναι σημαντικό το συμβούλιο να έχει την εξουσία να εκδίδει γνώμες, όταν τα εθνικά κανονιστικά ή διοικητικά μέτρα είναι πιθανό να επηρεάσουν σημαντικά τη λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά. Οι γνώμες του συμβουλίου θα πρέπει να επικεντρώνονται σε εθνικά μέτρα που έχουν τη δυνατότητα να διαταράξουν τις δραστηριότητες των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά, για παράδειγμα παρεμποδίζοντας ή παρακωλύοντας τη λειτουργία τους κατά τρόπο που να υπονομεύεται σοβαρά η παροχή των δικών τους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε δεδομένη αγορά. Αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει, όταν ένα εθνικό διοικητικό μέτρο απευθύνεται ειδικά σε πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που παρέχει τις υπηρεσίες του σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη ή όταν αφορά πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ο οποίος, λόγω μεταξύ άλλων των μεριδίων του στην αγορά, της απήχησής του στο κοινό ή του επιπέδου κυκλοφορίας του, ασκεί σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης στο εν λόγω κράτος μέλος και εμποδίζει έναν τέτοιο πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να δραστηριοποιείται αποτελεσματικά σε δεδομένη αγορά ή να εισέρχεται σε νέα αγορά. Το συμβούλιο μπορεί να εκδίδει τέτοιες γνώμες με δική του πρωτοβουλία και θα πρέπει να εκδίδει τέτοιες γνώμες κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής. Το συμβούλιο θα πρέπει επίσης να εκδίδει γνώμες σχετικά με τέτοια μέτρα κατόπιν αιτήματος παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που επηρεάζονται ατομικά και άμεσα. Για τον σκοπό αυτόν, ο ενδιαφερόμενος πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να υποβάλλει δεόντως τεκμηριωμένο και αιτιολογημένο αίτημα στο συμβούλιο. Στο αίτημά του, ο ενδιαφερόμενος πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει ιδίως να αναφέρει αν έχει ήδη εξαντλήσει όλα τα διαθέσιμα εθνικά μέσα προσφυγής προσβάλλοντας τα επίμαχα μέτρα ενώπιον εθνικών δικαστηρίων ή άλλων αρμόδιων εθνικών αρχών ή φορέων και το είδος της απόφασης ή των αποφάσεων που προέκυψαν από αυτό. Το αίτημα θα πρέπει να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους ο ενδιαφερόμενος πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θεωρεί ότι το επίμαχο μέτρο ή τα επίμαχα μέτρα επηρεάζουν σημαντικά τη λειτουργία του στην εσωτερική αγορά, καθώς και τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι το εν λόγω μέτρο ή μέτρα επηρεάζουν άμεσα και ατομικά τη νομική του κατάσταση.

(62)

Οι συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης αξιολογούνται διαφορετικά ανά την Ένωση από την άποψη της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης. Οι κανόνες και οι διαδικασίες που σχετίζονται με την αξιολόγηση της συγκέντρωσης στην αγορά των μέσων ενημέρωσης ποικίλλουν ανά την Ένωση. Ορισμένα κράτη μέλη βασίζονται μόνο στις αξιολογήσεις ανταγωνισμού, ενώ άλλα διαθέτουν ειδικά πλαίσια για τις ειδικές αξιολογήσεις των συγκεντρώσεων όσον αφορά την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. Στην τελευταία αυτήν περίπτωση, υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όλες οι συναλλαγές στον τομέα των μέσων ενημέρωσης ελέγχονται ενδελεχώς, ανεξάρτητα από το αν φθάνουν σε ορισμένα κατώτατα όρια, ενώ σε άλλες περιπτώσεις διενεργείται αξιολόγηση μόνον όταν σημειώνεται υπέρβαση συγκεκριμένων κατώτατων ορίων ή όταν πληρούνται ορισμένα ποιοτικά κριτήρια. Για παράδειγμα, για τους σκοπούς μιας τέτοιας αξιολόγησης, ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν πολλαπλασιαστές εσόδων, προκειμένου να διασφαλίζουν ότι οι απειλές για τον ανταγωνισμό δεν περνούν απαρατήρητες και υπόκεινται σε έλεγχο ακόμη και όταν τα εμπλεκόμενα μέσα ενημέρωσης έχουν χαμηλά έσοδα. Κατά περίπτωση, υπάρχουν επίσης διαφορές στις διαδικασίες που εφαρμόζονται για τον έλεγχο των συναλλαγών της αγοράς για τους σκοπούς της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης. Ο εν λόγω έλεγχος διενεργείται συχνά ανεξάρτητα από τη ρυθμιστική αρχή για τα μέσα ενημέρωσης μέσω αυτοτελούς αξιολόγησης ή από την αρμόδια αρχή με την εμπλοκή της ρυθμιστικής αρχής για τα μέσα ενημέρωσης μέσω γνωμοδότησης, η οποία θα μπορούσε να είναι αυτοτελής εισήγηση ή να έχει τη μορφή γραπτών απόψεων ή σχολίων στο πλαίσιο εν εξελίξει αξιολόγησης. Ορισμένοι εθνικοί κανόνες επιτρέπουν στα υπουργεία ή σε κυβερνητικά όργανα να παρεμβαίνουν στον έλεγχο της αγοράς μέσων ενημέρωσης για μη οικονομικούς λόγους, οι οποίοι αφορούν από την προστασία της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης έως τη διαφύλαξη της δημόσιας ασφάλειας ή άλλων γενικών συμφερόντων.

(63)

Η απόκλιση και η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των κανόνων και των διαδικασιών των κρατών μελών που εφαρμόζονται στις συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης μπορούν να οδηγήσουν σε ανασφάλεια δικαίου και σε κανονιστικές, διοικητικές ή οικονομικές επιβαρύνσεις για τις επιχειρήσεις μέσων ενημέρωσης που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν διασυνοριακά, στρεβλώνοντας έτσι τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα εθνικά μέτρα στον τομέα αυτόν μπορούν να εμποδίσουν πράγματι μια επιχείρηση μέσων ενημέρωσης εγκατεστημένη στην Ένωση να εισέλθει σε άλλη εθνική αγορά, χωρίς να αποσκοπούν πραγματικά στην προώθηση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης (17). Τελικά, αντί να επιτευχθεί μεγαλύτερη πολυφωνία στα μέσα ενημέρωσης, αυτό ενδέχεται να ενισχύσει την ολιγοπωλιακή δυναμική στην αγορά των μέσων ενημέρωσης. Προκειμένου να μειωθούν τα εμπόδια που παρακωλύουν την ικανότητα των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά, είναι σημαντικό ο παρών κανονισμός να καθορίσει κοινό πλαίσιο για την αξιολόγηση των συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης σε ολόκληρη την Ένωση.

(64)

Τα μέσα ενημέρωσης διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και στην παροχή στους πολίτες πληροφοριών που είναι σημαντικές για την ενεργό συμμετοχή στις δημοκρατικές διαδικασίες. Για τον λόγο αυτόν, τα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από αξιολογήσεις του δικαίου ανταγωνισμού, θα πρέπει να προβλέψουν κανόνες και διαδικασίες στο εθνικό δίκαιο, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα αξιολόγησης των συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης που θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και στη συντακτική ανεξαρτησία. Εν προκειμένω, ως πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να νοείται η δυνατότητα πρόσβασης σε ποικιλία υπηρεσιών και περιεχομένου μέσων ενημέρωσης που αντικατοπτρίζουν διαφορετικές απόψεις, φωνές και αναλύσεις. Οι εθνικοί κανόνες και διαδικασίες μπορούν να έχουν αντίκτυπο στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά και χρειάζεται να είναι κατάλληλα διατυπωμένοι και διαφανείς, αντικειμενικοί, αναλογικοί και να μην εισάγουν διακρίσεις. Οι συγκεντρώσεις στην αγορά μέσων ενημέρωσης που υπόκεινται σε τέτοιους κανόνες θα πρέπει να θεωρείται ότι καλύπτουν εκείνες τις συγκεντρώσεις που θα μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα μια ενιαία οντότητα να ελέγχει ή να έχει σημαντικά συμφέροντα σε δεδομένη αγορά και έτσι να επηρεάζει ουσιαστικά τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης στη συγκεκριμένη αγορά μέσων ενημέρωσης σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη. Ένα σημαντικό κριτήριο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η μείωση των αντικρουόμενων απόψεων στην αγορά αυτήν ως αποτέλεσμα της συγκέντρωσης της αγοράς των μέσων ενημέρωσης.

(65)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς, που διαθέτουν ειδική εμπειρογνωσία στον τομέα της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, θα πρέπει να συμμετέχουν στην αξιολόγηση του αντικτύπου των συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία, όταν δεν είναι οι ίδιες οι εντεταλμένες αρχές ή φορείς. Η συμμετοχή των εν λόγω εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων θα πρέπει να είναι ουσιαστική, για παράδειγμα διασφαλίζοντας ότι οι απόψεις τους λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση του ανταγωνισμού. Για να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου και να διασφαλιστεί ότι οι εθνικοί κανόνες και οι διαδικασίες που επιτρέπουν την αξιολόγηση των συγκεντρώσεων στην αγορά των μέσων ενημέρωσης που θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και την ανεξαρτησία της σύνταξης στοχεύουν πραγματικά στην προστασία της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της συντακτικής ανεξαρτησίας, είναι σημαντικό να καθοριστούν εκ των προτέρων αντικειμενικά, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια για την κοινοποίηση και την αξιολόγηση του αντικτύπου των συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία.

(66)

Όταν μια συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης συνιστά συγκέντρωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004, η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οποιωνδήποτε κανόνων και διαδικασιών θεσπίζονται από τα κράτη μέλη βάσει του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να θίγει και θα πρέπει να είναι διακριτή από την εφαρμογή του άρθρου 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται από τις ορισθείσες ή τις εμπλεκόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς με βάση την αξιολόγησή τους για τις συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία θα πρέπει, συνεπώς, να αποσκοπεί στην προστασία έννομων συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 και θα πρέπει να συνάδει με τις γενικές αρχές και άλλες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη πιο λεπτομερών εθνικών κανόνων που ισχύουν για τις συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης που λαμβάνουν χώρα, ιδίως σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο.

(67)

Το συμβούλιο θα πρέπει να έχει την εξουσία να γνωμοδοτεί επί σχεδίων αξιολογήσεων από τις ορισθείσες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή επί σχεδίων γνωμών από τις εμπλεκόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς, όταν οι συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης είναι πιθανό να επηρεάσουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, όταν οι συγκεντρώσεις αυτές αφορούν εξαγορά από επιχείρηση ή εξαγορά επιχείρησης που είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος ή δραστηριοποιείται διασυνοριακά ή έχουν ως αποτέλεσμα οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να έχουν σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης σε δεδομένη αγορά μέσων ενημέρωσης με δυνητικές επιπτώσεις στο κοινό στην εσωτερική αγορά. Όταν η συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης δεν έχει αξιολογηθεί ή δεν μπορούσε να αξιολογηθεί ως προς τον αντίκτυπό της στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και στη συντακτική ανεξαρτησία από τις σχετικές αρχές ή φορείς σε εθνικό επίπεδο ή όταν οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς δεν έχουν ζητήσει τη γνώμη του συμβουλίου σχετικά με συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης η οποία θεωρείται πιθανό να επηρεάσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, το συμβούλιο μπορεί να γνωμοδοτεί με δική του πρωτοβουλία και θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωμοδοτεί κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να διατηρεί τη δυνατότητα να εκδίδει τις δικές της γνώμες.

(68)

Για να εξασφαλιστεί η πολυφωνία της αγοράς των μέσων ενημέρωσης, οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα στοιχεία που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει να εξετάζουν τον αναμενόμενο αντίκτυπο που έχουν οι συγκεντρώσεις στην αγορά των μέσων ενημέρωσης στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των επιπτώσεων που έχουν στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, λαμβανομένου υπόψη του επιγραμμικού περιβάλλοντος. Εν προκειμένω και ειδικότερα όταν έχει σημασία για να εκτιμηθεί ο πιθανός αντίκτυπος που έχουν στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης σε σημαντικά τμήματα δεδομένης αγοράς μέσων ενημέρωσης, οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τη γεωγραφική εμβέλεια των οντοτήτων που εμπλέκονται στις συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης. Παράλληλα, θα πρέπει να εξετάζουν κατά πόσον άλλα μέσα ενημέρωσης τα οποία παρέχουν διαφορετικό και εναλλακτικό περιεχόμενο θα εξακολουθούσαν να συνυπάρχουν στη δεδομένη αγορά ή στις δεδομένες αγορές, εάν εφαρμοστεί η εν λόγω συγκέντρωση στην αγορά των μέσων ενημέρωσης. Κατά την αξιολόγηση των διασφαλίσεων για τη συντακτική ανεξαρτησία, οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει να εξετάζουν τους πιθανούς κινδύνους αδικαιολόγητης παρέμβασης του μελλοντικού ιδιοκτήτη, της διοίκησης ή της δομής διακυβέρνησης στις συντακτικές αποφάσεις της εξαγορασθείσας ή συγχωνευθείσας οντότητας. Οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις υπάρχουσες ή προβλεπόμενες εσωτερικές διασφαλίσεις που αποσκοπούν στη διαφύλαξη των δεοντολογικών και επαγγελματικών προτύπων, καθώς και της ανεξαρτησίας των συντακτικών αποφάσεων που λαμβάνονται εντός των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων μέσων ενημέρωσης. Κατά την εκτίμηση του πιθανού αντικτύπου των συγκεντρώσεων στην αγορά των μέσων ενημέρωσης στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και στην ανεξαρτησία της σύνταξης, οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει να εξετάζουν τις επιπτώσεις της εν λόγω συγκέντρωσης στην οικονομική βιωσιμότητα της οντότητας ή των οντοτήτων που εμπλέκονται στη συγκέντρωση. Θα πρέπει επίσης να εξετάσουν εάν, ελλείψει της συγκέντρωσης, η οντότητα ή οι οντότητες που εμπλέκονται στη συγκέντρωση θα ήταν οικονομικά βιώσιμες, με την έννοια ότι, μεσοπρόθεσμα, θα ήταν σε θέση να συνεχίσουν να παρέχουν και να αναπτύσσουν περαιτέρω οικονομικά βιώσιμες, επαρκώς χρηματοδοτούμενες και τεχνολογικά προσαρμοσμένες ποιοτικές υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης στην αγορά. Κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές ή φορείς και το συμβούλιο θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις δεσμεύσεις που ενδέχεται να προσφέρει οποιοδήποτε από τα εμπλεκόμενα μέρη, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η σχετική συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης εγγυάται την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία. Κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές ή φορείς θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη στις αξιολογήσεις τους και το συμβούλιο στις γνωμοδοτήσεις του τα πορίσματα των ετήσιων εκθέσεων της Επιτροπής για το κράτος δικαίου σχετικά με την πολυφωνία και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης.

(69)

Η μέτρηση κοινού έχει άμεσο αντίκτυπο στην κατανομή και στις τιμές της διαφήμισης, η οποία αποτελεί βασική πηγή εσόδων για τον τομέα των μέσων ενημέρωσης. Αποτελεί ζωτικής σημασίας εργαλείο για την αξιολόγηση των επιδόσεων του περιεχομένου των μέσων ενημέρωσης και την κατανόηση των προτιμήσεων του κοινού προκειμένου να σχεδιαστεί η μελλοντική παραγωγή περιεχομένου. Κατά συνέπεια, οι παράγοντες της αγοράς μέσων ενημέρωσης, ιδίως οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και οι διαφημιζόμενοι, θα πρέπει να μπορούν να βασίζονται σε αντικειμενικά και συγκρίσιμα δεδομένα κοινού που προέρχονται από διαφανείς, αμερόληπτες και επαληθεύσιμες λύσεις μέτρησης κοινού. Η μέτρηση κοινού θα πρέπει κατά κανόνα να γίνεται σύμφωνα με ευρέως αναγνωρισμένους μηχανισμούς αυτορρύθμισης του κλάδου. Ωστόσο, ορισμένοι νέοι παράγοντες που έχουν εμφανιστεί στο οικοσύστημα των μέσων ενημέρωσης, όπως οι επιγραμμικές πλατφόρμες, δεν συμμορφώνονται με τα πρότυπα του κλάδου ή τις βέλτιστες πρακτικές που έχουν συμφωνηθεί μέσω σχετικών μηχανισμών αυτορρύθμισης του κλάδου και παρέχουν τις δικές τους ιδιόκτητες υπηρεσίες μέτρησης, χωρίς να καθιστούν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις μεθοδολογίες τους. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε λύσεις μέτρησης κοινού που δεν είναι συγκρίσιμες, σε ασυμμετρίες στην πληροφόρηση μεταξύ των παραγόντων της αγοράς μέσων ενημέρωσης και σε πιθανές στρεβλώσεις της αγοράς, εις βάρος της ισότητας ευκαιριών για τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην αγορά. Συνεπώς, είναι σημαντικό τα συστήματα και οι μεθοδολογίες μέτρησης κοινού που διατίθενται στην αγορά να διασφαλίζουν κατάλληλο επίπεδο διαφάνειας, αμεροληψίας, συμπεριληπτικότητας, αναλογικότητας, αποφυγής των διακρίσεων, συγκρισιμότητας και επαληθευσιμότητας.

(70)

Οι σχετικοί παράγοντες της αγοράς έχουν παραδοσιακά συμφωνήσει ένα σύνολο μεθοδολογιών μέτρησης προκειμένου να διενεργούν μετρήσεις κοινού με διαφάνεια και αξιοπιστία και να αναπτύσσουν αμερόληπτους και αξιόπιστους δείκτες αναφοράς που χρησιμοποιούνται κατά την αξιολόγηση των επιδόσεων του περιεχομένου των μέσων ενημέρωσης και της διαφήμισης. Οι εν λόγω μεθοδολογίες μέτρησης είτε αντικατοπτρίζονται στα σχετικά πρότυπα του κλάδου και στις βέλτιστες πρακτικές, είτε οργανώνονται και ενοποιούνται από αυτορρυθμιζόμενους φορείς, όπως οι κοινές επιτροπές του κλάδου, οι οποίες έχουν συσταθεί σε διάφορα κράτη μέλη και συγκεντρώνουν όλους τους βασικούς συμφεροντούχους που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των μέσων ενημέρωσης και της διαφήμισης. Για να ενισχυθεί η επαληθευσιμότητα, η αξιοπιστία και η συγκρισιμότητα των μεθοδολογιών μέτρησης κοινού, ιδίως στο διαδίκτυο, θα πρέπει να θεσπιστούν υποχρεώσεις διαφάνειας για τους παρόχους ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού που δεν τηρούν τα συναφή πρότυπα του κλάδου και τις βέλτιστες πρακτικές ή δεν συμμορφώνονται με τα κριτήρια αναφοράς του κλάδου που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο των σχετικών αυτορρυθμιζόμενων φορέων. Στο πλαίσιο αυτών των υποχρεώσεων, οι εν λόγω παράγοντες, όταν τους ζητηθεί και στο μέτρο του δυνατού, θα πρέπει να παρέχουν στους διαφημιζόμενους και στους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή στα μέρη που ενεργούν για λογαριασμό τους πληροφορίες που περιγράφουν τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση του κοινού. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να συνίστανται στην παροχή στοιχείων, όπως το μέγεθος του μετρούμενου δείγματος, ο ορισμός των δεικτών που μετρώνται, οι μετρήσεις, οι μέθοδοι μέτρησης, η περίοδος μέτρησης, η κάλυψη μέτρησης και το περιθώριο σφάλματος. Για να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο αποτελεσματικότητας των εν λόγω υποχρεώσεων διαφάνειας και να ενισχυθεί η αξιοπιστία των ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού, οι μεθοδολογίες και ο τρόπος εφαρμογής τους θα πρέπει να υπόκεινται σε ανεξάρτητους ελέγχους σε ετήσια βάση. Επιπλέον, για να επιτευχθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού και να ενισχυθεί η σαφήνεια και η δυνατότητα διεκδίκησης των σχετικών πληροφοριών που παρέχονται στην αγορά, είναι επίσης σημαντικό να καθίστανται διαθέσιμα τα αποτελέσματα της μέτρησης κοινού. Για τον λόγο αυτόν, οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητούν από τους παρόχους ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της μέτρησης κοινού όσον αφορά το περιεχόμενο και τις υπηρεσίες των οικείων μέσων ενημέρωσης. Ειδικότερα, οι πάροχοι ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται σε τυποποιημένη για τον κλάδο μορφή, περιλαμβάνουν τα σχετικά μη συγκεντρωτικά δεδομένα, χαρακτηρίζονται από υψηλή ποιότητα και είναι επαρκώς λεπτομερή ώστε να δίνουν στους αιτούντες παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης τη δυνατότητα να διενεργούν αποτελεσματική και ουσιαστική αξιολόγηση της εμβέλειας και των επιδόσεων του περιεχομένου και των υπηρεσιών των οικείων μέσων ενημέρωσης. Η ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια και δυνατότητα διεκδίκησης των ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού θα πρέπει να συνδυάζεται με την ελευθερία των παρόχων συστημάτων μέτρησης κοινού να αναπτύσσουν τα δικά τους συστήματα μέτρησης στο πλαίσιο της επιχειρηματικής τους ελευθερίας. Ειδικότερα, οι υποχρεώσεις διαφάνειας που επιβάλλονται στους παρόχους συστημάτων μέτρησης κοινού από τον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να θίγουν την προστασία των εμπορικών απορρήτων των παρόχων συστημάτων μέτρησης κοινού όπως ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18). Οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει επίσης να θίγουν τις υποχρεώσεις που ισχύουν για τους παρόχους συστημάτων μέτρησης κοινού δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 ή του κανονισμού (ΕΕ) 2022/1925 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19), συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που αφορούν την κατάταξη, την αυτοπροτίμηση ή την παροχή πρόσβασης σε εργαλεία μέτρησης επιδόσεων και στα σχετικά δεδομένα.

(71)

Οι κώδικες δεοντολογίας, οι οποίοι καταρτίζονται είτε από τους παρόχους συστημάτων μέτρησης κοινού είτε από οργανώσεις ή ενώσεις που τους εκπροσωπούν, από κοινού με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, καθώς και με τις αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις, και άλλους συμφεροντούχους, θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και θα πρέπει, συνεπώς, να ενθαρρύνονται. Μηχανισμοί αυτορρύθμισης ευρέως αναγνωρισμένοι στον κλάδο των μέσων ενημέρωσης έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί για την προώθηση προτύπων υψηλής ποιότητας στον τομέα της μέτρησης κοινού, διασφαλίζοντας την αμεροληψία των μετρήσεων και τη συγκρισιμότητα των αποτελεσμάτων. Η περαιτέρω ανάπτυξή τους θα μπορούσε να θεωρηθεί αποτελεσματικό εργαλείο για να συμφωνήσει ο κλάδος σχετικά με τις πρακτικές λύσεις που απαιτούνται για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των συστημάτων μέτρησης κοινού και των μεθοδολογιών τους με τις αρχές της διαφάνειας, της αμεροληψίας, της συμπεριληπτικότητας, της αναλογικότητας, της αποφυγής των διακρίσεων, της συγκρισιμότητας και της επαληθευσιμότητας. Κατά την εκπόνηση τέτοιων κωδίκων δεοντολογίας, σε διαβούλευση με όλους τους σχετικούς συμφεροντούχους και ιδίως με τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και τους παρόχους ψηφιακών πλατφορμών, θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη ιδίως η αυξανόμενη ψηφιοποίηση του τομέα των μέσων ενημέρωσης και η ανάγκη να καταστούν ολοένα και πιο συγκρίσιμες οι διαφορετικές λύσεις μέτρησης κοινού που διατίθενται στη αγορά. Πράγματι, η συγκρισιμότητα των αποτελεσμάτων της μέτρησης κοινού έχει καίρια σημασία για την επίτευξη ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των παραγόντων της αγοράς μέσων ενημέρωσης, καθώς επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και στους διαφημιζόμενους να αξιολογούν καλύτερα την επιτυχία της διάθεσής τους, την οποία οι χρήστες καταναλώνουν όλο και περισσότερο σε διάφορες συσκευές και πλατφόρμες. Για τον λόγο αυτόν, οι σχετικοί παράγοντες του κλάδου θα πρέπει να παροτρύνονται να χρησιμοποιούν κώδικες δεοντολογίας και άλλους μηχανισμούς αυτορρύθμισης, ώστε να προωθείται η ανάπτυξη λύσεων μέτρησης κοινού που είναι συγκρίσιμες μεταξύ διάφορων μέσων ενημέρωσης και πλατφορμών. Επιπλέον, αυτοί οι κώδικες δεοντολογίας θα πρέπει επίσης να προωθούν την ανάπτυξη λύσεων που εξασφαλίζουν την ορθή μέτρηση του κοινού των μικρών παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

(72)

Οι δημόσιοι πόροι που διατίθενται για κρατική διαφήμιση και για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών αποτελούν σημαντική πηγή εσόδων για πολλούς παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, συμβάλλοντας στην οικονομική βιωσιμότητά τους. Προκειμένου να εξασφαλίζονται ίσες ευκαιρίες στην εσωτερική αγορά, η πρόσβαση σε τέτοιους πόρους θα πρέπει να παρέχεται χωρίς διακρίσεις σε κάθε πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή πάροχο επιγραμμικής πλατφόρμας από οποιοδήποτε κράτος μέλος ο οποίος μπορεί να προσεγγίσει κατάλληλα ορισμένα ή όλα τα σχετικά μέλη του κοινού. Επιπλέον, οι δημόσιοι πόροι που διατίθενται για κρατική διαφήμιση και για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών ενδέχεται να καταστήσουν τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών ευάλωτους σε αθέμιτη κρατική επιρροή ή σε μεροληπτικά συμφέροντα εις βάρος της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ως εκ τούτου, η αδιαφανής και μεροληπτική κατανομή τέτοιων πόρων αποτελεί ισχυρό εργαλείο για την άσκηση επιρροής στη συντακτική ελευθερία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, την «ομηρία» παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή τη συγκεκαλυμμένη επιδότηση τέτοιων παρόχων για την αποκόμιση αθέμιτου πολιτικού ή εμπορικού πλεονεκτήματος ή ευνοϊκής κάλυψης. Οι δημόσιοι πόροι που διατίθενται για κρατική διαφήμιση και για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών ρυθμίζονται από ορισμένες απόψεις μέσω ενός κατακερματισμένου πλαισίου ειδικών μέτρων για τα μέσα ενημέρωσης και ενωσιακών κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίοι δεν παρέχουν επαρκή προστασία από την προνομιακή ή μεροληπτική κατανομή. Ειδικότερα, η οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20) δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για την απόκτηση, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή υλικού προγράμματος που προορίζεται για υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων ή ραδιοφωνικών μέσων. Οι ειδικοί για τα μέσα ενημέρωσης κανόνες σχετικά με τους δημόσιους πόρους που διατίθενται για κρατική διαφήμιση και για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών, όταν υπάρχουν, αποκλίνουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει ασυμμετρία στην πληροφόρηση για τους παράγοντες της αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και να έχει αρνητικό αντίκτυπο στη διασυνοριακή οικονομική δραστηριότητα στην εσωτερική αγορά μέσων ενημέρωσης. Προ παντός, θα μπορούσε να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό, να αποθαρρύνει τις επενδύσεις και να βλάψει τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

(73)

Για να διασφαλιστεί ο ανόθευτος ανταγωνισμός μεταξύ παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και επιγραμμικών πλατφορμών και να αποφευχθεί ο κίνδυνος συγκεκαλυμμένων επιδοτήσεων και αθέμιτης πολιτικής επιρροής στα μέσα ενημέρωσης, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν κοινές απαιτήσεις διαφάνειας, αντικειμενικότητας, αναλογικότητας και μη διακριτικής μεταχείρισης για την κατανομή δημόσιων πόρων ή άλλων κρατικών κονδυλίων σε παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για κρατική διαφήμιση ή για αγορές αγαθών ή υπηρεσιών από αυτούς εκτός της κρατικής διαφήμισης, παραδείγματος χάριν, οπτικοακουστικών παραγωγών, δεδομένων της αγοράς και υπηρεσιών παροχής συμβουλών ή κατάρτισης. Όταν είναι δυνατόν, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των εθνικών και τοπικών ιδιαιτεροτήτων των σχετικών αγορών μέσων ενημέρωσης, των εθνικών μοντέλων διακυβέρνησης και της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών, περιφερειακών και τοπικών επιπέδων στα κράτη μέλη, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του ύψους των κρατικών πόρων που κατανέμονται και τον αριθμό των δυνητικών παρόχων σχετικών διαφημιστικών υπηρεσιών ή σχετικών αγαθών ή υπηρεσιών εκτός της διαφήμισης, η κατανομή αυτή θα πρέπει να αποσκοπεί στη διασφάλιση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης, ιδίως ωφελώντας διαφόρους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών. Μια τέτοια κατανομή δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα αδικαιολόγητο και δυσανάλογο πλεονέκτημα για ορισμένους παρόχους. Προκειμένου να διασφαλίζεται υψηλό επίπεδο διαφάνειας, είναι σημαντικό τα κριτήρια και οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για την κατανομή δημόσιων πόρων σε παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για κρατική διαφήμιση και για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών να δημοσιοποιούνται εκ των προτέρων με ηλεκτρονικά και φιλικά προς τον χρήστη μέσα. Οι κοινές απαιτήσεις σχετικά με την κρατική διαφήμιση και τις συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών θα πρέπει να καλύπτουν τους δημόσιους πόρους που διατίθενται τόσο άμεσα όσο και έμμεσα, για παράδειγμα μέσω εξειδικευμένων διαμεσολαβητών, όπως διαφημιστικά γραφεία και πάροχοι αγοραπωλησίας διαφημίσεων. Είναι επίσης αναγκαίο να θεσπιστούν κοινές απαιτήσεις για τη δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τους αποδέκτες των κρατικών διαφημιστικών δαπανών και τα ποσά που δαπανώνται. Είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να καθιστούν δημόσια προσβάσιμες τις αναγκαίες πληροφορίες που σχετίζονται με την κρατική διαφήμιση σε ηλεκτρονική μορφή με εύκολη προβολή, πρόσβαση και καταφόρτωση, σε συμμόρφωση με τους ενωσιακούς και εθνικούς κανόνες περί εμπορικού απορρήτου. Είναι επίσης αναγκαίο οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή άλλες αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές ή φορείς στα κράτη μέλη να παρακολουθούν και να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με την κατανομή των δημόσιων πόρων για κρατική διαφήμιση σε παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών. Όταν ζητείται από εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή άλλες αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές ή φορείς, οι δημόσιες αρχές και οντότητες θα πρέπει να τους παρέχουν τις πρόσθετες πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση της πληρότητας των δημοσιευμένων πληροφοριών και της εφαρμογής των κριτηρίων και των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για την κατανομή τέτοιων πόρων. Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις και τις κρατικές ενισχύσεις.

(74)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι κίνδυνοι για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης παρακολουθούνται ανεξάρτητα και συνεχώς στο πλαίσιο των προσπαθειών για τη βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης («διαδικασία παρακολούθησης»). Η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει να αποσκοπεί στην παροχή αναλυτικών δεδομένων και ποιοτικών αξιολογήσεων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον βαθμό συγκέντρωσης της αγοράς μέσων ενημέρωσης σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και τους κινδύνους χειραγώγησης των πληροφοριών και παρεμβάσεων από το εξωτερικό. Θα πρέπει να διεξάγεται ανεξάρτητα από εξειδικευμένη ακαδημαϊκή οντότητα σε συνεργασία με ερευνητές από τα κράτη μέλη βάσει άρτιου καταλόγου βασικών δεικτών επιδόσεων και μεθοδολογικών διασφαλίσεων. Η Επιτροπή, σε διαβούλευση με το συμβούλιο, θα πρέπει να αναπτύσσει και να επικαιροποιεί τακτικά αυτούς τους βασικούς δείκτες επιδόσεων και αυτές τις μεθοδολογικές διασφαλίσεις. Δεδομένης της ταχέως εξελισσόμενης φύσης των κινδύνων και των τεχνολογικών εξελίξεων στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει να αξιολογεί τη μελλοντική οικονομική βιωσιμότητα της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, προκειμένου να προειδοποιεί σχετικά με τρωτά σημεία όσον αφορά την πολυφωνία και τη συντακτική ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης, καθώς και να στηρίζει τις προσπάθειες για τη βελτίωση της διακυβέρνησης, της ποιότητας των δεδομένων και της διαχείρισης κινδύνων. Η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει να καλύπτει, ειδικότερα, το επίπεδο της διασυνοριακής δραστηριότητας και των επενδύσεων, τη ρυθμιστική συνεργασία και τη σύγκλιση στη ρύθμιση των μέσων ενημέρωσης, τα εμπόδια στην παροχή υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, μεταξύ άλλων σε ψηφιακό περιβάλλον, και τη θέση των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στο ψηφιακό περιβάλλον, καθώς και τη διαφάνεια και τη δίκαιη κατανομή των οικονομικών πόρων στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει επίσης να εξετάζει τις ευρύτερες τάσεις στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και στις εθνικές αγορές μέσων ενημέρωσης, καθώς και το εθνικό δίκαιο που επηρεάζει τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Επιπλέον, η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει να παρέχει γενική επισκόπηση των μέτρων που λαμβάνουν οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με σκοπό τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των συντακτικών αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προτείνονται στη σύσταση (ΕΕ) 2022/1634, καθώς και ανάλυση των δυνατοτήτων τους να περιορίζουν τους κινδύνους για τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Προκειμένου να διασφαλιστούν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα της διαδικασίας παρακολούθησης, το συμβούλιο, καθώς συγκεντρώνει οντότητες με εξειδικευμένη εμπειρογνωσία στην αγορά μέσων ενημέρωσης, θα πρέπει να συμμετέχει δεόντως στη διαδικασία παρακολούθησης. Επιπλέον, κατά περίπτωση, η διαδικασία παρακολούθησης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα της Πλατφόρμας του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προαγωγή της προστασίας της δημοσιογραφίας και της ασφάλειας των δημοσιογράφων, καθώς και του μηχανισμού ταχείας αντίδρασης για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης, δεδομένης της αποτελεσματικότητάς τους στον εντοπισμό κινδύνων ή απειλών για δημοσιογράφους και παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που μπορούν επίσης να επηρεάσουν την εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

(75)

Υπενθυμίζεται ότι η Επιτροπή έχει καθήκον να παρακολουθεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με την ευθύνη της που απορρέει από το άρθρο 17 ΣΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή έχει αναφέρει στην ανακοίνωσή της, της 19ης Ιανουαρίου 2017, με τίτλο «Δίκαιο της ΕΕ: Καλύτερη εφαρμογή για καλύτερα αποτελέσματα», ότι είναι σημαντικό να εστιάσει και να ιεραρχήσει τις προσπάθειές της στον τομέα της επιβολής στις σημαντικότερες παραβάσεις του ενωσιακού δικαίου που θίγουν τα συμφέροντα των πολιτών και των επιχειρήσεων της Ένωσης.

(76)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, επειδή δεν μπορούν ή ενδέχεται να μην έχουν κίνητρα για την επίτευξη της αναγκαίας εναρμόνισης και συνεργασίας ενεργώντας μεμονωμένα, αλλά μπορεί, λόγω της ολοένα και πιο ψηφιακής και διασυνοριακής παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης περιεχομένου μέσων ενημέρωσης, καθώς και του μοναδικού ρόλου των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

(77)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη, ιδίως τα άρθρα 7, 8, 11, 16, 47, 50 και 52. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται με τον δέοντα σεβασμό στα εν λόγω δικαιώματα και αρχές. Ειδικότερα, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως παρέμβαση στην ελευθερία της πληροφόρησης, τη συντακτική ελευθερία ή την ελευθερία του Τύπου, όπως κατοχυρώνονται στα εθνικά συνταγματικά δίκαια που συνάδουν με τον Χάρτη, ή ως παρότρυνση των κρατών μελών να θεσπίζουν απαιτήσεις για το συντακτικό περιεχόμενο των εκδόσεων τύπου.

(78)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21), ο οποίος γνωμοδότησε στις 11 Νοεμβρίου 2022 (22),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κοινούς κανόνες για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και ιδρύει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπηρεσιών Μέσων Ενημέρωσης, διαφυλάσσοντας παράλληλα την ανεξαρτησία και την πολυφωνία των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους κανόνες που θεσπίζονται από:

α)

την οδηγία 2000/31/ΕΚ·

β)

την οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23)

γ)

τον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1150·

δ)

τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/2065·

ε)

τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/1925·

στ)

τον κανονισμό (ΕΕ) 2024/900 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24)·

ζ)

τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25).

3.   Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να θεσπίζουν λεπτομερέστερους ή αυστηρότερους κανόνες στους τομείς που καλύπτονται από το κεφάλαιο II, το κεφάλαιο III τμήμα 5 και το άρθρο 25, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες διασφαλίζουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης ή της συντακτικής ανεξαρτησίας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και είναι σύμφωνοι με το ενωσιακό δίκαιο.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«υπηρεσία μέσων ενημέρωσης»: υπηρεσία όπως ορίζεται στα άρθρα 56 και 57 ΣΛΕΕ, κατά την οποία ο κύριος σκοπός της υπηρεσίας ή ενός διαχωρίσιμου τμήματός της συνίσταται στην παροχή προγραμμάτων ή εκδόσεων τύπου, υπό τη συντακτική ευθύνη παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, στο ευρύ κοινό, με οποιοδήποτε μέσο, με σκοπό την ενημέρωση, την ψυχαγωγία ή την εκπαίδευση·

2)

«πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η επαγγελματική δραστηριότητα είναι η παροχή υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και το οποίο έχει τη συντακτική ευθύνη για την επιλογή του περιεχομένου της υπηρεσίας μέσων ενημέρωσης και καθορίζει τον τρόπο οργάνωσής του·

3)

«πάροχος δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης»: πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στον οποίο έχει ανατεθεί στόχος δημόσιας υπηρεσίας βάσει του εθνικού δικαίου και λαμβάνει εθνική δημόσια χρηματοδότηση για την εκπλήρωση του εν λόγω στόχου·

4)

«πρόγραμμα»: σύνολο κινούμενων εικόνων ή ήχων που συνιστά ένα μεμονωμένο στοιχείο, ανεξαρτήτως του μήκους του, στο πλαίσιο προγραμματισμού ή καταλόγου που καταρτίζεται από πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης·

5)

«έκδοση τύπου»: έκδοση τύπου όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 4) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/790·

6)

«υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων»: υπηρεσία οπτικοακουστικών μέσων όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας αριθ. 2010/13/ΕΕ·

7)

«συντακτική απόφαση»: απόφαση η οποία λαμβάνεται σε τακτική βάση για τον σκοπό της άσκησης συντακτικής ευθύνης και συνδέεται με την καθημερινή λειτουργία παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης·

8)

«συντακτική ευθύνη»: η άσκηση ουσιαστικού ελέγχου τόσο επί της επιλογής προγραμμάτων ή εκδόσεων τύπου, όσο και επί της οργάνωσής τους, για τους σκοπούς της παροχής υπηρεσίας μέσων ενημέρωσης, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ευθύνης βάσει του εθνικού δικαίου για την παρεχόμενη υπηρεσία·

9)

«επιγραμμική πλατφόρμα»: επιγραμμική πλατφόρμα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 στοιχείο θ) του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065·

10)

«πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας»: πάροχος επιγραμμικής πλατφόρμας που έχει οριστεί ως πολύ μεγάλη επιγραμμική πλατφόρμα δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065·

11)

«υπηρεσία πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο»: υπηρεσία πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο αα) της οδηγίας αριθ. 2010/13/ΕΕ·

12)

«πάροχος πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο»: πάροχος πλατφόρμας ανταλλαγής βίντεο όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο δα) της οδηγίας 2010/13/ΕΕ·

13)

«εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας»: κάθε αρχή ή φορέας που ορίζεται από κράτος μέλος δυνάμει του άρθρου 30 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ·

14)

«διεπαφή χρήστη»: υπηρεσία που ελέγχει ή διαχειρίζεται την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα, καθώς και τη χρήση τους, και η οποία επιτρέπει στους χρήστες να επιλέγουν υπηρεσίες ή περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης·

15)

«συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης»: συγκέντρωση όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 στην οποία συμμετέχει τουλάχιστον ένας πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή ένας πάροχος επιγραμμικής πλατφόρμας που προσφέρει πρόσβαση σε περιεχόμενο μέσων ενημέρωσης·

16)

«μέτρηση κοινού»: η δραστηριότητα συλλογής, ερμηνείας ή άλλης επεξεργασίας δεδομένων σχετικά με τον αριθμό και τα χαρακτηριστικά των χρηστών υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή των χρηστών περιεχομένου επιγραμμικών πλατφορμών για τους σκοπούς λήψης αποφάσεων σχετικά με την κατανομή, την τιμολόγηση, τις αγορές ή τις πωλήσεις της διαφήμισης ή σχετικά με τον προγραμματισμό ή τη διανομή περιεχομένου·

17)

«ιδιόκτητη μέτρηση κοινού»: μέτρηση κοινού που δεν ακολουθεί τα πρότυπα του κλάδου και τις βέλτιστες πρακτικές που έχουν συμφωνηθεί μέσω μηχανισμών αυτορρύθμισης·

18)

«δημόσια αρχή ή οντότητα»: εθνική ή υποεθνική κυβέρνηση, ρυθμιστική αρχή ή φορέας, ή οντότητα που ελέγχεται, άμεσα ή έμμεσα, από εθνική ή υποεθνική κυβέρνηση·

19)

«κρατική διαφήμιση»: η τοποθέτηση, η προώθηση, η δημοσίευση ή η διάδοση, σε οποιαδήποτε υπηρεσία μέσων ενημέρωσης ή επιγραμμική πλατφόρμα, προωθητικού μηνύματος ή μηνύματος αυτοπροβολής ή δημόσιας αναγγελίας ή ενημερωτικής εκστρατείας, συνήθως έναντι πληρωμής ή άλλου ανταλλάγματος, από δημόσια αρχή ή οντότητα ή για λογαριασμό ή εξ ονόματος αυτής·

20)

«λογισμικό παρεμβατικής παρακολούθησης»: κάθε προϊόν με ψηφιακά στοιχεία, ειδικά σχεδιασμένο για την εκμετάλλευση τρωτών σημείων άλλων προϊόντων με ψηφιακά στοιχεία, το οποίο επιτρέπει τη μυστική παρακολούθηση φυσικών ή νομικών προσώπων μέσω της παρακολούθησης, της εξαγωγής, της συλλογής ή της ανάλυσης δεδομένων από τα εν λόγω προϊόντα ή από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που χρησιμοποιούν τα εν λόγω προϊόντα, μεταξύ άλλων αδιακρίτως·

21)

«γραμματισμός στα μέσα ενημέρωσης»: οι δεξιότητες, οι γνώσεις και η δυνατότητα κατανόησης που επιτρέπουν στους πολίτες να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά και με ασφάλεια τα μέσα ενημέρωσης και που δεν περιορίζονται στην εκμάθηση εργαλείων και τεχνολογιών, αλλά αποσκοπούν στο να παρέχουν στους πολίτες τις απαραίτητες δεξιότητες κριτικής σκέψης για να αναπτύσσουν την κρίση τους, να αναλύουν σύνθετες πραγματικότητες και να αναγνωρίζουν τη διαφορά μεταξύ απόψεων και πραγματικών περιστατικών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΟΔΕΚΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ

Άρθρο 3

Δικαίωμα των αποδεκτών των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης

Τα κράτη μέλη σέβονται το δικαίωμα των αποδεκτών των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης να έχουν πρόσβαση σε πολυφωνία περιεχομένου συντακτικά ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης και μεριμνούν ώστε να υπάρχουν οι συνθήκες-πλαίσιο σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό για τη διασφάλιση του εν λόγω δικαιώματος, προς όφελος του ελεύθερου και δημοκρατικού λόγου.

Άρθρο 4

Δικαιώματα των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης έχουν το δικαίωμα να ασκούν τις οικονομικές τους δραστηριότητες στην εσωτερική αγορά χωρίς άλλους περιορισμούς εκτός από εκείνους που επιτρέπει το ενωσιακό δίκαιο.

2.   Τα κράτη μέλη σέβονται την ουσιαστική συντακτική ελευθερία και ανεξαρτησία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης κατά την άσκηση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων. Τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των οικείων εθνικών ρυθμιστικών αρχών και φορέων, δεν παρεμβαίνουν ούτε προσπαθούν να επηρεάσουν τις συντακτικές πολιτικές και τις συντακτικές αποφάσεις των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία των δημοσιογραφικών πηγών και των εμπιστευτικών επικοινωνιών. Τα κράτη μέλη δεν λαμβάνουν κανένα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

δεν υποχρεώνουν τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό τους να αποκαλύπτουν πληροφορίες που σχετίζονται με την ταυτοποίηση δημοσιογραφικών πηγών ή εμπιστευτικών επικοινωνιών ή είναι ικανές να οδηγήσουν σε αυτήν, ούτε υποχρεώνουν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, λόγω της τακτικής ή επαγγελματικής σχέσης του με έναν πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό του, θα μπορούσε να έχει τέτοιες πληροφορίες να αποκαλύπτει τις εν λόγω πληροφορίες·

β)

δεν θέτουν υπό κράτηση, δεν επιβάλλουν κυρώσεις, δεν σταματούν ούτε επιθεωρούν παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό τους, ούτε υποβάλλουν σε παρακολούθηση, έρευνα και κατάσχεση οποιονδήποτε από αυτούς ή τους εταιρικούς ή ιδιωτικούς χώρους τους με σκοπό την απόκτηση πληροφοριών που σχετίζονται ή είναι ικανές να ταυτοποιήσουν δημοσιογραφικές πηγές ή εμπιστευτικές επικοινωνίες ή να κρατούν, να επιβάλλουν κυρώσεις, να υποκλέπτουν ή να επιθεωρούν πρόσωπα τα οποία, λόγω της τακτικής ή επαγγελματικής τους σχέσης με πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό του, ενδέχεται να έχουν τέτοιες πληροφορίες ή να υποβάλλουν τα πρόσωπα αυτά ή τους εταιρικούς ή ιδιωτικούς χώρους τους σε παρακολούθηση ή έρευνα και κατάσχεση με σκοπό την απόκτηση τέτοιων πληροφοριών·

γ)

δεν αναπτύσσουν λογισμικό παρεμβατικής παρακολούθησης σε οποιοδήποτε υλικό, ψηφιακή συσκευή, μηχανή ή εργαλείο χρησιμοποιείται από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, το συντακτικό προσωπικό τους ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, λόγω της τακτικής ή επαγγελματικής του σχέσης με πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό του, ενδέχεται να διαθέτει πληροφορίες που σχετίζονται με την ταυτοποίηση δημοσιογραφικών πηγών ή εμπιστευτικών επικοινωνιών ή είναι ικανές να οδηγήσουν σε αυτήν.

4.   Κατά παρέκκλιση από τα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν μέτρο που αναφέρεται στα εν λόγω στοιχεία, εφόσον:

α)

προβλέπεται από το ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο·

β)

συμμορφώνεται με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη και άλλους κανόνες ενωσιακού δικαίου·

γ)

δικαιολογείται κατά περίπτωση από επιτακτικό λόγο δημόσιου συμφέροντος και είναι αναλογικό· και

δ)

υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από δικαστική αρχή ή ανεξάρτητη και αμερόληπτη αρχή λήψης αποφάσεων ή, σε δεόντως αιτιολογημένες έκτακτες και επείγουσες περιπτώσεις, εγκρίνεται εκ των υστέρων από μια τέτοια αρχή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 3 στοιχείο γ), τα κράτη μέλη μπορούν να αναπτύσσουν λογισμικό παρεμβατικής παρακολούθησης, εφόσον η ανάπτυξη:

α)

συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 και

β)

διενεργείται με σκοπό τη διερεύνηση ενός από τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) για:

i)

αδικήματα που απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 της απόφασης-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ και τιμωρούνται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών ή

ii)

άλλα σοβαρά εγκλήματα που τιμωρούνται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον πέντε ετών, όπως ορίζεται από το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

Τα κράτη μέλη δεν λαμβάνουν μέτρο όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ), σε περίπτωση που μέτρο όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) ή β) της εν λόγω παραγράφου θα ήταν κατάλληλο και επαρκές για την απόκτηση των ζητούμενων πληροφοριών.

6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα παρακολούθησης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) και η ανάπτυξη λογισμικού παρεμβατικής παρακολούθησης που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου επανεξετάζονται τακτικά από δικαστική αρχή ή ανεξάρτητη και αμερόληπτη αρχή λήψης αποφάσεων, προκειμένου να διαπιστώνεται αν εξακολουθούν να ισχύουν οι προϋποθέσεις που δικαιολογούν τη χρήση τους.

7.   Η οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26), συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων που προβλέπονται σε αυτήν, όπως το δικαίωμα του υποκειμένου των δεδομένων στην ενημέρωση και στην πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία, εφαρμόζεται σε κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της εφαρμογής των μέτρων παρακολούθησης που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου ή της ανάπτυξης λογισμικού παρεμβατικής παρακολούθησης που αναφέρεται στο στοιχείο γ) της εν λόγω παραγράφου.

8.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, το συντακτικό προσωπικό τους ή οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, λόγω της τακτικής ή επαγγελματικής του σχέσης με πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή το συντακτικό προσωπικό του, ενδέχεται να διαθέτει πληροφορίες που σχετίζονται με την ταυτοποίηση δημοσιογραφικών πηγών ή εμπιστευτικών επικοινωνιών ή είναι ικανές να οδηγήσουν σε αυτήν έχουν δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία, σε ευθυγράμμιση με το άρθρο 47 του Χάρτη, σε περιπτώσεις παραβιάσεων των παραγράφων 3 έως 7 του παρόντος άρθρου.

Τα κράτη μέλη αναθέτουν σε ανεξάρτητη αρχή ή φορέα που διαθέτει σχετική εμπειρογνωσία την παροχή συνδρομής στα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο όσον αφορά την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος. Εάν δεν υπάρχει τέτοια αρχή ή φορέας, τα εν λόγω πρόσωπα μπορούν να ζητούν τη συνδρομή φορέα ή μηχανισμού αυτορρύθμισης.

9.   Γίνονται σεβαστές οι αρμοδιότητες των κρατών μελών, όπως ορίζονται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ.

Άρθρο 5

Διασφαλίσεις για την ανεξάρτητη λειτουργία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης είναι συντακτικά και λειτουργικά ανεξάρτητοι και τηρούν την πολυφωνία ως προς τις πληροφορίες και τις απόψεις που προβάλλουν στο κοινό τους, με αμεροληψία, σύμφωνα με τον στόχο της δημόσιας υπηρεσίας τους όπως ορίζεται σε εθνικό επίπεδο σε ευθυγράμμιση με το πρωτόκολλο αριθ. 29.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες για τον διορισμό και την απόλυση του επικεφαλής ή των μελών του διοικητικού συμβουλίου των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης αποσκοπούν στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

Ο επικεφαλής ή τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης διορίζονται βάσει διαφανών, ανοικτών, αποτελεσματικών και χωρίς διακρίσεις διαδικασιών και διαφανών, αντικειμενικών και αναλογικών κριτηρίων που δεν εισάγουν διακρίσεις και καθορίζονται εκ των προτέρων σε εθνικό επίπεδο. Η διάρκεια της θητείας τους είναι επαρκής για την ουσιαστική ανεξαρτησία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

Οι αποφάσεις απόλυσης του επικεφαλής ή των μελών του διοικητικού συμβουλίου των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης πριν από τη λήξη της θητείας τους αιτιολογούνται δεόντως, μπορούν να λαμβάνονται μόνο κατ’ εξαίρεση όταν δεν ισχύουν πλέον οι προϋποθέσεις για την άσκηση των καθηκόντων τους σύμφωνα με κριτήρια που έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων σε εθνικό επίπεδο, υπόκεινται σε προηγούμενη κοινοποίηση προς τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και περιλαμβάνουν τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διαδικασίες χρηματοδότησης για τους παρόχους δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης βασίζονται σε διαφανή και αντικειμενικά κριτήρια που έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων. Οι εν λόγω διαδικασίες χρηματοδότησης εγγυώνται ότι οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης διαθέτουν επαρκείς, βιώσιμους και προβλέψιμους οικονομικούς πόρους για την εκπλήρωση του στόχου της δημόσιας υπηρεσίας τους και την ικανότητα ανάπτυξης στο πλαίσιο αυτού. Οι εν λόγω οικονομικοί πόροι είναι τέτοιοι ώστε να διασφαλίζεται η συντακτική ανεξαρτησία των παρόχων δημόσιων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

4.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία ή περισσότερες ανεξάρτητες αρχές ή φορείς ή θεσπίζουν μηχανισμούς απαλλαγμένους από πολιτικές επιρροές εκ μέρους κυβερνήσεων για την παρακολούθηση της εφαρμογής των παραγράφων 1, 2 και 3. Τα αποτελέσματα της εν λόγω παρακολούθησης δημοσιοποιούνται.

Άρθρο 6

Καθήκοντα των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης καθιστούν εύκολα και άμεσα προσβάσιμες στους αποδέκτες των υπηρεσιών τους επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με:

α)

την επίσημη επωνυμία ή τις επίσημες επωνυμίες τους και τα στοιχεία επικοινωνίας τους·

β)

το όνομα ή τα ονόματα του άμεσου ή έμμεσου ιδιοκτήτη ή ιδιοκτητών τους με συμμετοχές που τους παρέχουν τη δυνατότητα να ασκούν επιρροή στη δραστηριότητα και στη λήψη στρατηγικών αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της άμεσης ή έμμεσης κυριότητας από το κράτος ή από δημόσια αρχή ή οντότητα·

γ)

το όνομα ή τα ονόματα των πραγματικών δικαιούχων ή ιδιοκτητών τους όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 6) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

δ)

το συνολικό ετήσιο ποσό των δημόσιων πόρων για κρατική διαφήμιση που τους κατανέμεται και το συνολικό ετήσιο ποσό των διαφημιστικών εσόδων που εισπράττονται από δημόσιες αρχές ή οντότητες τρίτων χωρών.

2.   Τα κράτη μέλη αναθέτουν στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή φορείς την ανάπτυξη εθνικών βάσεων δεδομένων για την ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης οι οποίες περιέχουν τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 1.

3.   Με την επιφύλαξη των εθνικών συνταγματικών δικαίων που συνάδουν με τον Χάρτη, οι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν ειδησεογραφικό περιεχόμενο και περιεχόμενο επικαιρότητας λαμβάνουν μέτρα τα οποία κρίνουν κατάλληλα για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των συντακτικών αποφάσεων. Ειδικότερα, τα μέτρα αυτά αποσκοπούν:

α)

να εγγυώνται ότι μπορούν να λαμβάνονται ελεύθερα συντακτικές αποφάσεις στο πλαίσιο της εδραιωμένης συντακτικής γραμμής του οικείου παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και

β)

να διασφαλίζουν τη γνωστοποίηση κάθε πραγματικής ή δυνητικής σύγκρουσης συμφερόντων η οποία ενδέχεται να επηρεάσει την παροχή ειδησεογραφικού περιεχομένου και περιεχομένου επικαιρότητας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΜΕ ΕΥΡΥΘΜΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΤΜΗΜΑ 1

Ανεξάρτητες αρχές μέσων ενημέρωσης

Άρθρο 7

Εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς

1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς εξασφαλίζουν, κατά περίπτωση μέσω διαβούλευσης ή συντονισμού με άλλες αρμόδιες αρχές ή φορείς ή, όπου αρμόζει, με αυτορρυθμιζόμενους φορείς στα κράτη μέλη τους, την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου.

2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς υπόκεινται στις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 30 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων που τους ανατίθενται βάσει του παρόντος κανονισμού.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς να διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού.

4.   Όταν απαιτείται για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς έχουν την εξουσία να ζητούν από τα ακόλουθα πρόσωπα να παρέχουν, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, πληροφορίες και δεδομένα που είναι αναλογικά και αναγκαία για την εκτέλεση των καθηκόντων δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου:

α)

τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται το παρόν κεφάλαιο και

β)

οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, για σκοπούς που σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική του δραστηριότητα, θα μπορούσε εύλογα να έχει στην κατοχή του τέτοιες πληροφορίες και δεδομένα.

ΤΜΗΜΑ 2

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπηρεσιών Μέσων Ενημέρωσης

Άρθρο 8

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπηρεσιών Μέσων Ενημέρωσης

1.   Ιδρύεται το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπηρεσιών Μέσων Ενημέρωσης («συμβούλιο»).

2.   Το συμβούλιο αντικαθιστά και διαδέχεται την ομάδα των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων (ERGA) η οποία συστάθηκε με το άρθρο 30β της οδηγίας 2010/13/ΕΕ.

Άρθρο 9

Ανεξαρτησία του συμβουλίου

Το συμβούλιο ενεργεί με πλήρη ανεξαρτησία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή την άσκηση των εξουσιών του. Ειδικότερα, το συμβούλιο, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή την άσκηση των εξουσιών του, δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση, όργανο, πρόσωπο ή φορέα. Αυτό δεν θίγει τις αρμοδιότητες της Επιτροπής ή των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 10

Διάρθρωση του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο απαρτίζεται από εκπροσώπους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων.

2.   Κάθε μέλος του συμβουλίου διαθέτει μία ψήφο.

3.   Το συμβούλιο λαμβάνει αποφάσεις με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου.

4.   Όταν ένα κράτος μέλος έχει περισσότερες από μία εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς, οι εν λόγω εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς συντονίζονται μεταξύ τους, ανάλογα με τις ανάγκες, και ορίζουν κοινό εκπρόσωπο. Ο κοινός εκπρόσωπος ασκεί το δικαίωμα ψήφου.

5.   Το συμβούλιο εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο μεταξύ των μελών του. Η θητεία του προέδρου είναι μονοετής και μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Το συμβούλιο μπορεί να συγκροτήσει ομάδα καθοδήγησης. Το συμβούλιο εκπροσωπείται από τον πρόεδρό του.

6.   Η Επιτροπή ορίζει εκπρόσωπο στο συμβούλιο. Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής συμμετέχει χωρίς δικαίωμα ψήφου στις διαβουλεύσεις του συμβουλίου. Ο πρόεδρος του συμβουλίου τηρεί ενήμερη την Επιτροπή σχετικά με τις δραστηριότητες του συμβουλίου.

7.   Το συμβούλιο μπορεί να καλεί εμπειρογνώμονες και, σε συμφωνία με την Επιτροπή, μόνιμους παρατηρητές να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις του.

8.   Το συμβούλιο εκδίδει τον εσωτερικό κανονισμό του, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή. Ο εσωτερικός κανονισμός περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων των μελών του συμβουλίου.

Άρθρο 11

Γραμματεία του συμβουλίου

1.   Το συμβούλιο επικουρείται από γραμματεία. Η Επιτροπή παρέχει τη γραμματεία, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες που υποδεικνύει το συμβούλιο. Η γραμματεία διαθέτει επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων της.

2.   Κύριο καθήκον της γραμματείας είναι να συμβάλλει στην ανεξάρτητη εκτέλεση των καθηκόντων του συμβουλίου τα οποία ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στην οδηγία 2010/13/ΕΕ. Η γραμματεία ενεργεί αποκλειστικά βάσει των οδηγιών του συμβουλίου όσον αφορά τα καθήκοντά του δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

3.   Η γραμματεία παρέχει διοικητική και οργανωτική στήριξη στο συμβούλιο όσον αφορά τις δραστηριότητές του. Η γραμματεία επικουρεί επίσης επί της ουσίας το συμβούλιο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Άρθρο 12

Μηχανισμός διαβούλευσης

1.   Όταν το συμβούλιο εξετάζει ζητήματα πέραν του τομέα των οπτικοακουστικών μέσων, διαβουλεύεται με εκπροσώπους από τους σχετικούς τομείς των μέσων ενημέρωσης που δραστηριοποιούνται σε ενωσιακό ή εθνικό επίπεδο.

2.   Το συμβούλιο καθορίζει, στον εσωτερικό του κανονισμό, τις ρυθμίσεις για τη διεξαγωγή των διαβουλεύσεων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι ρυθμίσεις αυτές εξασφαλίζουν τη δυνατότητα συμμετοχής διαφόρων εκπροσώπων, κατά περίπτωση.

3.   Όταν είναι δυνατόν, το συμβούλιο δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 13

Καθήκοντα του συμβουλίου

1.   Με την επιφύλαξη των εξουσιών που ανατίθενται στην Επιτροπή από τις Συνθήκες, το συμβούλιο συμβουλεύει και στηρίζει την Επιτροπή σε θέματα σχετικά με τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά του και προωθεί τη συνεπή και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου και την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ σε ολόκληρη την Ένωση. Το συμβούλιο, επομένως:

α)

παρέχει τεχνική εμπειρογνωσία στην Επιτροπή όσον αφορά το καθήκον της να διασφαλίζει τη συνεπή και αποτελεσματική εφαρμογή του του παρόντος κεφαλαίου και την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ σε όλα τα κράτη μέλη, με την επιφύλαξη των καθηκόντων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων·

β)

προωθεί τη συνεργασία και την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών, εμπειρίας και βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων σχετικά με την εφαρμογή των ενωσιακών και εθνικών κανόνων που εφαρμόζονται στις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τα άρθρα 3, 4 και 7 της εν λόγω οδηγίας·

γ)

όταν το ζητά η Επιτροπή, γνωμοδοτεί επί των τεχνικών και πραγματικών ζητημάτων που προκύπτουν σε σχέση με το άρθρο 2 παράγραφος 5γ, το άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 4 παράγραφος 4 στοιχείο γ) και το άρθρο 28α παράγραφος 7 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ·

δ)

σε διαβούλευση με την Επιτροπή, καταρτίζει γνώμες σχετικά με:

i)

αιτήματα συνεργασίας μεταξύ εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού·

ii)

αιτήματα για μέτρα επιβολής σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής ή φορέα και της αρχής ή του φορέα στην οποία υποβάλλεται το αίτημα, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών που συνιστώνται, δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού·

iii)

εθνικά μέτρα που αφορούν υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης από χώρες εκτός της Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

ε)

κατόπιν αιτήματος παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με τον οποίο πάροχος μιας πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας έχει συμμετάσχει σε διάλογο όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού, συντάσσει γνώμες σχετικά με το αποτέλεσμα του εν λόγω διαλόγου·

στ)

με δική του πρωτοβουλία, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένου και αιτιολογημένου αιτήματος παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που επηρεάζεται ατομικά και άμεσα, συντάσσει γνώμες σχετικά με κανονιστικά ή διοικητικά μέτρα που είναι πιθανόν να επηρεάσουν σημαντικά τη λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού·

ζ)

καταρτίζει γνώμες σχετικά με σχέδια αξιολογήσεων ή σχέδια γνωμών εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού·

η)

με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, συντάσσει γνώμες σχετικά με συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης οι οποίες είναι πιθανό να επηρεάσουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού·

θ)

επικουρεί την Επιτροπή στην κατάρτιση κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με:

i)

την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού·

ii)

τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου·

iii)

την εφαρμογή του άρθρου 24 παράγραφοι 1, 2 και 3 του παρόντος κανονισμού δυνάμει της παραγράφου 4 του εν λόγω άρθρου·

ι)

κατόπιν αιτήματος τουλάχιστον μίας από τις ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή ενός από τους ενδιαφερόμενους φορείς, μεσολαβεί σε περίπτωση διαφωνιών μεταξύ εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού·

ια)

προωθεί τη συνεργασία όσον αφορά τα εναρμονισμένα πρότυπα που σχετίζονται με τον σχεδιασμό συσκευών ή διεπαφών χρήστη ή με τα ψηφιακά σήματα που μεταδίδουν τέτοιες συσκευές, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού·

ιβ)

συντονίζει τα σχετικά μέτρα των ενδιαφερόμενων εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων που σχετίζονται με τη διάδοση ή την πρόσβαση σε περιεχόμενο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης από χώρες εκτός της Ένωσης που απευθύνονται σε κοινό εντός της Ένωσης ή το προσεγγίζουν, όταν οι εν λόγω υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης βλάπτουν ή ενέχουν σοβαρό και μείζονα κίνδυνο να βλάψουν τη δημόσια ασφάλεια, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού, και αναπτύσσει, κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή, σειρά κριτηρίων όπως αναφέρονται στην παράγραφο του εν λόγω άρθρου·

ιγ)

οργανώνει διαρθρωμένο διάλογο μεταξύ των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και των εκπροσώπων παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και της κοινωνίας των πολιτών και υποβάλλει έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματά του εν λόγω διαλόγου στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού·

ιδ)

προωθεί την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την ανάπτυξη συστημάτων μέτρησης κοινού, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού·

ιε)

ανταλλάσσει εμπειρίες και βέλτιστες πρακτικές σχετικά με τον γραμματισμό στα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ άλλων για την προώθηση της ανάπτυξης και της χρήσης αποτελεσματικών μέτρων και εργαλείων για την ενίσχυση του γραμματισμού στα μέσα ενημέρωσης·

ιστ)

συντάσσει λεπτομερή ετήσια έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες και τα καθήκοντά του·

Το συμβούλιο δημοσιοποιεί τη λεπτομερή ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο ιστ). Όταν του ζητείται, ο πρόεδρος παρουσιάζει την εν λόγω έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

2.   Όταν η Επιτροπή ζητά συμβουλές ή γνώμες από το συμβούλιο, μπορεί να θέτει προθεσμία, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο ενωσιακό δίκαιο, λαμβανομένης υπόψη της επείγουσας φύσης του θέματος.

3.   Το συμβούλιο διαβιβάζει τα παραδοτέα του στην επιτροπή επαφών που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 29 παράγραφος 1 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ («επιτροπή επαφών»).

ΤΜΗΜΑ 3

Ρυθμιστική συνεργασία και σύγκλιση

Άρθρο 14

Διαρθρωμένη συνεργασία

1.   Μια εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας («αιτούσα αρχή») μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει από μία ή περισσότερες άλλες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς («αρχές στις οποίες υποβάλλεται το αίτημα») να συνεργαστούν μαζί της, μεταξύ άλλων με την ανταλλαγή πληροφοριών ή με αμοιβαία συνδρομή, με σκοπό τη συνεπή και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου ή την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ.

2.   Το αίτημα συνεργασίας περιέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με αυτό, συμπεριλαμβανομένων του σκοπού και των λόγων για τους οποίους υποβάλλεται.

3.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα μπορεί να αρνηθεί να εξετάσει αίτημα για συνεργασία μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

δεν είναι αρμόδια για το αντικείμενο του αιτήματος για συνεργασία ή για την παροχή του είδους συνεργασίας που της ζητείται·

β)

η εκτέλεση του αιτήματος για συνεργασία θα παραβίαζε τον παρόντα κανονισμό, την οδηγία 2010/13/ΕΕ ή άλλο κανόνα ενωσιακού δικαίου ή εθνικό δίκαιο που συνάδει με το ενωσιακό δίκαιο και στο οποίο υπόκειται η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα·

γ)

το πεδίο εφαρμογής ή το αντικείμενο του αιτήματος για συνεργασία δεν είναι δεόντως αιτιολογημένο ή είναι δυσανάλογο.

Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα εξηγεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τους λόγους κάθε άρνησης εξέτασης αιτήματος για συνεργασία. Όταν η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα έχει απορρίψει αίτηση συνεργασίας δυνάμει του πρώτου εδαφίου στοιχείο α), υποδεικνύει, όταν είναι δυνατόν, την αρμόδια αρχή.

4.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να εξετάσει και να απαντήσει σε αίτημα για συνεργασία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και παρέχει τακτικές ενημερώσεις σχετικά με την πρόοδο της εκτέλεσης του εν λόγω αιτήματος.

5.   Όταν η αιτούσα αρχή θεωρεί ότι η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα δεν έχει εξετάσει ή απαντήσει επαρκώς στο αίτημά της για συνεργασία, ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα, εξηγώντας τους λόγους για τη θέση της. Όταν η αιτούσα αρχή και η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα δεν καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με το αίτημα για συνεργασία, οποιαδήποτε από τις δύο αρχές μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο συμβούλιο. Σύμφωνα με τις προθεσμίες που καθορίζονται από το συμβούλιο στον εσωτερικό κανονισμό του, το συμβούλιο εκδίδει, σε διαβούλευση με την Επιτροπή, γνώμη επί του θέματος, συμπεριλαμβανομένων των συνιστώμενων μέτρων. Οι αρμόδιες αρχές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να λάβουν υπόψη τη γνώμη του συμβουλίου.

6.   Όταν μια αιτούσα αρχή θεωρεί ότι υπάρχει σοβαρός και μείζων κίνδυνος περιορισμού της ελευθερίας παροχής ή λήψης υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά ή σοβαρός και μείζων κίνδυνος να θιγεί η δημόσια ασφάλεια, μπορεί να υποβάλει αίτημα σε αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα για παροχή ταχείας συνεργασίας, με παράλληλη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ιδίως την ελευθερία της έκφρασης, μεταξύ άλλων για τον σκοπό της διασφάλισης της αποτελεσματικής εφαρμογής των εθνικών μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 3 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ. Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα απαντά και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξέταση των αιτημάτων για ταχεία συνεργασία εντός 14 ημερολογιακών ημερών.

Οι παράγραφοι 2, 3 και 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα αιτήματα για ταχεία συνεργασία.

7.   Το συμβούλιο καθορίζει στον εσωτερικό κανονισμό του περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία διαρθρωμένης συνεργασίας όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 15

Αιτήματα για επιβολή υποχρεώσεων των παρόχων πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, μια αιτούσα αρχή μπορεί να υποβάλει δεόντως αιτιολογημένο αίτημα προς μια αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα η οποία είναι αρμόδια για το αντικείμενο του αιτήματος, προκειμένου να ληφθούν τα αναγκαία και αναλογικά μέτρα για την αποτελεσματική επιβολή των υποχρεώσεων που επιβάλλονται στους παρόχους πλατφόρμας διαμοιρασμού βίντεο βάσει του άρθρου 28β παράγραφοι 1, 2 και 3 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ.

2.   Η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα ενημερώνει την αιτούσα αρχή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, για μέτρα που έχει λάβει ή σχεδιάζει να λάβει ή για τους λόγους για τους οποίους δεν ελήφθησαν μέτρα, βάσει αιτήματος για επιβολή δυνάμει της παραγράφου 1. Το συμβούλιο καθορίζει τις προθεσμίες για τον σκοπό αυτό στον εσωτερικό του κανονισμό.

3.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της αιτούσας αρχής και της αρχής στην οποία υποβάλλεται το αίτημα σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται ή πρόκειται να ληφθούν ή την έλλειψη μέτρων μετά από αίτημα για επιβολή δυνάμει της παραγράφου 1, οποιαδήποτε από τις εν λόγω αρχές μπορεί να παραπέμψει το θέμα στο συμβούλιο για διαμεσολάβηση με σκοπό την εξεύρεση φιλικής λύσης.

Όταν δεν βρεθεί φιλική λύση μετά τη διαμεσολάβηση του συμβουλίου, η αιτούσα αρχή ή η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα μπορεί να ζητήσει από το συμβούλιο να εκδώσει γνώμη επί του θέματος. Στη γνώμη του, το συμβούλιο αξιολογεί αν το αίτημα για επιβολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει εξεταστεί επαρκώς. Όταν το συμβούλιο κρίνει ότι η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα δεν έχει εξετάσει επαρκώς το αίτημα για επιβολή, το συμβούλιο συνιστά τη λήψη μέτρων για την εξέταση του αιτήματος. Το συμβούλιο εκδίδει τη γνώμη του, σε διαβούλευση με την Επιτροπή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

4.   Μετά την παραλαβή γνώμης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο, η αρχή στην οποία υποβάλλεται το αίτημα, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και εντός των προθεσμιών που καθορίζονται από το συμβούλιο στον εσωτερικό κανονισμό του, ενημερώνει το συμβούλιο, την Επιτροπή και την αιτούσα αρχή για τα μέτρα που έλαβε ή σχεδιάζει να λάβει σε σχέση με τη γνώμη.

Άρθρο 16

Καθοδήγηση σχετικά με θέματα ρύθμισης των μέσων ενημέρωσης

1.   Το συμβούλιο προωθεί την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, με διαβούλευση με τους συμφεροντούχους κατά περίπτωση, σχετικά με κανονιστικές, τεχνικές ή πρακτικές πτυχές σχετικές με τη συνεπή και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου και την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ.

2.   Όταν η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, το συμβούλιο την επικουρεί παρέχοντας εμπειρογνωσία σε κανονιστικές, τεχνικές ή πρακτικές πτυχές, ιδίως όσον αφορά:

α)

την κατάλληλη προβολή των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων γενικού συμφέροντος βάσει του άρθρου 7α της οδηγίας 2010/13/ΕΕ,

β)

την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ και στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

Όταν η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, διαβουλεύεται με την επιτροπή επαφών.

3.   Όταν η Επιτροπή εκδίδει γνώμη για θέμα που σχετίζεται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή την εφαρμογή της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, το συμβούλιο επικουρεί την Επιτροπή.

Άρθρο 17

Συντονισμός των μέτρων που αφορούν τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης από χώρες εκτός της Ένωσης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, το συμβούλιο, κατόπιν αιτήματος των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων από τουλάχιστον δύο κράτη μέλη, συντονίζει τα σχετικά μέτρα των ενδιαφερόμενων εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων που αφορούν τη διάδοση υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης οι οποίες προέρχονται από χώρες εκτός Ένωσης ή παρέχονται από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης εγκατεστημένους εκτός της Ένωσης που, ανεξάρτητα από τα μέσα διανομής ή προσπέλασής τους, απευθύνονται σε κοινό εντός της Ένωσης ή το προσεγγίζουν, όταν, μεταξύ άλλων, λόγω του ελέγχου που θα μπορούσαν να ασκούν σ’ αυτές τρίτες χώρες, οι εν λόγω υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης βλάπτουν ή ενέχουν σοβαρό και μείζονα κίνδυνο να βλάψουν τη δημόσια ασφάλεια.

2.   Το συμβούλιο, σε διαβούλευση με την Επιτροπή, μπορεί να εκδίδει γνώμες σχετικά με κατάλληλα μέτρα όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων τους βάσει του εθνικού δικαίου, οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες εθνικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να λάβουν υπόψη τις γνώμες του συμβουλίου.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ενδιαφερόμενες εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς δεν εμποδίζονται να λάβουν υπόψη γνώμη που εκδίδεται από το συμβούλιο βάσει της παραγράφου 2, όταν εξετάζουν το ενδεχόμενο λήψης μέτρων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 κατά παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

4.   Το συμβούλιο, σε διαβούλευση με την Επιτροπή, αναπτύσσει σύνολο κριτηρίων προς χρήση από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς κατά την άσκηση των ρυθμιστικών εξουσιών τους επί των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να λάβουν υπόψη τα εν λόγω κριτήρια.

ΤΜΗΜΑ 4

Παροχή υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε ψηφιακό περιβάλλον και πρόσβαση σε αυτές

Άρθρο 18

Περιεχόμενο των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης σε πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες

1.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών παρέχουν λειτουργική δυνατότητα που επιτρέπει στους αποδέκτες των υπηρεσιών τους:

α)

να δηλώνουν ότι είναι πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης·

β)

να δηλώνουν ότι συμμορφώνονται με το άρθρο 6 παράγραφος 1·

γ)

να δηλώνουν ότι είναι συντακτικά ανεξάρτητοι από κράτη μέλη, πολιτικά κόμματα, τρίτες χώρες και οντότητες που ελέγχονται ή χρηματοδοτούνται από τρίτες χώρες·

δ)

να δηλώνουν ότι υπόκεινται σε κανονιστικές απαιτήσεις για την άσκηση της συντακτικής ευθύνης σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη και σε εποπτεία από αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέα ή ότι προσχωρούν σε μηχανισμό συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης που διέπει τα συντακτικά πρότυπα και ο οποίος αναγνωρίζεται ευρέως και γίνεται αποδεκτός στον σχετικό τομέα των μέσων ενημέρωσης σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη·

ε)

να δηλώνουν ότι δεν παρέχουν περιεχόμενο που παράγεται από συστήματα τεχνητής νοημοσύνης χωρίς να το υποβάλλουν σε επανεξέταση από άνθρωπο ή συντακτικό έλεγχο·

στ)

να παρέχουν την επίσημη επωνυμία τους και τα στοιχεία επικοινωνίας τους, συμπεριλαμβανομένης διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μέσω των οποίων ο πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας μπορεί να επικοινωνεί γρήγορα και άμεσα μαζί τους, και

ζ)

να παρέχουν τα στοιχεία επικοινωνίας των σχετικών εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων ή των εκπροσώπων των μηχανισμών συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης που αναφέρονται στο στοιχείο δ).

Όταν υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες σχετικά με τη συμμόρφωση του παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με το πρώτο εδάφιο στοιχείο δ), ο πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας ζητεί επιβεβαίωση επί του θέματος από τη σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέα ή τον σχετικό μηχανισμό συρρύθμισης ή αυτορρύθμισης.

2.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που δηλώνονται βάσει της παραγράφου 1, με εξαίρεση τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο στ), δημοσιοποιούνται με εύκολα προσβάσιμο τρόπο στην επιγραμμική διεπαφή τους.

3.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών επιβεβαιώνουν την παραλαβή των δηλώσεων που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 1 και παρέχουν τα στοιχεία επικοινωνίας τους, συμπεριλαμβανομένης διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μέσω των οποίων ο πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να επικοινωνεί άμεσα και γρήγορα μαζί τους.

Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών αναφέρουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, αν αποδέχονται ή απορρίπτουν τις δηλώσεις που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 1.

4.   Όταν ένας πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας προτίθεται να λάβει απόφαση για αναστολή της παροχής των οικείων επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης σε σχέση με περιεχόμενο που παρέχεται από πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ο οποίος έχει υποβάλει δήλωση δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή απόφαση για περιορισμό της προβολής του εν λόγω περιεχομένου, με την αιτιολογία ότι το εν λόγω περιεχόμενο δεν συνάδει με τους όρους και τις προϋποθέσεις του, πριν από την έναρξη ισχύος μιας τέτοιας απόφασης για αναστολή ή περιορισμό της προβολής, οφείλει:

α)

να κοινοποιεί στον ενδιαφερόμενο πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης την αιτιολογία όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 και στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 για την προβλεπόμενη απόφασή του να αναστείλει ή να περιορίσει την προβολή και

β)

να παρέχει στον πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης τη δυνατότητα να απαντήσει στην αιτιολόγηση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου εντός 24 ωρών από την παραλαβή της ή, σε περίπτωση κρίσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065, εντός βραχύτερης προθεσμίας που δίνει στον πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης επαρκή χρόνο για να απαντήσει με ουσιαστικό τρόπο.

Εάν, κατόπιν ή ελλείψει απάντησης όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), ο πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας λάβει απόφαση αναστολής ή περιορισμού της προβολής, ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται όταν οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών αναστέλλουν την παροχή των υπηρεσιών τους σε σχέση με περιεχόμενο που παρέχεται από πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή περιορίζουν την προβολή του εν λόγω περιεχομένου σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους βάσει των άρθρων 28, 34 και 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 και του άρθρου 28β της οδηγίας 2010/13/ΕΕ ή με τις υποχρεώσεις τους σχετικά με παράνομο περιεχόμενο βάσει του δικαίου της Ένωσης.

5.   Οι πάροχοι πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών λαμβάνουν όλα τα αναγκαία τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι καταγγελίες που υποβάλλονται από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης κατά το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 ή το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065 υποβάλλονται σε επεξεργασία και εξετάζονται κατά προτεραιότητα και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Ο πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να εκπροσωπείται από φορέα στην εσωτερική διαδικασία επεξεργασίας καταγγελιών που αναφέρεται στα εν λόγω άρθρα.

6.   Όταν πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που έχει υποβάλει δήλωση κατά την παράγραφο 1 θεωρεί ότι ο πάροχος μιας πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας επανειλημμένα έχει περιορίσει ή αναστείλει, χωρίς επαρκείς λόγους, την παροχή των υπηρεσιών του σε σχέση με περιεχόμενο που προσφέρεται από τον πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, ο πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας συμμετέχει σε ουσιαστικό και αποτελεσματικό διάλογο με τον πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, κατόπιν αιτήματός του, με καλή πίστη και με σκοπό την εξεύρεση φιλικής λύσης, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, για τον τερματισμό αδικαιολόγητων περιορισμών ή αναστολών και την αποφυγή τους στο μέλλον. Ο πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να κοινοποιήσει το αποτέλεσμα και τις λεπτομέρειες αυτού του διαλόγου στο συμβούλιο και την Επιτροπή. Ο πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να ζητήσει από το συμβούλιο να εκδώσει γνώμη σχετικά με το αποτέλεσμα ενός τέτοιου διαλόγου, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, συνιστώμενων δράσεων για τον πάροχο πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας. Το συμβούλιο ενημερώνει την Επιτροπή για τη γνώμη του.

7.   Όταν πάροχος πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας απορρίψει ή ακυρώσει δήλωση παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που έχει υποβληθεί δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ή όταν δεν βρεθεί φιλική λύση μετά από διάλογο δυνάμει της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, ο ενδιαφερόμενος πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να προσφύγει σε διαμεσολάβηση κατά το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 ή σε εξωδικαστική επίλυση διαφορών κατά το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065. Ο ενδιαφερόμενος πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης μπορεί να κοινοποιήσει στο συμβούλιο το αποτέλεσμα της εν λόγω διαμεσολάβησης ή εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών.

8.   Ο πάροχος μιας πολύ μεγάλης επιγραμμικής πλατφόρμας καθιστά δημόσια διαθέσιμες σε ετήσια βάση λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με:

α)

τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες επέβαλε οποιονδήποτε περιορισμό ή αναστολή με την αιτιολογία ότι το περιεχόμενο που προσφέρεται από πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που υπέβαλε δήλωση βάσει της παραγράφου 1 είναι ασύμβατο με τους όρους και τις προϋποθέσεις του·

β)

τους λόγους επιβολής τέτοιων περιορισμών ή αναστολών, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών ρητρών στους όρους και τις προϋποθέσεις του με τις οποίες το περιεχόμενο των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης κρίθηκε ασύμβατο·

γ)

τον αριθμό των διαλόγων με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δυνάμει της παραγράφου 6·

δ)

τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες απέρριψε δηλώσεις που υποβλήθηκαν από πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δυνάμει της παραγράφου 1 και τους λόγους της απόρριψης·

ε)

τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες ακύρωσε δήλωση που υποβλήθηκε από πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης δυνάμει της παραγράφου 1 και τους λόγους της ακύρωσης.

9.   Για να διευκολυνθεί η συνεπής και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής εφαρμογής της λειτουργικής δυνατότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 19

Διαρθρωμένος διάλογος

1.   Το συμβούλιο διοργανώνει τακτικά διαρθρωμένο διάλογο μεταξύ των παρόχων πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών, των εκπροσώπων των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών, με σκοπό:

α)

τη συζήτηση των εμπειριών και των βέλτιστων πρακτικών κατά την εφαρμογή του άρθρου 18, μεταξύ άλλων όσον αφορά τη λειτουργία των πολύ μεγάλων επιγραμμικών πλατφορμών και τις διαδικασίες τους για τον έλεγχο περιεχομένου που παρέχεται από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης·

β)

την προώθηση της πρόσβασης σε διάφορες διαθέσεις ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης στις πολύ μεγάλες επιγραμμικές πλατφόρμες· και

γ)

την παρακολούθηση της τήρησης πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης που αποσκοπούν στην προστασία των χρηστών από επιβλαβές περιεχόμενο, συμπεριλαμβανομένης της παραπληροφόρησης και της χειραγώγησης των πληροφοριών και των παρεμβάσεων από το εξωτερικό.

2.   Το συμβούλιο υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα αποτελέσματα των διαρθρωμένων διαλόγων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1. Όπου είναι δυνατόν, το συμβούλιο δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα των εν λόγω διαρθρωμένων διαλόγων.

Άρθρο 20

Δικαίωμα εξατομίκευσης της διάθεσης μέσων ενημέρωσης

1.   Οι χρήστες έχουν το δικαίωμα να αλλάζουν εύκολα τις παραμέτρους συστήματος, συμπεριλαμβανομένων των προεπιλεγμένων ρυθμίσεων, κάθε συσκευής ή διεπαφής χρήστη που ελέγχει ή διαχειρίζεται την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης που προσφέρουν προγράμματα και τη χρήση τους, ώστε να προσαρμόζεται η διάθεση μέσων ενημέρωσης σύμφωνα με τα ενδιαφέροντα ή τις προτιμήσεις τους σε συμμόρφωση με το ενωσιακό δίκαιο. Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει τα εθνικά μέτρα για την εφαρμογή του άρθρου 7α ή 7β της οδηγίας 2010/13/ΕΕ.

2.   Κατά τη διάθεση στην αγορά των συσκευών και διεπαφών χρήστη όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι κατασκευαστές, οι προγραμματιστές και οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω συσκευές και διεπαφές χρήστη περιλαμβάνουν λειτουργική δυνατότητα που επιτρέπει στους χρήστες να αλλάζουν ελεύθερα και εύκολα ανά πάσα στιγμή τις παραμέτρους συστήματός τους, συμπεριλαμβανομένων των προεπιλεγμένων ρυθμίσεων που ελέγχουν ή διαχειρίζονται την πρόσβαση στις προσφερόμενες υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης και τη χρήση τους.

3.   Οι κατασκευαστές, οι προγραμματιστές και οι εισαγωγείς συσκευών και διεπαφών χρήστη όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 διασφαλίζουν ότι η οπτική ταυτότητα των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στις υπηρεσίες των οποίων παρέχουν πρόσβαση οι συσκευές και οι διεπαφές χρήστη τους είναι συνεχώς και σαφώς εμφανής στους χρήστες.

4.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι κατασκευαστές, οι προγραμματιστές και οι εισαγωγείς συσκευών και διεπαφών χρήστη όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 συμμορφώνονται με τις παραγράφους 2 και 3.

5.   Το συμβούλιο προωθεί τη συνεργασία μεταξύ παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, οργανισμών τυποποίησης ή οποιωνδήποτε άλλων σχετικών συμφεροντούχων, ώστε να προωθηθεί η ανάπτυξη εναρμονισμένων προτύπων σχετικά με τον σχεδιασμό συσκευών ή διεπαφών χρήστη που ελέγχουν ή διαχειρίζονται την πρόσβαση σε υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή σχετικά με ψηφιακά σήματα που μεταδίδουν τέτοιες συσκευές.

ΤΜΗΜΑ 5

Απαιτήσεις για τα μέτρα και τις διαδικασίες που διασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς μέσων ενημέρωσης

Άρθρο 21

Εθνικά μέτρα που επηρεάζουν τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης

1.   Νομοθετικά, κανονιστικά ή διοικητικά μέτρα που λαμβάνει κράτος μέλος και τα οποία ενδέχεται να επηρεάσουν την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης ή τη συντακτική ανεξαρτησία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά είναι δεόντως τεκμηριωμένα και αναλογικά. Τα εν λόγω μέτρα είναι αιτιολογημένα, διαφανή και αντικειμενικά και δεν εισάγουν διακρίσεις.

2.   Κάθε εθνική διαδικασία που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της έγκρισης ενός διοικητικού μέτρου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 ακολουθεί τις προθεσμίες που καθορίζονται εκ των προτέρων. Οι διαδικασίες αυτές διεξάγονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.   Κάθε πάροχος υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που υπόκειται σε κανονιστικό ή διοικητικό μέτρο όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 και το οποίο τον αφορά ατομικά και άμεσα έχει το δικαίωμα να προσφύγει κατά του εν λόγω μέτρου ενώπιον δευτεροβάθμιου οργάνου. Το όργανο αυτό, το οποίο μπορεί να είναι δικαστήριο, είναι ανεξάρτητο από τα εμπλεκόμενα μέρη και από κάθε εξωτερική παρέμβαση ή πολιτική πίεση που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ανεξάρτητη αξιολόγησή του επί των θεμάτων που του υποβάλλονται. Διαθέτει την κατάλληλη εμπειρογνωσία ώστε να είναι σε θέση να εκτελεί αποτελεσματικά και έγκαιρα τα καθήκοντά του.

4.   Όταν ένα κανονιστικό ή διοικητικό μέτρο όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι πιθανό να επηρεάσει σημαντικά τη λειτουργία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης στην εσωτερική αγορά, το συμβούλιο, με δική του πρωτοβουλία, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή κατόπιν δεόντως τεκμηριωμένου και αιτιολογημένου αιτήματος παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που επηρεάζεται ατομικά και άμεσα από το εν λόγω μέτρο διατυπώνει γνώμη σχετικά με το μέτρο. Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των Συνθηκών, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει δική της γνώμη επί του θέματος. Το συμβούλιο και η Επιτροπή δημοσιοποιούν τις γνώμες τους.

5.   Για τη διατύπωση γνώμης κατά την παράγραφο 4, το συμβούλιο και, κατά περίπτωση, η Επιτροπή μπορούν να ζητήσουν σχετικές πληροφορίες από εθνική αρχή ή φορέα που έχει θεσπίσει κανονιστικό ή διοικητικό μέτρο όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 και το οποίο επηρεάζει πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ατομικά και άμεσα. Η σχετική εθνική αρχή ή φορέας παρέχει τις πληροφορίες αυτές χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση με ηλεκτρονικά μέσα.

Άρθρο 22

Αξιολόγηση των συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης

1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν, στο εθνικό δίκαιο, ουσιαστικούς και διαδικαστικούς κανόνες που επιτρέπουν τη διεξαγωγή αξιολόγησης των συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης που θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία. Οι εν λόγω κανόνες:

α)

είναι διαφανείς, αντικειμενικοί, αναλογικοί και δεν εισάγουν διακρίσεις·

β)

απαιτούν από τα μέρη που συμμετέχουν σε μια τέτοια συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης να κοινοποιούν εκ των προτέρων τη συγκέντρωση στις αρμόδιες εθνικές αρχές ή φορείς ή να παρέχουν στις εν λόγω αρχές ή φορείς κατάλληλες εξουσίες για να λαμβάνουν από τα μέρη τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση της συγκέντρωσης·

γ)

ορίζουν τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ως υπεύθυνες για την αξιολόγηση ή διασφαλίζουν ότι συμμετέχουν κατ’ ουσία στην αξιολόγηση·

δ)

καθορίζουν εκ των προτέρων αντικειμενικά, αμερόληπτα και αναλογικά κριτήρια για την κοινοποίηση τέτοιων συγκεντρώσεων της αγοράς μέσων ενημέρωσης και για την αξιολόγηση του αντικτύπου στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και στη συντακτική ανεξαρτησία· και

ε)

προσδιορίζουν εκ των προτέρων τα χρονοδιαγράμματα για την ολοκλήρωση τέτοιων αξιολογήσεων.

Η αξιολόγηση των συγκεντρώσεων στην αγορά μέσων ενημέρωσης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο είναι διαφορετική από τις αξιολογήσεις του ενωσιακού και τού εθνικού δικαίου ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται από τους κανόνες ελέγχου των συγκεντρώσεων. Δεν θίγει το άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004, κατά περίπτωση.

2.   Κατά την αξιολόγηση των συγκεντρώσεων στην αγορά μέσων ενημέρωσης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ο αναμενόμενος αντίκτυπος της συγκέντρωσης της αγοράς μέσων ενημέρωσης στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεών της στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και στην ποικιλομορφία των υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και της διάθεσης μέσων ενημέρωσης στην αγορά, λαμβανομένων υπόψη του επιγραμμικού περιβάλλοντος και των συμφερόντων ή των δραστηριοτήτων των μερών σε άλλα μέσα ενημέρωσης ή επιχειρήσεις εκτός των μέσων ενημέρωσης ή των δεσμών τους με αυτά·

β)

οι διασφαλίσεις για τη συντακτική ανεξαρτησία, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνονται από τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με σκοπό τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των συντακτικών αποφάσεων·

γ)

το αν, ελλείψει της συγκέντρωσης της αγοράς μέσων ενημέρωσης, τα μέρη που συμμετέχουν στη συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης θα παρέμεναν οικονομικά βιώσιμες και το αν υπάρχουν πιθανές εναλλακτικές λύσεις για τη διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητάς τους·

δ)

κατά περίπτωση, τα πορίσματα της ετήσιας έκθεσης της Επιτροπής για το κράτος δικαίου σχετικά με την πολυφωνία και την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης· και

ε)

κατά περίπτωση, οι δεσμεύσεις που ενδέχεται να προσφέρει οποιοδήποτε από τα μέρη που συμμετέχουν στη συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης για τη διασφάλιση της πολυφωνίας των μέσων ενημέρωσης και της συντακτικής ανεξαρτησίας.

3.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από το συμβούλιο, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχεία α), β) και γ).

4.   Όταν η συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης είναι πιθανό να επηρεάσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, η ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας διαβουλεύεται εκ των προτέρων με το συμβούλιο σχετικά με το σχέδιο αξιολόγησης ή το σχέδιο γνώμης του.

5.   Εντός των προθεσμιών που καθορίζονται από το συμβούλιο στον εσωτερικό του κανονισμό, το συμβούλιο διατυπώνει γνώμη σχετικά με το σχέδιο αξιολόγησης ή το σχέδιο γνώμης που αναφέρεται στην παράγραφο 4, λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2, και διαβιβάζει την εν λόγω γνώμη στην ενδιαφερόμενη εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέα και στην Επιτροπή.

6.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας που αναφέρεται στην παράγραφο 4 λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που αναφέρεται στην παράγραφο 5. Εάν η εν λόγω εθνική ρυθμιστική αρχή ή φορέας δεν ακολουθήσει τη γνώμη, εν όλω ή εν μέρει, παρέχει στο συμβούλιο και στην Επιτροπή τεκμηριωμένη αιτιολόγηση στην οποία εξηγεί τη θέση του εντός των προθεσμιών που καθορίζονται από το συμβούλιο στον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 23

Γνώμες σχετικά με τις συγκεντρώσεις της αγοράς μέσων ενημέρωσης

1.   Ελλείψει αξιολόγησης ή διαβούλευσης δυνάμει του άρθρου 22, το συμβούλιο, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, εκδίδει γνώμη σχετικά με τον αντίκτυπο που έχει η συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης στην πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία, όταν η εν λόγω συγκέντρωση της αγοράς μέσων ενημέρωσης είναι πιθανό να επηρεάσει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης. Το συμβούλιο βασίζει τη γνώμη του στα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2. Το συμβούλιο μπορεί να θέσει υπόψη της Επιτροπής τέτοιες συγκεντρώσεις αγοράς μέσων ενημέρωσης.

2.   Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των Συνθηκών, η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει δική της γνώμη επί του θέματος.

3.   Το συμβούλιο και η Επιτροπή δημοσιοποιούν τις γνώμες τους όπως αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

ΤΜΗΜΑ 6

Διαφανής και δίκαιη κατανομή των οικονομικών πόρων

Άρθρο 24

Μέτρηση κοινού

1.   Οι πάροχοι συστημάτων μέτρησης κοινού διασφαλίζουν ότι τα συστήματά τους μέτρησης κοινού και η μεθοδολογία που αυτά χρησιμοποιούν για τη μέτρηση κοινού συμμορφώνονται με τις αρχές της διαφάνειας, της αμεροληψίας, της συμπεριληπτικότητας, της αναλογικότητας, της αποφυγής των διακρίσεων, της συγκρισιμότητας και της επαληθευσιμότητας.

2.   Με την επιφύλαξη της προστασίας των εμπορικών απορρήτων των επιχειρήσεων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2016/943, οι πάροχοι ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και χωρίς χρέωση, στους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, στους διαφημιζόμενους και σε τρίτους που έχουν λάβει άδεια από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και διαφημιζόμενους ακριβείς, λεπτομερείς, πλήρεις, κατανοητές και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τη μεθοδολογία που χρησιμοποιούν τα οικεία συστήματα μέτρησης κοινού.

Οι πάροχοι ιδιόκτητων συστημάτων μέτρησης κοινού διασφαλίζουν ότι η μεθοδολογία που χρησιμοποιούν τα συστήματά τους μέτρησης κοινού και ο τρόπος εφαρμογής της υπόκεινται σε ανεξάρτητο έλεγχο μία φορά ετησίως. Κατόπιν αιτήματος παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, ο πάροχος ιδιόκτητου συστήματος μέτρησης κοινού του παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα της μέτρησης κοινού, συμπεριλαμβανομένων μη συγκεντρωτικών δεδομένων, τα οποία σχετίζονται με το περιεχόμενο και τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης.

Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει τους κανόνες της Ένωσης για την προστασία των δεδομένων και την ιδιωτικότητα.

3.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ενθαρρύνουν τους παρόχους συστημάτων μέτρησης κοινού να καταρτίζουν, από κοινού με τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, τους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών, τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις τους και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος, κώδικες δεοντολογίας ή ενθαρρύνουν τους παρόχους συστημάτων μέτρησης κοινού να συμμορφώνονται με κώδικες δεοντολογίας που έχουν συμφωνηθεί από κοινού και είναι ευρέως αποδεκτοί από τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, τις αντιπροσωπευτικές οργανώσεις τους και κάθε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος.

Οι κώδικες δεοντολογίας που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου αποσκοπούν στην προώθηση της τακτικής, ανεξάρτητης και διαφανούς παρακολούθησης της αποτελεσματικής επίτευξης των στόχων τους και στη συμμόρφωση με τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μεταξύ άλλων μέσω ανεξάρτητων και διαφανών ελέγχων.

4.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από το συμβούλιο, μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την πρακτική εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τους κώδικες δεοντολογίας όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Το συμβούλιο προωθεί την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σχετικά με την ανάπτυξη συστημάτων μέτρησης κοινού μέσω τακτικού διαλόγου μεταξύ εκπροσώπων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ή φορέων, εκπροσώπων των παρόχων συστημάτων μέτρησης κοινού, εκπροσώπων των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, εκπροσώπων των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών και άλλων ενδιαφερόμενων μερών.

Άρθρο 25

Κατανομή δημόσιων πόρων για κρατική διαφήμιση και συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών

1.   Τα δημόσια κονδύλια ή οποιοδήποτε άλλο αντάλλαγμα ή πλεονέκτημα διατίθεται, άμεσα ή έμμεσα, από τις δημόσιες αρχές ή οντότητες σε παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών για κρατική διαφήμιση ή συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών που συνάπτονται με παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών χορηγούνται σύμφωνα με διαφανή, αντικειμενικά και αναλογικά κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις, τα οποία δημοσιοποιούνται εκ των προτέρων με ηλεκτρονικά και φιλικά προς τον χρήστη μέσα, και μέσω ανοικτών και αναλογικών διαδικασιών που δεν εισάγουν διακρίσεις.

Τα κράτη μέλη επιδιώκουν να διασφαλίσουν ότι οι συνολικές ετήσιες δημόσιες δαπάνες που διατίθενται για κρατική διαφήμιση κατανέμονται σε ευρύ φάσμα παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης που εκπροσωπούνται στην αγορά, λαμβανομένων υπόψη των εθνικών και τοπικών ιδιαιτεροτήτων των σχετικών αγορών μέσων ενημέρωσης.

Το παρόν άρθρο δεν θίγει την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης βάσει των κανόνων της Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις ή την εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις.

2.   Οι δημόσιες αρχές ή οντότητες δημοσιοποιούν σε ετήσια βάση με ηλεκτρονικά και φιλικά προς τον χρήστη μέσα πληροφορίες σχετικά με τις δημόσιες δαπάνες τους για κρατική διαφήμιση. Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τις επίσημες επωνυμίες των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή των παρόχων επιγραμμικών πλατφορμών από τους οποίους αγοράστηκαν υπηρεσίες·

β)

κατά περίπτωση, τις επίσημες επωνυμίες των επιχειρηματικών ομίλων στους οποίους ανήκουν τυχόν πάροχοι υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή πάροχοι επιγραμμικών πλατφορμών όπως αναφέρονται στο στοιχείο α)· και

γ)

το συνολικό ετήσιο ποσό που δαπανήθηκε και τα ετήσια ποσά που δαπανήθηκαν ανά πάροχο υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης ή πάροχο επιγραμμικών πλατφορμών.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν τις υποεθνικές κυβερνήσεις εδαφικών οντοτήτων με πληθυσμό κάτω των 100 000 κατοίκων και τις οντότητες που ελέγχονται, άμεσα ή έμμεσα, από τις εν λόγω υποεθνικές κυβερνήσεις από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

3.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή άλλες αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές ή φορείς στα κράτη μέλη παρακολουθούν και υποβάλλουν ετήσια έκθεση σχετικά με την κατανομή των κρατικών διαφημιστικών δαπανών στους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης και στους παρόχους επιγραμμικών πλατφορμών με βάση τις πληροφορίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 2. Οι εν λόγω ετήσιες εκθέσεις δημοσιοποιούνται σε εύκολα προσβάσιμη μορφή.

Για την αξιολόγηση της πληρότητας των πληροφοριών σχετικά με την κρατική διαφήμιση που διατίθενται δυνάμει της παραγράφου 2, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς ή άλλες αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές ή φορείς στα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν από τις δημόσιες αρχές ή οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο περαιτέρω πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερέστερων πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή των κριτηρίων και των διαδικασιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Όταν η παρακολούθηση, η αξιολόγηση και η υποβολή εκθέσεων διενεργούνται από άλλες αρμόδιες ανεξάρτητες αρχές ή φορείς στα κράτη μέλη, ενημερώνουν δεόντως τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή φορείς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 26

Διαδικασία παρακολούθησης

1.   Η Επιτροπή διασφαλίζει ότι η εσωτερική αγορά υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων και της προόδου όσον αφορά τη λειτουργία της, παρακολουθείται ανεξάρτητα και συνεχώς («διαδικασία παρακολούθησης»). Τα πορίσματα της εν λόγω διαδικασίας παρακολούθησης υπόκεινται σε διαβούλευση με το συμβούλιο και παρουσιάζονται και συζητούνται με την επιτροπή επαφών.

2.   Η Επιτροπή, σε διαβούλευση με το συμβούλιο, καθορίζει βασικούς δείκτες επιδόσεων και μεθοδολογικές διασφαλίσεις για την προστασία της αντικειμενικότητας της διαδικασία; παρακολούθησης και κριτήρια επιλογής των ερευνητών για την εν λόγω διαδικασία.

3.   Η διαδικασία παρακολούθησης περιλαμβάνει:

α)

λεπτομερή ανάλυση των αγορών μέσων ενημέρωσης σε όλα τα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων όσον αφορά το επίπεδο συγκέντρωσης των μέσων ενημέρωσης και τους κινδύνους χειραγώγησης των πληροφοριών και παρεμβάσεων από το εξωτερικό·

β)

επισκόπηση και αξιολόγηση με όραμα στο μέλλον της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς για τις υπηρεσίες μέσων ενημέρωσης στο σύνολό της, μεταξύ άλλων όσον αφορά τον αντίκτυπο των επιγραμμικών πλατφορμών·

γ)

επισκόπηση των κινδύνων για την πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης και τη συντακτική ανεξαρτησία των παρόχων υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης όποτε θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·

δ)

επισκόπηση των μέτρων που λαμβάνονται από τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης με σκοπό τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των συντακτικών αποφάσεων·

ε)

λεπτομερή επισκόπηση των πλαισίων και των πρακτικών για την κατανομή δημόσιων πόρων για κρατική διαφήμιση.

4.   Η διαδικασία παρακολούθησης πραγματοποιείται σε ετήσια βάση. Τα αποτελέσματα της διαδικασίας παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας και των δεδομένων αυτής, δημοσιοποιούνται και παρουσιάζονται ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 27

Αξιολόγηση και υποβολή εκθέσεων

1.   Το αργότερο έως τις 8 Αυγούστου 2028 και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή αξιολογεί τον παρόντα κανονισμό και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή.

2.   Στην πρώτη τέτοια αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή εξετάζει ιδίως την αποτελεσματικότητα της λειτουργίας της γραμματείας του συμβουλίου που αναφέρεται στο άρθρο 11, μεταξύ άλλων όσον αφορά την επάρκεια των πόρων σε σχέση με την εκτέλεση των καθηκόντων της.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 και κατόπιν αιτήματός της Επιτροπής, τα κράτη μέλη και το συμβούλιο τής διαβιβάζουν τις σχετικές πληροφορίες.

4.   Κατά τη διενέργεια των αξιολογήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη:

α)

τις θέσεις και τα πορίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και άλλων σχετικών φορέων ή πηγών·

β)

τα αποτελέσματα των σχετικών συζητήσεων που πραγματοποιούνται στα σχετικά φόρουμ·

γ)

σχετικά έγγραφα που εκδίδονται από το συμβούλιο·

δ)

τα πορίσματα της διαδικασίας παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 26.

5.   Οι εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να συνοδεύονται, κατά περίπτωση, από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 28

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2010/13/ΕΕ

Η οδηγία 2010/13/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 30β διαγράφεται.

2)

Οι παραπομπές στο άρθρο 30β της οδηγίας 2010/13/ΕΕ νοούνται ως παραπομπές στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 29

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από τις 8 Αυγούστου 2025. Ωστόσο:

α)

το άρθρο 3 εφαρμόζεται από τις 8 Νοεμβρίου 2024·

β)

το άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 6 παράγραφος 3, τα άρθρα 7 έως 13 και το άρθρο 28 εφαρμόζονται από τις 8 Φεβρουαρίου 2025·

γ)

τα άρθρα 14 έως 17 εφαρμόζονται από τις 8 Μαΐου 2025·

δ)

το άρθρο 20 εφαρμόζεται από τις 8 Μαΐου 2027.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 11 Απριλίου 2024.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Η Πρόεδρος

R. METSOLA

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. DALLE


(1)   ΕΕ C 100 της 16.3.2023, σ. 111.

(2)   ΕΕ C 188 της 30.5.2023, σ. 79.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2024 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 26ης Μαρτίου 2024.

(4)  Οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(5)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006, Γερμανία κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, C-380/03, ECLI:EU:C:2006:772, σκέψεις 53 και 54.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ L 277 της 27.10.2022, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(8)  Centro Europa 7 S.R.L. και Di Stefano κατά Ιταλίας [τμήμα μείζονος συνθέσεως], αριθ. 38433/09, σκέψη 134, ΕΔΔΑ 2012.

(9)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1).

(10)  Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 26ης Ιουνίου 2008, SIC κατά Επιτροπής, T-442/03, ECLI:EU:T:2008:228, σκέψη 211.

(11)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

(12)  Σύσταση (ΕΕ) 2022/1634 της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2022, σχετικά με εσωτερικές διασφαλίσεις για τη συντακτική ανεξαρτησία και τη διαφάνεια του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στον τομέα των μέσων ενημέρωσης (ΕΕ L 245 της 22.9.2022, σ. 56).

(13)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/1808 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Νοεμβρίου 2018, για την τροποποίηση της οδηγίας 2010/13/ΕΕ για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) ενόψει των μεταβαλλόμενων συνθηκών της αγοράς (ΕΕ L 303 της 28.11.2018, σ. 69).

(14)  Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1).

(15)  Οδηγία (ΕΕ) 2017/541 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου και για την τροποποίηση της απόφασης 2005/671/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 31.3.2017, σ. 6).

(16)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ΕΕ L 186 της 11.7.2019, σ. 57).

(17)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 3ης Σεπτεμβρίου 2020, Vivendi SA κατά Autorità per le Garanzie nelle Comunicazioni, C-719/18, ECLI:EU:C:2020:627.

(18)  Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΕ) 2022/1925 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Σεπτεμβρίου 2022, σχετικά με διεκδικήσιμες και δίκαιες αγορές στον ψηφιακό τομέα και για την τροποποίηση των οδηγιών (ΕΕ) 2019/1937 και (ΕΕ) 2020/1828 (Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές), (ΕΕ L 265 της 12.10.2022, σ. 1).

(20)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).

(21)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).

(22)   ΕΕ C 487 της 22.12.2022, σ. 9.

(23)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).

(24)  Κανονισμός (ΕΕ) 2024/900 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με τη διαφάνεια και τη στόχευση της πολιτικής διαφήμισης (ΕΕ L, 2024/900, 20.3.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/900/oj).

(25)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).

(26)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/1083/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)


Top